Macro

Ματίνα Πούλου: Επεκτατική σωφρονιστική πολιτική: Εφιάλτης από το μέλλον

Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, που κατέχουν το προνόμιο της χώρας με το υψηλότερο ποσοστό φυλάκισης στον κόσμο, ο αριθμός των κρατουμένων σύμφωνα με την έκθεση του Prison Policy Initiative τον Μάρτιο του 2025 αγγίζει τα 2 εκατομμύρια. Οι παραπάνω έγκλειστοι εκτίουν ποινές σε 1.566 πολιτειακές φυλακές, 98 ομοσπονδιακές, 3.116 τοπικές φυλακές, 1.277 αναμορφωτήρια για ανηλίκους, 133 κέντρα κράτησης για μετανάστες, 80 φυλακές για Ινδιάνους, αλλά και σε στρατιωτικές φυλακές, ψυχιατρικά νοσοκομεία κ.ά. Το συνολικό κόστος λειτουργίας του αμερικανικού σωφρονιστικού συστήματος ανέρχεται σε 182 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, χωρίς βέβαια να υπολογίζεται το κοινωνικό κόστος από τη φυλάκιση όλων αυτών των ανθρώπων[1]. Σύμφωνα πάντα με την παραπάνω έκθεση, το ποσοστό των καταδικασμένων για αδικήματα ήπιας παραβατικότητας έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια σε τέτοιο βαθμό, που αποτελεί περίπου το 25% του ημερήσιου πληθυσμού των φυλακών σε εθνικό επίπεδο, ενώ εκτιμάται ότι στις τοπικές φυλακές ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος.

Εκρηκτική κατάσταση

Δυστυχώς, αυτή η δυστοπική σωφρονιστική πραγματικότητα φαίνεται να εμπνέει και την εγχώρια αντεγκληματική πολιτική, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τον αριθμό των κρατουμένων, που άγγιξαν τον φετινό Οκτώβριο τους 13.127, με τις διαθέσιμες θέσεις κράτησης να μη ξεπερνούν τις 10.763[2]. Σε αυτά τα μεγέθη αν προστεθεί και η ανισοκατανομή των κρατουμένων στα διάφορα σωφρονιστικά καταστήματα, η κατάσταση είναι πλέον εκρηκτική. Παραδείγματος χάριν, στο Σωφρονιστικό Κατάστημα Κομοτηνής, η πληρότητα την 1/10/2025 ήταν 204,94%, με 162 θέσεις να αναλογούν σε 332 κρατουμένους, την ίδια στιγμή που στις αγροτικές φυλακές εξαιτίας της αυστηροποίησης των προϋποθέσεων μεταγωγής σε αυτές, καταγράφονται χαμηλά ποσοστά εγκλείστων. Τούτο σημαίνει ότι 170 κρατούμενοι στην παραπάνω φυλακή κοιμούνται στο πάτωμα ή στοιβάζονται σε κελιά και θαλάμους, όταν θα μπορούσαν να μεταχθούν και να εκτίσουν την ποινή τους σε αξιοπρεπείς συνθήκες.

Ενδιαφέρον, ωστόσο, παρουσιάζει το εύρημα του διπλασιασμού των κρατουμένων μέσα σε μία πενταετία για πλημμεληματικές παραβάσεις, από 1.156 την 1/1/2020 σε 2.548 την 1/1/2025, όπως προκύπτει από τους αναρτημένους στατιστικούς πίνακες της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής. Η κατάληξη αυτή ήταν βέβαια αναμενόμενη και ασφαλώς πολιτικά επιδιωκόμενη, γιατί ο υπερπληθυσμός αποτελεί κυρίως συστημικό και όχι απλά χωροταξικό πρόβλημα. Η υιοθέτηση μιας αυστηρής ποινικής πολιτικής, αυτής που οι εγκληματολόγοι ονομάζουν επεκτατική, η οποία ομνύει στην αποτελεσματικότητα του εγκλεισμού και συμπυκνώνεται στο αίτημα για περισσότερες φυλακές, φαίνεται να συνιστά επιλογή, που εμμονικά ο έλληνας νομοθέτης ακολουθεί από το 2019 και μετά αλλοιώνοντας τον φιλελεύθερο προσανατολισμό του νέου Ποινικού Κώδικα. Η προσπάθεια που κατέβαλε η νομοπαρασκευαστική επιτροπή του κώδικα για εξορθολογισμό του ύψους των ποινών με μείωση του απειλούμενου πλαισίου εξανεμίστηκε από τις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις μέσα σε ένα περιβάλλον τιμωρητικού λαϊκισμού. Στη διάχυτη καλλιεργούμενη αίσθηση της ατιμωρησίας, η κατάχρηση του ποινικού δικαίου παρουσιάζεται πλέον ως η μόνη «αποτελεσματική» απάντηση στο έγκλημα.

Οι συνθήκες κράτησης σήμερα, όπως τουλάχιστον αποτυπώνονται στην Ετήσια Ειδική Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη ως Εθνικού Μηχανισμού Πρόληψης των Βασανιστηρίων και της Κακομεταχείρισης (OPCAT 2022-2023) όχι μόνο δεν έχουν βελτιωθεί, αλλά αντίθετα οι παθογένειες του σωφρονιστικού μας συστήματος παραμένουν αναλλοίωτες. Υπερπληθυσμός, ανεπάρκεια ή παντελής έλλειψη βασικών υπηρεσιών και ακαταλληλότητα των υφιστάμενων υποδομών έχουν αναδειχθεί ως μείζονα διαχρονικά προβλήματα. Άξια επισήμανσης είναι και η αναφορά της ανεξάρτητης αρχής σχετικά με την προσφυγή, που έχουν δικαίωμα οι κρατούμενοι να ασκήσουν για τις συνθήκες κράτησης σύμφωνα με το άρθρο 6Α του Σωφρονιστικού Κώδικα: Στο πεδίο της διαδικασίας, περισσότερο κρίσιμο και δυσεπίλυτο εμφανίζεται το ζήτημα της απόδειξης, καθώς κατά κανόνα οι μεν ισχυρισμοί των προσφευγόντων κρατουμένων κρίνονται αόριστοι εν όψει της αντικειμενικής αδυναμίας για πλήρη υποστήριξή τους, οι δε αντίθετοι ισχυρισμοί της διοίκησης κρίνονται εξ ορισμού αληθείς χωρίς περαιτέρω έλεγχο (λ.χ. με πραγματογνωμοσύνη)[3].

Νέες φυλακές αντί νέας προσέγγισης

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, τον περασμένο Ιούλιο παρουσιάστηκε το πενταετές «Σχέδιο Δράσης 2025-2030» της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, από την κυβέρνηση σε μέλη της επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (CPT). Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, προβλέπεται η κατασκευή οκτώ νέων φυλακών και η δημιουργία 6.800 νέων θέσεων κράτησης, καθώς και η κατάργηση πέντε παλιών καταστημάτων. Ο προϋπολογισμός του έργου θα ανέλθει στα 268 εκατομμύρια ευρώ και η συνολική χωρητικότητα αναμένεται να αυξηθεί κατά 38% και να φτάσει περίπου τους 14.700 κρατουμένους. Ήδη το έργο της ανέγερσης των νέων φυλακών στον Ασπρόπυργο, στις οποίες θα γίνει η μετεγκατάσταση της μεγαλύτερης φυλακής της χώρας, αυτής του Κορυδαλλού, προχωρά με Σύμπραξη Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), με αναθέτουσα αρχή το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και διενεργούσα αρχή το Υπερταμείο.

Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο παραπάνω αριθμός των 14.700 κρατουμένων θα επιτευχθεί ως άλλη αυτοεκπληρούμενη προφητεία, αφού όπως μας υπενθυμίζει ήδη από το 2016, η Λευκή Βίβλος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τον Υπερπληθυσμό των Φυλακών, η νομοθεσία και οι πρακτικές επιμέτρησης αποτελούν σε κάθε περίπτωση τις αιτίες για την αύξηση των επιπέδων φυλάκισης[4]. Όσο επιμένουμε νομοθετικά στην αυστηροποίηση των απειλούμενων ποινών και στην απίσχναση των εναλλακτικών της κράτησης μέτρων και θεσμών, τόσο αποτελεί μονόδρομο να γεμίσουν και οι καινούργιες φυλακές, όταν και όποτε γίνουν. Όμως, αλήθεια, το ζητούμενο μιας αποτελεσματικής αντεγκληματικής πολιτικής είναι πώς θα αυξήσεις τον αριθμό των κρατουμένων, χτίζοντας φυλακές ή πως θα μειώσεις το έγκλημα για να μην έχεις ακριβώς ανάγκη τις φυλακές; Την απάντηση δίνει η περιοριστική πολιτική, που βρίσκεται στον αντίποδα της επεκτατικής και αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τα «οφέλη» του εγκλεισμού, επιδιώκοντας την ανάπτυξη «πολιτικών της μπροστινής πόρτας», όπως εναλλακτικά του εγκλεισμού μέτρα, αλλά και της «πίσω πόρτας»,με έμφαση στην ηλεκτρονική επιτήρηση, την απόλυση υπό όρους, τη μείωση γενικά της διάρκειας παραμονής στη φυλακή.

Ασφαλώς η επιλογή της επεκτατικής ή της περιοριστικής κατεύθυνσης δεν είναι πολιτικά ουδέτερη. Η επιλογή της υπερτροφικής φυλακής αντί της δημόσιας επένδυσης στην πρόληψη και στο κοινωνικό κράτος είναι μια κεντρική πολιτική επιλογή, που συνδέεται με τη συντηρητική και αυταρχική αντίληψη του «δεν εντάσσω», αλλά «αποκλείω» και της νεοφιλελεύθερης παράδοσης της θέασης των κοινωνικών προβλημάτων ως επιχειρηματικών ευκαιριών για κερδοφορία. Ωστόσο, αν παραφράζοντας τον Hugo διατηρήσουμε ως κανόνα να κάνει μεγαλύτερη κατάχρηση ο νόμος στην ποινή, παρ’ όση ο ένοχος στο φταίξιμο, η εγγυητική λειτουργία του κράτους δικαίου θα έχει εξαφανιστεί και όταν η βιομηχανία της τιμωρίας εισχωρήσει στη δικαιοσύνη, ο εφιάλτης θα είναι πια εδώ.

Η ΕΠΟΧΗ