Κυριαρχία Mακρόν: μία οπισθοδρόμηση
Ο Εμάνουελ Μακρόν είναι τελικά ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, μετά από μία καμπάνια πάθους και θλίψης.
Όπως πολλοί Γάλλοι πολίτες, αφού καταρχάς ψήφισα Ζαν-Λυκ Μελανσόν στον πρώτο γύρο, επέλεξα να ψηφίσω λευκό στο δεύτερο γύρο. Ομολογουμένως προτίμησα το πρόγραμμα ενός νέο-φιλελεύθερου από το πρόγραμμα της πολιτικής του μίσους και της απόρριψης, φορέας των οποίων είναι η εκπροσώπος του Εθνικού Μετώπου.
Όμως, η συσπείρωση ενός δημοκρατικού μετώπου, που κλήθηκε να αντιμετωπίσει το φασιστικό κίνδυνο (όπως άλλωστε είχε συμβεί το 2002 με την παρουσία του Ζαν Μαρί Λε Πεν, πατέρα της Μαρίν Λε Πεν, στον 2ο γύρο των Προεδρικών εκλογών), όπλισε τον Ε. Μακρόν, ο οποίος τουλάχιστον επικοινωνιακά δείχνει να μην μπορεί αλλά ούτε να θέλει να αλλάξει ουσιαστικά το σύστημα.
Αυτή η άποψη ενισχύεται από το γεγονός ότι ο Μακρόν είναι αναμφισβήτητα ο κληρονόμος μίας σοσιαλδημοκρατίας εντός της Ε.Ε, που υποστηρίζει μία νέο-φιλελεύθερη πολιτική «ψεκασμένη» και «ντυμένη» με κοινωνικά μέτρα. Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι ο ίδιος επέλεξε τον ύμνο της Ε.Ε για να συνοδεύσει την τελετή στέψης του ως ΠτΔ στις πυραμίδες του Λούβρου ενισχύει αυτή την άποψη. Ο ύμνος μιας τεχνοκρατικής Ευρώπης αντί της Μασσαλιώτιδας που αποτελεί σύμβολο μίας ουτοπίας η οποία ανέθρεψε της Γαλλική Δημοκρατία από την εποχή της κατάργησης της Μοναρχίας. Τέλος, το ότι ο Μακρόν αν και νέος έχει ήδη μία πολιτική διαδρομή στις πλάτες του ως υπουργός Οικoνομικών υπό τον Φρανσουά Ολάντ, τον καθιστά συνεχιστή της υπάρχουσας κατάστασης.
Μα η καταιγίδα δεν είναι πολύ μακριά και ο Μακρόν θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτήν την εικόνα που ο ίδιος έχει δημιουργήσει, καθώς από μόνης της η κοινωνική πραγματικότητα, την μία μέρα ή την άλλη, θα τον ξεπεράσει. Το εκλογικό του αποτέλεσμά απέναντι στην άκρα δεξιά δεν είχε τις διαστάσεις μίας μεγάλης νίκης. Οι εποχές όπου ο Ζακ Σιράκ κέρδιζε με 80% απέναντι στον Ζαν Μαρί Λε Πεν είναι παρελθόν. Και γι’αυτό δεν ευθύνεται μόνο το ότι το Εθνικό Μέτωπο του 2017 προκαλεί λιγότερο φόβο στους πολίτες από ό,τι παλαιότερα, αλλά στο ότι οι πολίτες θεωρούν πως μία συσπείρωση του Γαλλικού Δημοκρατικού κόσμου ενάντια στο Εθνικό Μέτωπο έχει καταστεί ένας τρόπος ώστε να συντηρηθεί το υπάρχον σύστημα. Με άλλα λόγια: το να αντιμετωπίζεις σαν υποψήφιος το Εθνικό Μέτωπο στο δεύτερο γύρο, μήπως είναι το όνειρο κάθε υποψηφίου;
H καταιγίδα πλησιάζει. Οι πολίτες παραμένουν δυσαρεστημένοι και το μίσος αναπτύσσεται, βασισμένο στις ολοένα και πιο καταφανείς κοινωνικές ανισότητες. Θα λέγαμε ότι υπάρχουν δύο Γαλλίες που έρχονται σε σύγκρουση: η Γαλλία που νικάει και η Γαλλία που χάνει εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης. Η Γαλλία των πόλεων ενάντια στη Γαλλία της επαρχίας και των μακρινών προαστείων της πόλης.
Είναι γεγονός ότι το 90% των Παριζιάνων ψήφισαν Μακρόν. Η πορεία προς την αποβιομηχάνιση της πρωτεύουσας είναι μία διαδικασία που έχει ξεκινήσει από παλιά και συνεχίζεται ακόμα. Εξαιτίας των υψηλών ενοικίων, το Παρίσι έχει καταρχάς αδειάσει από τις λαϊκές τάξεις, που πλέον έχουν μεταφερθεί στα μακρινά προάστεια, εκτοπιζόμενες από την μεσαία τάξη. Εκεί οι λαϊκές τάξεις, περιορισμένες στα περίχωρα της πόλης και αποκομμένες από το κέντρο λήψης αποφάσεων, αν και διαμένουν κοντά σχετικά στην πρωτεύουσα, στην πραγματικότητα είναι ξένες και πολύ μακριά από την αστική ζωή μιας παγκοσμιοποιημένης πόλης. Το Παρίσι δεν αποτελεί τη μόνη περίπτωση: το Μπορντό, η Λιλ, η Λυών, η Μαρσέϊγ, η Ναντ, ακολουθούν το ίδιο μονοπάτι.
Αντίθετα, υπό την περήφανη μάσκα της νεανικότητας και της επιτυχίας, ο Μακρόν αποτελεί μία μορφή «επαναστάτη». Αποτελεί την ελπίδα μίας νέα κοινωνικής τάξης ή μάλλον μίας παλαιάς κλασσικής κοινωνικής τάξης, η οποία ανανέωσε την γκαρνταρόμπα της: πρόκειται για την αστική τάξη. Μία αστική τάξη με νέο λουκ, ανανεωμένη και κουλ, η οποία διατυμπανίζει την αγάπη της για τη διαφορετικότητα (αλλά δεν ζει σε δύσκολα προάστεια ώστε να τη βιώνει), αγοράζει βιολογικά προϊόντα και επενδύει στις δημοφιλείς περιοχές. Απέναντι σε αυτόν, βρίσκεται η επαρχεία, οι περι-αστοί, η φτώχεια και το κενό.
Το βράδυ του 1ου γύρου, η περηφάνια του Μακρόν τον πρόδωσε. Το γεγονός ότι γιόρτασε τη νίκη του στο εστιατόριο «Ροτόντα» σόκαρε την κοινή γνώμη. Φυσικά ο Μακρόν δεν παραδέχτηκε το λάθος του, ότι δηλαδή ήταν ένα ηθικό ατόπημα. Αντίθετα, έσπευσε να ρίξει το φταίξιμο στον τύπο κατηγορώντας τον ότι με αυτήν την κριτική εις βάρος του επωφελείται το Εθνικό Μέτωπο. Ένας Προέδρος που δεν πατάει στη γη, ο οποίος είναι πάνω και πέρα από ιδεολογίες, αν και εκπροσωπεί εδώ και μία 20ετία την κυρίαρχη ιδεολογία. Ένας Πρόεδρος πεπεισμένος από τα οφέλη μίας χαρούμενης παγκοσμιοποίησης την οποία δεσμεύεται να βελτιώσει, να εξελίξει και σε καμία περίπτωση να αντιπαλέψει.
Όμως πρέπει να καταλογίσουμε στον Μακρόν και μία νίκη: τον σχεδόν εκμηδενισμό του Σοσιαλιστικού Κόμματος, τα ποσοστά του οποίου έπεσαν κατακόρυφα στο 6,38%, αλλά και τον τορπιλισμό της Ρεπουμπλικανής Δεξιάς, μια μερίδα της οποίας παραπλάνησε, προκειμένου να τον προτείνει για Πρωθυπουργό στις εκλογές του Ιουνίου. Ο Μακρόν είναι αδιαμφισβήτητα το αγαπημένο παιδί του Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος τον ενίσχυσε πολλές φορές στην εκλογική του καμπάνια σε αντίθεση με τον «αποπαίδι» του, Μπενουά Αμόν. Η επιτυχία του Μακρόν βασίζεται στην δημιουργηθείσα από αυτόν αντίληψη στους πολίτες ότι μία ενδεχόμενη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ δεξιάς και αριστεράς αποτελεί μία μορφή επανάστασης. Είναι κάτι παρόμοιο που είχε ήδη κάνει ο Ζισκάρ ντ’Εσταίν το 1974. Μια παλιά συνταγή, μαγειρεμένη με τα υλικά του 21ου αιώνα.
Η διαίρεση μεταξύ της Γαλλίας του βορρά και αυτής του νότου δε φαίνεται να υποχωρεί. Αντίθετα, η Γαλλία θα μπορούσε να ακολουθήσει το ατυχές Αμερικανικό παράδειγμα με κάποια καθυστέρηση. Η μονομαχία μεταξύ της Μέρκελ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δε θα πραγματοποιηθεί.
Όμως, τίποτα δεν έχει χαθεί ακόμα. Το αξιοπρόσεκτο αποτέλεσμα του Ζαν Λυκ Μελανσόν δείχνει ότι υπάρχει ελπίδα για το μέλλον και ότι το Εθνικό Μέτωπο δεν αποτελεί τη μόνη επιλογή των δυσαρεστημένων. Παραδόξως, αν και οραματίζεται την 6η Γαλλική Δημοκρατία, ο Μελανσόν είναι αδιαμφισβήτητα αυτός που ενσαρκώνει καλύτερα το πνεύμα της 5ης Δημοκρατίας, ήτοι την παράδοση του Γκωλισμού. Αντιλήφθηκε ότι έπρεπε ν’ αρπάξει από τα χέρια της Λε Πεν τις έννοιες του “λαού” και της “πατρίδας”. Ακριβώς επειδή ήταν ο πιο καλλιεργημένος υποψήφιος, κατάφερε, μέσα στα πλαίσια της Γαλλικής ιστορίας και της Γαλλικής κουλτούρας, να καταγράψει τις τρέχουσες προκλήσεις της αριστεράς, με πιο σημαντική πρόκληση τον αγώνα κατά της ανισότητας. Σε αντίθεση με την ψευδή πραγματικότητα που παρουσιάζει ο Μακρόν, ο οποίος δήλωσε ξεκάθαρα πως δε γνωρίζει την Γαλλική κουλτούρα, ο Μελανσόν αποτελεί ένα σημείο αναφοράς. Πλήθος από κοντινούς παλιούς σοσιαλιστές και υποστηρικτές του κοινωνικού Γκωλισμού τον ακολούθησαν. Μάχεται κόντρα στην αποστέρηση των πιο αδυνάμων, υπεραμύνεται ενός ιστορικού γαλλικού μοντέλου με βάση την ισότητα και τον άνθρωπο. Είναι αυτός που αποτελεί τον σύνδεσμο ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, αυτός που εμπνέει. Σε εμάς απομένει να ελπίζουμε πως αυτή η φλόγα θα συνεχίσει να καίει, στο σκοτάδι μιας άρρωστης κοινωνίας.
Ο Cyril Lafon είναι ντοκυμαντερίστας με έδρα το Μπορντώ της Γαλλίας
Μτφρ. Γιώργος Νικολόπουλος