Macro

«Οριακές αντιστάσεις – Κριτικές προσεγγίσεις της μετανάστευσης», επιμέλεια: Νέλλη Καμπούρη και Όλγα Λαφαζάνη, εκδόσεις Αντίποδες, 2025

Ένα πολύ χρήσιμο βιβλίο. Με αυτές τις τρεις λέξεις θα μπορούσε να συνοψιστεί μια κριτική παρουσίαση του συλλογικού τόμου «Οριακές αντιστάσεις – Κριτικές προσεγγίσεις της μετανάστευση» τον οποίο επιμελήθηκαν οι Νέλλη Καμπούρη και Όλγα Λαφαζάνη. Πέραν των δύο επιμελητριών, στον τόμο έχουν συμβάλει με κείμενά τους οι Κώστας Γούσης, Μπερντ Κάσπαρεκ, Ρεγγίνα Μαντανίκα, Σάντρο Μετσάντρα, Δημήτρης Παρσάνογλου, Ραναμπίρ Σαμαντόρ, Νίκολας ντε Τζένοβα, ΧάρηςΤσαβδάρογλου και Βασίλης Σ. Τσιάνος.

Σε τι όμως έγκειται η χρησιμότητα των Οριακών αντιστάσεων;

Πρώτα απ’ όλα, ο τόμος αποτελεί μια κατατοπιστική εισαγωγή στις ριζοσπαστικές θεωρητικές αναλύσεις για τη μετανάστευση. Αυτή η κατατοπιστική εισαγωγή δεν είναι μόνο χρήσιμη για όσες-ους θέλουν να ασχοληθούν ακαδημαϊκά με το αντικείμενο. Εξίσου βοηθητική θα τη βρουν επίσης εκείνες κι εκείνοι που αναζητούν μια ριζοσπαστική γραμμή για την πολιτική δράση ενάντια στον ρατσισμό και την αντιμεταναστευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ακαδημαϊκή έρευνα και πολιτική δράση συνιστούν τους δύο πυλώνες τόσο του βιβλίου όσο και της γενικής οπτικής των δύο επιμελητριών. Ακαδημαϊκή έρευνα που δεν αποκόπτεται από τα πολιτικά διακυβεύματα του μεταναστευτικού ζητήματος και έχει το θάρρος να υιοθετήσει μια «αιρετική» στάση η οποία βρίσκεται στους αντίποδες τόσο της μεταναστευτικής πολιτικής των κυβερνήσεων όσο και των κυρίαρχων τάσεων του ακαδημαϊκού χώρου. «Αιρετική» ακαδημαϊκή στάση δεν σημαίνει όμως εύκολες συνθηματολογίες και ερευνητική προχειρότητα –κάτι που αποδεικνύουν όλα τα κείμενα του τόμου. Την ίδια στιγμή, ριζοσπαστική πολιτική δράση δεν (πρέπει να) σημαίνει καταγγελτική ρηχότητα και ακατάσχετο συναισθηματισμό.

Ο τόμος «Οριακές αντιστάσεις» επαναφέρει ένα πρότυπο ερευνητικής δουλειάς το οποίο στο παρελθόν είχε αποδώσει πλούσιους θεωρητικούς καρπούς και σήμερα μπορεί να μας βγάλει από το τέλμα της ακαδημαϊκής αυτοαναφορικότητας και της σοσιαλμιντιοποίησης της πολιτικής.

Πέρα από τα αυτονόητα

Το δεύτερο πεδίο όπου αναδεικνύεται η χρησιμότητα του βιβλίου, έχει να κάνει με την οπτική του. Ήδη από το εισαγωγικό κείμενο του τόμου, οι Καμπούρη και Λαφαζάνη κάνουν την προγραμματική δήλωση ότι η ερευνητική δουλειά τους απορρίπτει τις ίδιες τις αφετηρίες της δημόσιας συζήτησης και των κατεστημένων ακαδημαϊκών προσεγγίσεων για τη μετανάστευση. Μας καλούν να σκεφτούμε πέρα από τα στερεότυπα που έχουν πια τη θέση του αυτονόητου, ακόμα και στους αριστερούς χώρους. Αμφισβητούν το πλαίσιο της συζήτησης, όχι μόνο τις απολήξεις της· δεν αναζητούν μόνο διαφορετικές απαντήσεις, αλλά επιχειρούν να θέσουν εξαρχής τα βασικά ερωτήματα για τη μετανάστευση. Αυτή η αμφισβήτηση του πλαισίου της συζήτησης δεν αφορά μόνο τη μεταναστευτική πολιτική των κυβερνήσεων αλλά και πλευρές του αντιρατσιστικού ανθρωπισμού. Οι συγγραφείς μάς προτείνουν να απομακρυνθούμε από τις ευκολίες του καθιερωμένου αντιρατσιστικού λόγου, ο οποίος φαίνεται να μη μπορεί να συλλάβει την πραγματικότητα στην ολότητά της.

Η οπτική των Καμπούρη και Λαφαζάνη συμπυκνώνεται στην «προκλητική» τοποθέτησή τους ότι το ερώτημα δεν είναι γιατί είναι τόσο πολλοί οι μετανάστες αλλά γιατί είναι τόσο λίγοι. Το ερώτημα παύει να είναι τόσο «προκλητικό» όταν διαβάσουμε τα στοιχεία που παραθέτουν: Το ποσοστό των προσφύγων στον πληθυσμό της ΕΕ φτάνει μόλις το 1,6%, ενώ η «καθαρή» μετανάστευση στην ΕΕ (δηλαδή αυτοί που έρχονται μείον εκείνοι που φεύγουν) είναι 1,14 εκατομμύριο. Κι αυτό στην ΕΕ των 450 εκατομμυρίων. Για ποια «προσφυγική κρίση» και ποια «μεταναστευτική εισβολή» μάς μιλάνε λοιπόν;

Διεισδυτική ανάλυση

Ένα αιρετικό βλέμμα που φτάνει στο βάθος των πραγμάτων. Η αναλυτική διεισδυτικότητα των κειμένων των Οριακών αντιστάσεων ανατρέπει σε αρκετές περιπτώσεις τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τα πράγματα ο αναγνώστης, ακόμα και εκείνος που μπορεί να έχει ασχοληθεί αρκετά με το μεταναστευτικό ζήτημα. Αυτές οι ανατροπές δεν είναι μόνο διανοητικά πολύ ενδιαφέρουσες, αλλά μπορούν να αποβούν εξαιρετικά χρήσιμες στο πολιτικό πεδίο. Θα ήθελα να δώσω μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:

• Η Λαφαζάνη γράφει ότι η διαπερατότητα είναι ο τρόπος που λειτουργούν τα σύνορα. Δηλαδή λειτουργούν ως κρησάρα που άλλους τους αποκλείει και άλλους τους επιτρέπει το πέρασμα. Επομένως, δεν πρόκειται για «φρούριο αδιαπέραστο».

• Η Καμπούρη σημειώνει ότι ο λόγος περί trafficking συγκαλύπτει τη βία που ασκείται στα σύνορα από τα κράτη σε βάρος των μεταναστών/τριών.

• Σε ένα κείμενο αναφοράς για τις θεωρίες της μετανάστευσης, ο ντε Τζένοβα υπογραμμίζει ότι η επιβεβλημένη παρανομία των μεταναστριών/ών δεν είναι παρά μια πειθαρχική μαθητεία για τη υποταγή της μεταναστευτικής εργασίας. Η απελασιμότητα, δηλαδή η διαρκής απειλή της απέλασης, καθιστά τη μεταναστευτική εργασία αναλώσιμο προϊόν.

• Ο Παρσάνογλου σημειώνει ότι η Ελλάδα δεν έγινε χώρα υποδοχής μεταναστών τη δεκαετία του 1990. Τα αστικά κέντρα και ο διοικητικός μηχανισμός του νεοσύστατου ελληνικού κράτους στηρίχτηκε στους μετανάστες.

• Η εξέλιξη της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής όπως την παρουσιάζει ο Κάσπαρεκ, δείχνει ότι τα σημερινά «αυτονόητα» της στάσης της ΕΕ απέναντι στους/στις μετανάστες-τριες διαμορφώθηκαν μόλις τις δύο τελευταίες δεκαετίες.

• Οι κατηγοριοποιήσεις των ατόμων που μεταναστεύουν δεν είναι αντικειμενικές. Πρόκειται για ρευστές κατασκευές που απορρέουν από τις κρατικές πολιτικές, παρατηρεί η Μαντανίκα.

• Εξετάζοντας την περίπτωση των μεταναστών εργατών γης στην Ιταλία, ο Γούσης δείχνει ότι η ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας μπορεί να είναι εξίσου βίαιη με την απέλαση στα σύνορα.

• Ο Τσιάνος καταρρίπτει τα στερεότυπα για τους μετανάστες, εξετάζοντας τη στενή σχέση τους με τις νέες τεχνολογίες και τη διαμόρφωση συλλογικών ψηφιακών υποδομών.

• Ο Τσαβδάρογλου αναλύει γιατί το δικαίωμα στην πόλη πρέπει να νοηθεί για τους μετανάστες-τριες ως διαδικασία ενεργούς συμμετοχής στη ζωή στο κέντρο της πόλης.

• Η έννοια της φυλής διαμορφώθηκε ιστορικά ως συνέπεια της χάραξης ορίων και των στρατηγικών αποκλεισμού, υπενθυμίζει ο Σαμαντάρ.

• Για τον Μετσάντρα, με τους αγώνες τους οι μετανάστες/τριες διεκδικούν το δικαίωμά τους να λογίζονται άνθρωποι – τους χαρακτηρίζει εξεγέρσεις της «ανθρωπινότητας». Η επισήμανσή του ότι η έννοια του ανθρώπινου αποτελεί μείζον πολιτικό διακύβευμα της εποχής μας, αποκτά δραματική επικαιρότητα με τη γενοκτονία στη Γάζα.

Να σκεφτούμε ξανά λοιπόν. Να σκεφτούμε διαφορετικά, να σκεφτούμε σε βάθος, να σκεφτούμε από τη σκοπιά των καταπιεσμένων και της χειραφέτησης. Να σκεφτούμε για να καταλάβουμε τον κόσμο μας καλύτερα και να δράσουμε πιο αποτελεσματικά για την αλλαγή του. Οι «Οριακές αντιστάσεις» είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.

Γιάννης Αλμπάνης
Η ΕΠΟΧΗ