Στις 30 Νοεμβρίου ξεκίνησε η Παγκόσμια Σύνοδος για το Κλίμα (COP28) στο Ντουμπάι με αρκετά μειωμένες τις προσδοκίες γύρω από την επιτυχία της. Με πρόεδρο της Συνόδου τον Αχμέτ αλ Τζαμπέρ, τον επικεφαλής μίας εκ των μεγαλύτερων εταιρειών πετρελαίου στον κόσμο, της κρατικής, δηλαδή, πετρελαϊκής εταιρείας των Εμιράτων και εν τη απουσία του προέδρου των ΗΠΑ, αλλά και του κινέζου ομόλογού του (τη στιγμή που οι ΗΠΑ και η Κίνα ευθύνονται για το 40% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου), φαίνεται μάλλον απίθανη μια θετική έκβαση αυτού του 15θημερου.
Η παγκόσμια μάχη για την ανακοπή των δραματικών αποτελεσμάτων της κλιματικής αλλαγής αποτελεί την αιχμή του δόρατος για κάθε πολιτική στρατηγική που στοχεύει στον οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό. Για τις δυνάμεις της πολιτικής, αλλά και της κοινωνικής Αριστεράς διεθνώς, υπάρχει πια συναίνεση στο ότι η κλιματική κρίση είναι η απόλυτη προτεραιότητα, καθώς αφενός αφορά στους όρους απόλυτης επιβίωσης της ανθρωπότητας, αφετέρου εγκολπώνει όλες τις άλλες πολιτικές μάχες που παραδοσιακά αναγνώριζε και έδινε η Αριστερά, όπως αυτή για την αλλαγή του τρόπου παραγωγής και του μοντέλου κατανάλωσης, τον αντιπολεμικό αγώνα και την αποσόβηση της πυρηνικής απειλής, τον σεβασμό του φυσικού περιβάλλοντος και τη βιώσιμη συνύπαρξη της ανθρωπότητας με σύνολη την έμβια ζωή, και ό,τι επιπλέον μπορούμε να θεωρήσουμε ως αναγκαιότητα για κοινωνίες ισότητας, δικαιοσύνης, καθολικής ευημερίας και συλλογικής ασφάλειας. Παρόλο που η Αριστερά φαίνεται να καθυστέρησε στην αναγνώριση της πολιτικής κρισιμότητας που έχει το οικολογικό ζήτημα, τώρα, βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου είναι η μόνη πολιτική δύναμη που παρέχει την πληρέστερη ανάλυση και ερμηνεία για την κλιματική κρίση, αλλά και το πλέον γειωμένο πολιτικό κριτήριο, καθώς δεν ξεχωρίζει τις πολιτικές για το κλίμα από τις πολιτικές για την οικονομία και την ανάπτυξη, τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, τη μεταναστευτική πολιτική, τη δίκαιη μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο παραγωγής (στο οποίο καμία μερίδα εργαζομένων δεν θα βρεθεί να είναι τα «απόνερα» ενός νέου οικονομικού και κοινωνικού αποκλεισμού) κ.ο.κ.
Ωστόσο, η Αριστερά, και αναφερόμαστε κυρίως στα κόμματά της σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν έχει καταφέρει ακόμα να κάνει ταυτοτικό της στοιχείο το οικολογικό πρόσημο και καρδιά του προγραμματικού της λόγου τον αγώνα (και άρα τις πολιτικές προτάσεις) ενάντια στην κλιματική κρίση. Εμφανίζεται αδύναμη στην περιγραφή ενός οικονομικού μοντέλου που θα αρχίζει και θα τελειώνει με κριτήριο τις δυνατότητες και τα όρια του φυσικού μας περιβάλλοντος. Αν και μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς διαθέτει πολλούς διανοητικούς πόρους στην ψηλάφηση της κοινωνικής ουτοπίας και στο πρόταγμα της κοινωνικής χειραφέτησης, ελάχιστοι από αυτούς τους πόρους αφορούν στον αναστοχασμό γύρω από μια νέου τύπου σχέση του ανθρώπου με τη φύση που θα σημάνει την αποκαθήλωση του ανθρώπου από τον αλαζονικό θρόνο του επί του φυσικού κόσμου, αλλά και μια ολοκληρωτικά νέα σύλληψη της ευημερίας που θα αποσυνδέεται ριζοσπαστικά από την οικονομική ανάπτυξη1. Σε θεωρητικό επίπεδο, η Αριστερά θα έπρεπε ήδη να έχει επιτύχει αυτήν την άσκηση. Για τον John Bellamy Foster, κοινωνιολόγο που έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της δουλειάς του στο αίτημα του οικοσοσιαλισμού και την πολιτική οικονομία που το πλαισιώνει, o σοσιαλισμός έχει ήδη οριστεί από τον Μαρξ και τον Ένγκελς με ανθρωπο-οικολογικούς όρους. Στον κλασικό ιστορικό υλισμό, δηλαδή, η φύση/οικολογία και ο σοσιαλισμός ήταν άρρηκτα συνδεδεμένοι. Η ανθρωπότητα έπρεπε να σχετίζεται με τη γη με βιώσιμο τρόπο ως boni patres familias («συνετοί οικογενειάρχες»). Φυσικά, αυτό είναι μια ορισμένη ερμηνεία, και έχει μιαν αξία να μην παραβλέπουμε την κριτική που έχει ιστορικά ασκηθεί στο ρεύμα για τον έντονο παραγωγισμό του εξαιτίας της λογικής της αέναης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Ωστόσο, ο Bellamy Foster δεν διαχωρίζει τον σοσιαλισμό από το αίτημα του οικοσοσιαλισμού. «Ο ίδιος ο σοσιαλισμός είναι οικολογικός. Ο οικοσοσιαλισμός σωστά θεωρείται όχι ως κάτι που είναι διακριτό από τον σοσιαλισμό ή πέρα από αυτόν, αλλά ως μια ιδιαίτερη παράδοση που αναδεικνύει πληρέστερα τις οικολογικές πτυχές που ανήκουν σωστά στον ίδιο τον σοσιαλισμό, και χωρίς τις οποίες βρίσκεται σε κατάφωρη αντίφαση με τον εαυτό του».2
Τα κόμματα της Αριστεράς πρέπει να αντιστρέψουν τη διαδικασία μέσω της οποίας καταπιάνονται με το οικολογικό ζήτημα. Αντί να διατυπώνουν αποσπασματικές προτάσεις εφαρμοσμένης πολιτικής σε προγραμματικό επίπεδο, πολλές από τις οποίες είναι είτε μερικές, είτε και αντιφατικές («ναι στις ενεργειακές κοινότητες, ναι και στον λιγνίτη», «ναι στην προστασία του περιβάλλοντος και στη μείωση των ρύπων, ναι και σε μεγάλα επενδυτικά έργα ανάπτυξης» κ.α.), πρέπει πρώτα να επεξεργαστούν μια πολιτική στρατηγική που θα γίνει η σύγχρονη ταυτότητά τους. Μια στρατηγική Πράσινης Αριστεράς που θα εκκινεί από μια νέα σχέση της ανθρωπότητας με τη φύση, από μια ριζοσπαστική κριτική της ίδιας της έννοιας της ανάπτυξης, από μια επί της ουσίας αντιαποικιοκρατική στάση που θα μιλά ανοικτά για τις ευθύνες της Ευρώπης (και του παγκόσμιου βορρά γενικότερα) και θα αναλάβει το κόστος της αντιστροφής της πορείας της κλιματικής κρίσης. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει πρώτα και κύρια να πάψουμε να λογίζουμε την οικολογία ως ένα ακόμα από τα πολλά ζητήματα που μπαίνουν στις λίστες των προγραμμάτων μας και, αντ’ αυτού, να γίνει η μεγάλη ομπρέλα σύνολου του προγραμματικού μας λόγου. Στη συνέχεια, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως οι άνθρωποι, οι οργανώσεις και τα κινήματα της οικολογίας έχουν να μας διδάξουν πολλά και οφείλουν να έχουν τον χώρο που τους αντιστοιχεί ως ισότιμοι συνομιλητές και συνοδοιπόροι μας.
Στην παρούσα συγκυρία, που ένας νέος πολιτικός φορέας της Αριστεράς προσπαθεί να γεννηθεί, πρέπει να κομίζει κάτι εξ’ ολοκλήρου καινούριο, ταυτοτικά, προγραμματικά, αλλά και σε επίπεδο ανθρώπων. Χρειαζόμαστε μια νέα μαγιά που θα καταστήσει την Πράσινη Αριστερά στην Ελλάδα πραγματικότητα και τώρα είναι η ώρα.
Σημειώσεις:
1. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εδώ παρουσιάζει η έρευνα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλανζάς για τους εναλλακτικούς δείκτες αποτίμησης της κοινωνικο-οικονομικής ευημερίας που δημοσιεύτηκε τον Μάιο αυτού του έτους: https://poulantzas.gr/yliko/ekthesi-i-elliniki-oikonomia-mesa-apo-tin-parousiasi-enallaktikon-deikton-apotimisis-tis-koinoniko-oikonomikis-evimerias-mia-prosengisi-pera-apo-to-aep/
2. John Bellamy Foster and Batuhan Sarican, Monthly Review and the Environment, 1 November 2023, https://monthlyreview.org/2023/11/01/monthly-review-and-the-environment/
Η Αγγελίνα Γιαννοπούλου είναι πολιτική επιστήμονας.