Macro

Ηρώ Τσαρμποπούλου-Φωκιανού: Για ποιον προστατεύουμε τη θάλασσα;

Η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της θάλασσας είναι ένα ζήτημα που καταλαμβάνει– δικαίως– όλο και περισσότερο χώρο στο δημόσιο λόγο, στα πολιτικά προγράμματα και στις διεκδικήσεις του κόσμου.

Με την Υπογραφή (και) της Διεθνούς Συμφωνίας για τους Ωκεανούς, η Ελλάδα, δεσμεύεται ξανά να εκπληρώσει τον στόχο 30Χ30, μια δέσμευση που έχει τεθεί και από τη Διεθνή συνθήκη για τη βιοποικιλότητα, την ευρωπαϊκή στρατηγική για τη βιοποικιλότητα, και την ίδια την ελληνική κυβέρνηση ειδικά.

Όλα τα παραπάνω επί της ουσίας δεσμεύουν τη χώρα να προστατεύσει τουλάχιστον το 30% των θαλασσών ως το 2030 περιλαμβάνοντας ένα 10% αυστηρής προστασίας. Η προστασία αυτή γίνεται ως επί το πλείστον με τη θέσπιση Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών (ΘΠΠ) οι οποίες επιλέγονται με συγκεκριμένα οικοσυστημικά κριτήρια (κρίσιμα ενδιαιτήματα, απειλούμενα είδη, απειλούμενο οικοσύστημα) και εντός των οποίων πρέπει η δραστηριότητα (υπεραλίευση, εξορύξεις, θαλάσσια κυκλοφορία) να ρυθμίζεται με τρόπο τέτοιο ώστε να «ανασάνει» η φύση από ανθρωπογενείς πιέσεις. Αυτή είναι μια στρατηγική που εξακριβωμένα λειτουργεί: όπου η ανθρώπινη δραστηριότητα ρυθμίζεται, τα θαλάσσια οικοσυστήματα μπορούν να ανακάμψουν.

Για ποιον προστατεύουμε τη θάλασσα, όμως; Ποιος είναι ο αποδέκτης της προστασίας;

Πρώτον, τα χιλιάδες μη ανθρώπινα είδη που εξαρτώνται από μια υγιή θάλασσα για την επιβίωσή τους. Η Μεσόγειος φιλοξενεί πάνω από 17.000 θαλάσσια είδη –πολλά ενδημικά– και πολυάριθμα οικοσυστήματα, όπως κοράλλια και λιβάδια ποσειδωνίας, τα οποία είναι hotspots βιοποικιλότητας και σημαντικοί σύμμαχοι στη μάχη απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Οι δεκάδες φάλαινες, δελφίνια, φώκιες, χελώνες, καρχαρίες, σαλάχια, χίμαιρες και πτηνά που πλουτίζουν με την παρουσία τους τις ελληνικές θάλασσες βασίζονται στην προστασία της θάλασσας και στον έλεγχο της ανθρώπινης δραστηριότητας, για μια αξιοβίωτη και ελεύθερη ζωή. Η προστασία των ενδιαιτημάτων τους όμως πρέπει να γίνεται με ουσιαστικά κριτήρια που αντανακλούν τη βιολογική τους πραγματικότητα και όχι με κατατμήσεις του φυσικού τοπίου κατά τρόπο συμφέροντα (μόνο για) τον άνθρωπο. Η κατάτμηση του φυσικού τοπίου και η μονόπλευρη και αποσπασματική μόνο επιβολή μέτρων προστασίας δεν είναι λύση, είναι στην καλύτερη αστοχία, στην χειρότερη επικοινωνιακό τέχνασμα.

Δεύτερον, οι εξαρτώμενοι από τη θάλασσα άνθρωποι. Με 15,000 χλμ. ακτογραμμή, οι άνθρωποι που εργάζονται στην και εξαρτώνται από τη θάλασσα στην Ελλάδα είναι εκατοντάδες χιλιάδες. Οι επαγγελματίες στην αλιεία, όπως και τα μη ανθρώπινα είδη, εξαρτώνται από μια υγιή θάλασσα με σταθερά οικοσυστήματα για την επιβίωσή τους. Η μείωση ιχθυοαποθεμάτων, η εισαγωγή ξενικών και χωροκατακτητικών ειδών, η ρύπανση απειλούν άμεσα την επιβίωση πολλών συμπολιτών μας. Μέσω της ουσιαστικής προστασίας της θάλασσας, με μέτρα περιορισμού της ανθρώπινης δραστηριότητας, επιτρέπουμε στα οικοσυστήματα να ανακάμψουν και στους πόρους να αναπληρωθούν. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι οι ΘΠΠ έχουν τη δυνατότητα να ανεφοδιάσουν τη θάλασσα με ιχθυαποθέματα και να δημιουργήσουν ένα θετικό ντόμινο και εκτός των ορίων τους. Φυσικά, η προστασία της φύσης ζει ή πεθαίνει στα χέρια της εκάστοτε τοπικής κοινωνίας, καθιστώντας καθοριστική τη σημασία ουσιαστικής διαβούλευσης και εμπλοκής από τα κάτω. Καταγράφοντας τις γνώσεις, την εμπειρία και τις ανάγκες των ανθρώπων που ζουν από τη θάλασσα, εμπλέκοντάς τους στο σχεδιασμό, στη διαχείριση και τη φύλαξη των ΘΠΠ, η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος μπορεί να καταστεί μια συμμετοχική και δημοκρατική διαδικασία. Η προστασία της φύσης δεν μπορεί να γίνει με έναν τιμωρητικό και εκδικητικό τρόπο, αλλά μόνο με την ενεργό συμμετοχή των πολιτών.

Τρίτον, όλοι/ες εμείς. Η θάλασσα δεν είναι μόνο πάροχος πόρων, είναι η ίδια πόρος επιβίωσης για το είδος μας. Η θάλασσα παράγει το 50% του οξυγόνου που αναπνέουμε και απορροφά το 30% του διοξειδίου του άνθρακα, καθώς και το 93% της παραγόμενης θερμότητας. Μια υγιής θάλασσα, με ακμάζοντα οικοσυστήματα και ανθίζουσα βιοποικιλότητα, είναι καθοριστική για την επιβίωσή μας.

Τέταρτον, το μέλλον. Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης συχνά σπρώχνουν προς μια πιο εκμεταλλευτική και επεκτατική πορεία ή εναπόθεση της ελπίδας μας σε «νέες τεχνολογίες». Όμως, η προστασία της φύσης θα πρέπει να είναι πάντα η πρώτη απάντηση. Το υπάρχον μοντέλο υπερεκμετάλλευσης πεπερασμένων φυσικών πόρων δεν λειτουργεί, και η αναζήτηση νέων τρόπων εκμετάλλευσης σήμερα καταδυναστεύει τελεσίδικα το αύριο. Η προστασία της θάλασσας και η εμπιστοσύνη ότι, δοθείσης της ευκαιρίας, η φύση μπορεί να ανακάμψει και να κάνει τη δουλειά της είναι η μόνη βεβαιότητα.

Η προστασία της θάλασσας, με μέσα όπως οι ΘΠΠ, και η επίτευξη του 30Χ30 δεν είναι ένας ιδεατός στόχος ή (μόνο) μια αφηρημένη επιθυμία παθιασμένων ακτιβιστών. Είναι νομική δέσμευση και, πιο σημαντικό, δημοκρατικό ζητούμενο. Εξασφαλίζοντας την επιβίωση της θάλασσας προστατεύουμε τους ανθρώπους που εξαρτώνται από αυτήν για να ζήσουν, καθώς και τα είδη που απειλούνται. Η ουσιαστική εμπλοκή μας στην επίτευξη του στόχου 30Χ30, με όρους ουσιαστικής διαβούλευσης και ειλικρινούς ενδιαφέροντος για τα πιο ευάλωτα κομμάτια της κοινωνίας και τα μη ανθρώπινα είδη, αποτελεί μια πέρα ως πέρα πολιτική υποχρέωση. Αυτό, μαζί με την απαραίτητη πίεση προς την κυβέρνηση, ώστε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις της, αποτελούν μεγάλο μέρος της απαραίτητης δράσης για την προστασία της θαλάσσιας ζωής, για την προστασία της ίδιας της ζωής μας.

Ηρώ Τσαρμποπούλου-Φωκιανού, Υπεύθυνη της εκστρατείας για τη θάλασσα στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace

Η ΕΠΟΧΗ