Macro

Όλγα Αθανίτη: Η Νορβηγία δεν παραδόθηκε στις ακροδεξιές σειρήνες

Τα αποτελέσματα των εκλογών της 8ης Σεπτεμβρίου στη Νορβηγία (ημερομηνία της καταμέτρησης των ψήφων, η ψηφοφορία διήρκησε περισσότερες μέρες), δεν δικαίωσαν τα προγνωστικά που μιλούσαν για ήττα του κυβερνητικού κόμματος των Εργατικών υπέρ της λαϊκιστικής αντιμεταναστευτικής Δεξιάς.

Η «Συμμαχία των Εργατικών» του πρωθυπουργού Τζόνας Γκάρ Στέρε διατήρησε το προβάδισμα της, έστω και οριακά, κερδίζοντας το 28,2% των ψήφων και 53 από τις 169 έδρες του κοινοβουλίου, έναντι 24% και 48 εδρών του «Προοδευτικού Κόμματος» της Σίλβι Λίστογκ που βασίστηκε σε μια ξενόφοβη ρητορική, με έντονες MAGA ύφους αναφορές. Η Λίστογκ ακολούθησε το ευρύτερο ανοδικό ρεύμα των ακραίων «πατριωτικών» ακροδεξιάς κοπής κομμάτων που αυξάνουν αλματωδώς τη δύναμη τους, κυρίως λόγω της παγκόσμιας οικονομικής ανέχειας των πολλών και της αντικατάστασης των ταξικών από εθνικιστικούς όρους σύγκρουσης με τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ, δεν κατόρθωσε ωστόσο να πετύχει τον βασικό της στόχο. Έτσι περιορίζεται στον ρόλο της μείζονος αντιπολίτευσης, αυτόν που κατείχαν οι Συντηρητικοί, που με 16% βρέθηκαν στην 3η θέση. Τα στατιστικά στοιχεία μιλούν για τη μεγαλύτερη προσέλευση ψηφοφόρων εδώ και χρόνια (78,9%), γεγονός που αποδεικνύει την επίγνωση των πολιτών ως προς τον εξαιρετικά κομβικό και αμφίρροπο χαρακτήρα της εκλογικής μάχης.

Μπορεί η καθημερινότητα στη Νορβηγία των 5,8 εκατ. κατοίκων να μη συγκρίνεται με αυτή των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, τα πολιτικά και κοινωνικά βασικά επίδικα έχουν, ωστόσο, φανερές ομοιότητες: αύξηση του κόστους διαβίωσης, εργασιακή ανασφάλεια, φορολογική ανισότητα. Δεν έλειψε φυσικά η αντιπαράθεση σε θέματα εξωτερικής πολιτικής με αιχμή του δόρατος τη Γάζα και τον πόλεμο στην Ουκρανία –η Νορβηγία είναι ιδρυτικό μέλος του ΝΑΤΟ και σε ειδικό καθεστώς οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας με την ΕΕ στην οποία δεν μετέχει– ως συμπληρωματικά πεδία διαφοροποίησης μεταξύ των κομμάτων.

Εννοείται ότι κανείς δε μπορεί να παραβλέψει τη δυναμική άνοδο της Ακροδεξιάς, σε μια χώρα που η κοινωνική συνοχή, η συνεισφορά στην κοινή προσπάθεια και η αλληλεγγύη αποτέλεσαν δομικούς άξονες της δημόσιας ζωής. Οι αυξανόμενες ανισότητες, ωστόσο, έχουν διαρρήξει τις παλιές πεποιθήσεις υπέρ αντιλήψεων μη ανοχής, ξενοφοβίας και κοινωνικής περιχαράκωσης.

Η νορβηγική Gen Z προβλέπεται να είναι η πρώτη γενιά οικονομικής ανασφάλειας μετά τον πόλεμο. Οι εργαζόμενοι βλέπουν τα εισοδήματα τους να συρρικνώνονται, πολλοί κάνουν δύο δουλειές για να επιβιώσουν, οι γυναίκες αμείβονται με το 85% του μισθού των ανδρών, ενώ οι αλλεπάλληλες ιδιωτικοποιήσεις απειλούν σοβαρά το κοινωνικό κράτος και τους φυσικούς πόρους της χώρας.

Απέναντι σ’ αυτά, το αριστερό κόμμα «Ροντ» (Κόκκινο) που δημιουργήθηκε το 2007 από τη συγχώνευση της Κόκκινης Εκλογικής Συμμαχίας και του κομμουνιστικού Κόμματος των Εργαζομένων και που έχει σαφές μαρξιστικό- αντικαπιταλιστικό προφίλ (μέλος της Βόρειας Πράσινης Αριστερής Συμμαχίας) είχε να καταθέσει σαφείς προτάσεις, τις οποίες στήριξε και διάχυσε μέσω της οργανωμένης δράσης του στο επίπεδο της κοινωνικής βάσης. Με μια πετυχημένη καμπάνια και θέσεις κατά της εργασιακής επισφάλειας (μεγάλο ποσοστό νέων εργαζομένων δουλεύει μέσω γραφείων ενοικίασης εργατικού δυναμικού, με όρους προσωρινότητας) κατάφερε σε 50 δήμους και κοινότητες να καταργηθούν αυτού του τύπου τα εργασιακά συμβόλαια υπέρ των κανονικών προσλήψεων. Δυναμικά πρόβαλε, επίσης, το αίτημα για συνταξιοδότηση στα 62 χρόνια, υψηλή φορολόγηση της 2ης κατοικίας, ώστε να πέσουν οι τιμές στην αγορά ακινήτων, αύξηση φορολόγησης των υψηλών εισοδημάτων, δωρεάν ιατρική και οδοντιατρική περίθαλψη, αναβάθμιση των υποβαθμισμένων δομών υγείας της περιφέρειας. Καταγγέλλοντας την «εκποίηση» της χώρας στην ΕΕ, στην οποία αντιτάσσει οριοθετημένες οικονομικές και εμπορικές σχέσεις και φέρνοντας πάλι στο προσκήνιο την αρχή της κοινής και αλληλέγγυας προσπάθειας προς τη συλλογική ευημερία απέναντι στο συσσωρευμένο πλούτο των λίγων («Ευημερούμε δουλεύοντας, όχι κληρονομώντας»), το Κόκκινο υπό την ηγεσία της Μαρί Σνιβ Μαρτινούσεν αύξησε το εκλογικό του ποσοστό από 4,7 σε 5,3% και τις έδρες του από 8 το 2017 σε 9. Σημαντική επιτυχία για ένα κόμμα που πρωτομπήκε στη Βουλή μόλις στις προηγούμενες εκλογές. Μαζί με τους Πράσινους που κερδίζουν 8 έδρες, θα αποτελέσουν κρίσιμους παράγοντες στη νέα κυβέρνηση μειοψηφίας των Εργατικών, με σύνολο 88 εδρών. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι παράδοξη, αφού οι κυβερνήσεις μειοψηφίας είναι συνηθισμένο φαινόμενο στην πολιτική ζωή της Νορβηγίας. Το κρίσιμο ζήτημα, όμως, είναι αν θα καταφέρει η Αριστερά να επιβάλει ισχυρότερο χαρακτήρα υπέρ των εργαζομένων, των νέων, των κοινωνικά ευάλωτων στη νέα κυβέρνηση και την πρωθυπουργία Στέρε. Με τον ακροδεξιό λαϊκισμό μια μόλις ανάσα μακριά, αυτό το στοίχημα είναι απαραίτητο να κερδηθεί.

Η ΕΠΟΧΗ