Macro

ΑΓΟΡΕΣ ΧΩΡΙΣ ΜΕΣΑΖΟΝΤΕΣ: Κατατίθεται το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους

Το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των αγορών χωρίς μεσάζοντες εισάγεται για συζήτηση στη διαρκή επιτροπή παραγωγής και εμπορίου της βουλής αυτή την εβδομάδα. Εντός ενός ευρύτερου νομοσχεδίου για την άσκηση υπαίθριων εμπορικών δραστηριοτήτων, και συγκεκριμένα στο άρθρο 37, περιγράφεται ο τρόπος λειτουργίας τους και καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις διεξαγωγής και συμμετοχής σε αυτές.
Το νομοσχέδιο θεσμοθετεί τις «αγορές των καταναλωτών» —αποφεύγοντας να τους αποδώσει την ονομασία που τις καθιέρωσε στη συλλογική μνήμη των χρόνων της κρίσης, αν και δίνει τη δυνατότητα στους διοργανωτές να επιλέξουν ονομασία της αρεσκείας τους. Σκοπός τους είναι η ανάπτυξη καταναλωτικής συνείδησης και αλληλέγγυων δράσεων των πολιτών, μέσω της συμμετοχής τους σε εθελοντικές δράσεις και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, όπως και η δημιουργία ευνοϊκότερων όρων διαβίωσης των μικρών παραγωγών και μεταποιητών μέσω της πρόσβασής τους σε αλληλέγγυες αγορές.
Διοργανωτές είναι αποκλειστικά ενώσεις και συνεταιρισμοί καταναλωτών, ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ, και συλλογικοί φορείς πολιτών-καταναλωτών με νομική υπόσταση. Οι διοργανώτριες αρχές, κατά το νόμο, θα πρέπει να υποβάλλουν ετήσιο απολογισμό δράσεων και ωφελουμένων, επί ποινή παύσης λειτουργίας των αγορών, ενώ απαγορεύεται η χρηματική εισφορά των πωλητών για τη συμμετοχή τους σ’ αυτές, με μόνη υποχρέωσή τους τη δωρεά προϊόντων για την κάλυψη των καταστατικών σκοπών του φορέα διοργάνωσης.
Συμμετοχή ως πωλητές στις αγορές των καταναλωτών έχουν οι επαγγελματίες αγρότες για ιδιοπαραγώμενα προϊόντα, συνεταιρισμοί, ομάδες, οργανώσεις παραγωγών και γυναικείοι συνεταιρισμοί, όπως επίσης πολύ μικρές επιχειρήσεις τροφίμων και ειδών καθαρισμού. Όσοι συμμετέχουν ως πωλητές απαγορεύεται να συμμετέχουν στους φορείς της διοργάνωσης.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, σε κάθε δήμο ή δημοτικό διαμέρισμα μπορεί να διενεργηθεί αγορά των καταναλωτών, μία φορά το δίμηνο. Αυτή εγκρίνεται από το δημοτικό συμβούλιο του δήμου, ο οποίος μπορεί να ορίσει εκπρόσωπό του (δημοτικό υπάλληλο ή σύμβουλο) στο συλλογικό φορέα της διοργάνωσης, ώστε να συμμετέχει στις διαδικασίες του. Πιθανή απορριπτική απόφαση θα πρέπει να αιτιολογείται. Ο συλλογικός φορέας που διοργανώνει την αγορά θα πρέπει 20 μέρες πριν την πραγματοποίησή της να γνωστοποιήσει στο δήμο κατάσταση με τους παραγωγούς, τα προϊόντα και τις τιμές πώλησης. Ο δήμος οφείλει μια εβδομάδα πριν τη διεξαγωγή να ανακοινώσει το μέρος και την ώρα της διεξαγωγής, αναρτώντας στην ιστοσελίδα του  τους πωλητές, τα προϊόντα και τις τιμές πώλησής τους. Η αγορά δεν πρέπει να συμπίπτει με άλλης  μορφής υπαίθρια αγορά και μπορεί να πραγματοποιηθεί Σάββατο. Τέλος, οι πωλητές δεν πληρώνουν τέλη κατάληψης κοινόχρηστου χώρου, αλλά ο δήμος μπορεί να ορίσει ημερήσιο ανταποδοτικό τέλος, ακόμα και σε είδος για τις κοινωνικές του δράσεις (κοινωνικά παντοπωλεία κτλ).

Ρίζες αλληλεγγύης

Οι αγορές χωρίς μεσάζοντες αποτέλεσαν μια κινηματική αντίδραση στα χρόνια της κρίσης. Η μικρή χρονικά ιστορία τους έχει μεγάλες κοινωνικές προεκτάσεις, καθώς αποτέλεσαν μέσο αντίστασης και αγώνα στη βίαιη υποτίμηση του επιπέδου ζωής από τα μνημόνια, μέσο επιβίωσης για αρκετό κόσμο που ακόμα αντιμετωπίζει βιοποριστικές δυσκολίες και για μικρούς παραγωγούς που δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τα κόστη των εμπορικών μεσαζόντων, αλλά και ένα χώρο στον οποίο συμπυκνώνεται ένας πολύ διαφορετικός συσχετισμός δύναμης από τον κυρίαρχο και ένας άλλος τρόπος οργάνωσης της καθημερινότητας των συμμετεχόντων. Ο Βαρθολομαίος Κυβέλος, μέλος της επιτροπής κοινωνικής αλληλεγγύης στο Λιμάνι της Αγωνίας, και του συντονιστικού «Χωρίς Μεσάζοντες» της Αττικής, εξηγεί στην «Εποχή» τον κομβικό ρόλο που παίζει η αλληλεγγύη: «οι συλλογικότητες που πραγματοποιούν αγορές χωρίς μεσάζοντες έχουν στο μυαλό τους την αλληλεγγύη. Υπάρχει ένας αριθμός ατόμων που, κυριολεκτικά, δεν έχουν να φάνε και ζουν από τα τρόφιμα που τους δίνουμε εμείς. Ξεκινήσαμε στο πλαίσιο της αλληλεγγύης και σιγά σιγά επεκτείναμε τη βοήθειά μας στους παραγωγούς και τους καταναλωτές». Γι’ αυτό, μας εξηγεί, ότι οι προσπάθειες του συντονιστικού των αγορών επικεντρώνονται, μέχρι την τελευταία στιγμή, μέσω διαβούλευσης με το υπουργείο, στην εξασφάλιση ενός θεσμικού πλαισίου που θα προστατεύει όσο το δυνατόν περισσότερο τον κινηματικό χαρακτήρα των δομών. Προς τούτο ασκείται πίεση για τρία χαρακτηριστικά του νομοσχεδίου που αν αλλάξουν θα μεταβάλουν ριζικά το χαρακτήρα του: τη συχνότητα των αγορών, το ποσοστό εμπλοκής των δήμων στην έγκριση και διενέργεια τους, και το ανταποδοτικό τέλος των πωλητών.

Μεγαλύτερη συχνότητα

Οι περισσότερες αγορές χωρίς μεσάζοντες πραγματοποιούνται εδώ και έξι χρόνια με συχνότητα μια φορά το μήνα. Οι ωφελούμενοι, με αυτό ως δεδομένο, προϋπολογίζουν τις ποσότητες που θέλουν, αλλά κυρίως τα απαιτούμενα χρήματα. Όπως μας περιγράφει ο κ. Κυβέλος, οι καταναλωτές ζητούν ακόμα μεγαλύτερη συχνότητα, καθώς πολλές φορές δυσκολεύονται να διαθέσουν το ποσό για τις αγορές ενός μήνα. Επίσης, υπάρχει δυσκολία και στην αποθήκευση των ποσοτήτων. Το μέλος του συντονιστικού εξηγεί ότι η διεξαγωγή των αγορών μια φορά το δίμηνο θα δυσκολέψει τους καταναλωτές και θα υποβαθμίσει τις δομές, καθώς «θα παίρνουμε λιγότερα εμπορεύματα από τους παραγωγούς και θα δίνουμε λιγότερα στους καταναλωτές». Σημείο τριβής αποτελεί και ο περιορισμός της μιας διοργανώτριας αρχής ανά δήμο ή δημοτικό διαμέρισμα, καθώς σκοπός θα έπρεπε να είναι ο πολλαπλασιασμός των κινηματικών δομών.

Φόβοι γραφειοκρατικοποίησης

Κρίσιμο ζήτημα είναι, επίσης, η εμπλοκή των δήμων στη διοργάνωση των αγορών. Όπως μας εξηγεί ο κ. Κυβέλος, η έγκριση από το δημοτικό συμβούλιο προϋποθέτει την προέγκριση από το αντίστοιχο διαμερισματικό, αλλά και την επακόλουθη από την αποκεντρωμένη διοίκηση. Με δεδομένες τις αναβολές, αλλά και τις προτεραιότητες των δημοτικών συμβουλίων, η διαδικασία έγκρισης ενδέχεται να ξεπερνάει τους δύο μήνες κάθε φορά, ακυρώνοντας στην πράξη τη λειτουργία των αγορών. Επίσης, η πιθανή συμμετοχή δημοτικού υπαλλήλου στις διαδικασίες των δομών δεν συμβαδίζει με τις εθελοντικές, κινηματικές χρονικότητες, θέτοντας επιπλέον εμπόδια στη λειτουργία τους. Εξάλλου, η καταγραφή των προσωπικών δεδομένων των οφελουμένων δημιουργεί τον κίνδυνο του κοινωνικού στιγματισμού: «είναι ευαίσθητο θέμα», εξηγεί ο κ. Κυβέλος, «παραδέχεται κάποιος την κατάστασή του, σε εμπιστεύεται κι εσύ ξαφνικά ανακοινώνεις το όνομά του στο δήμο».
Αμφιβολίες για τη λειτουργικότητα των συγκεκριμένων διατάξεων εκφράζουν και άνθρωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης. Δήμοι που διοργανώνουν αγορές χωρίς μεσάζοντες θεωρούν ότι γραφειοκρατικοποιείται η διαδικασία, προσθέτοντας διαδικαστικό βάρος στις πλάτες των δήμων. Το συντονιστικό προτείνει η έγκριση να δίνεται από το δήμαρχο, όπως γίνεται μέχρι τώρα, με ταυτόχρονη, αναβαθμισμένη ελεγκτική δικαιοδοσία του δήμου, αλλά και των υπόλοιπων ελεγκτικών φορέων, σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις του νόμου για τις διοργανώτριες αρχές και τη διεξαγωγή του δήμου.
Τελευταίο αγκάθι του προτεινόμενου νόμου είναι το ανταποδοτικό τέλος των πωλητών είτε σε χρήμα είτε σε είδος. Το συντονιστικό ζητά να μην πληρώνουν οι πωλητές. Ο κ. Κύβελος εξηγεί ότι οι αγορές είναι αυτοοργανωμένες και δεν κοστίζουν στο δήμο ούτε καν τα έξοδα για την καθαριότητα. Αντίθετα, με την επιβολή του τέλους υπάρχει ο κίνδυνος αύξησης των τιμών ή μείωσης των παρεχόμενων τροφίμων από τους παραγωγούς.

Επιτακτικές οι αλλαγές

Οι αντιδράσεις του υπουργείου μέχρι στιγμής δεν είναι θετικές για τα τρία αυτά σημεία. Όπως τονίζει ο κ. Κυβέλος υπάρχει καλή συνεργασία σε ό, τι αφορά τη θωράκιση των αγορών από διάφορους επιτήδειους παραγωγούς που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις αγορές για να λειτουργήσουν οι ίδιοι σαν μεσάζοντες. Παράλληλα, έχουν γίνει βήματα σε ότι αφορά τη συμπερίληψη των μικρών παραγωγών και των μικρών και πολύ μικρών βιοτεχνιών παραγωγής τροφίμων. Υπάρχουν, ωστόσο, ζητήματα στη λειτουργία των αγορών χωρίς μεσάζοντες ή των δημοτικών διαδικασιών, τα οποία, αν δεν γίνουν αντιληπτά στην ολότητά τους από τους συντάκτες του νόμου, θέτουν σε κίνδυνο τον κινηματικό χαρακτήρα των αγορών.
Το υπουργείο δέχεται πιέσεις από τον έτερο πόλο των υπαίθριων εμπορικών δραστηριοτήτων, τις λαϊκές αγορές, που από την πρώτη εμφάνιση των αγορών χωρίς μεσάζοντες υιοθέτησαν, εύλογα, μια επιθετική στάση απέναντί τους. Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε αποτελεί ένα συμβιβασμό με τα αντίστοιχα σωματεία των λαϊκών αγορών, κάτι που καθιστά την αποδοχή των προτάσεων του συντονιστικού, έστω και στις διαβουλεύσεις της τελευταίας στιγμής επιτακτική. Στόχος των μελών του, όπως μας τονίζει ο κ. Κυβέλος, είναι με τη βοήθεια και αυτοδιοικητικών στελεχών να γίνουν κατανοητοί οι κίνδυνοι από τις διατάξεις του νόμου, ώστε, έστω και την τελευταία στιγμή να ανακληθούν.

Πέτρος Κοντές

Πηγή: Η Εποχή