Ο πρόεδρος Τραμπ είναι doer: οι πράξεις του μιλούν και συζητιούνται τουλάχιστον όσο και οι φωνακλάδικες αναρτήσεις του με τα πολλά κεφαλαία στο Truth Social. Του αρέσει, λοιπόν, να κάνει τα πράγματα.
Μέσα σε ένα καλοκαίρι πέρασε τον νόμο για τη «συμφιλίωση» του αμερικανικού έθνους – αφενός κόβοντας φόρους από τους πλουσιότερους (και δημιουργώντας, έτσι, 1 τρισ. δολάρια επιπλέον έλλειμμα), αφετέρου συρρικνώνοντας τα προγράμματα υγείας των πιο φτωχών: 10-17 εκατ. θα μείνουν χωρίς ασφάλιση, για να έχουν επιπλέον κίνητρο «να δουλέψουν». Έβαλε δασμούς από 10 ως 50% (τους υψηλότερους σε Βραζιλία-Ινδία). Ανέλαβε… προσωπικά τη διαπραγμάτευση με τον Πούτιν για την Ουκρανία, παρακάμπτοντας διεθνές δίκαιο, διεθνείς οργανισμούς, και δείχνοντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ποιος είναι το αφεντικό. Έστειλε στόλο στη Βενεζουέλα και στρατό σε πολιτείες που ελέγχουν Δημοκρατικοί. Ανήγγειλε, ο ειρηνοποιός, τη μετονομασία του υπουργείου Άμυνας σε υπουργείο Πολέμου. Απαίτησε 1 δισ. πρόστιμο από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια για τις «αντισημιτικές» (sic) διαδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης – αβρότητα προς τον ομοϊδεάτη Νετανιάχου. Τσακώθηκε με τον κεντρικό τραπεζίτη, λίγο πριν τελειώσει η θητεία του, και ο ίδιος επιλέξει επόμενο. Κι ενώ έχει καταργήσει πρακτικά τους κανόνες για τη μετανάστευση και το άσυλο, απειλεί να κόψει τη βίζα σε όσους εκφράζουν «αντιαμερικανικές απόψεις» στο ίντερνετ –ό,τι διάβολο κι αν σημαίνει το «αντιαμερικανικές». Αυτά μέσα σε ένα καλοκαίρι.
Δημιουργεί παγωμάρα αυτό το κρεσέντο. Αλλά υποχρεώνει να σκεφτούμε περισσότερο – και «έξω από το κουτί». Να σκεφτούμε, καταρχάς, τη μεγάλη εικόνα, που δύσκολα βρίσκει χώρο στην τηλεόραση ή το facebook. Στο βιβλίο του που κυκλοφορεί το Νοέμβριο, ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς (πρώην επικεφαλής τoυ τμήματος ερευνών της Παγκόσμιας Τράπεζας, με σημαντικό έργο για την παγκόσμια ανισότητα μεταφρασμένο και στην Ελλάδα), αξιοποιεί πρωτότυπη έρευνα για να στηρίξει τη θέση ότι ο παγκόσμιος νεοφιλελευθερισμός «είναι στα τελευταία του»: μια νέα διεθνής οικονομική τάξη (order) εδραιώνεται. Κάποιοι λένε ότι θα πάρει μια εικοσαετία για να ονοματίσουμε αυτή τη νέα τάξη –τους θεσμούς, τους κανόνες, τα κράτη που θα την επιτηρούν. Ο Μιλάνοβιτς μιλά για «φιλελευθερισμό των εθνικών αγορών σε έναν πολυπολικό κόσμο». Οι διεθνολόγοι ισχυρίζονται ότι μια διεθνής τάξη καταρρέει όταν τα ισχυρότερα κράτη έρχονται σε σύγκρουση.
Η πολιτική που επισπεύδει αυτή τη νέα τάξη δεν ήταν απρόβλεπτη. Τον Απρίλη του ‘23, η συντηρητική δεξαμενή σκέψης Heritage Foundation παρουσίαζε το προγραμματικό κείμενο “Project 2025”, συνεκτικός ιστός του οποίου ήταν η υπερσυγκέντρωση εξουσιών γύρω από τον πρόεδρο. Λεπτομέρεια: το 2015, όταν ανακοινωνόταν η υποψηφιότητα του Τραμπ, το Heritage τον έλεγε «κλόουν», ζητούσε να αποσυρθεί και διαπίστωνε ότι οι οπαδοί του σκέφτονται σαν επαναστάτες της Δεξιάς –καμία σχέση με παράδοση, σταθερότητα και συντηρητισμό. Η ίδια η Εναλλακτική Δεξιά είχε εμφανιστεί νωρίτερα στο ίντερνετ ως όραμα ενοποίησης των διάσπαρτων τάσεων της Δεξιάς απέναντι στο κατεστημένο των νεοσυντηρητικών: η alt-right διαδήλωση στο δημοκρατικό Σαρλότσβιλ, που κατέληξε σε ρατσιστικά έκτροπα το 2017, είχε τίτλο «Ενώστε τη Δεξιά». Η ενότητα αυτή κυβερνά σήμερα.
Μπροστά σε αυτόν τον εφιάλτη για την ειρήνη και τη δημοκρατία, οι Δημοκρατικοί θάπρεπε να ξεσηκώνουν και τις πέτρες. Αλλά στις 20 Αυγούστου οι Times της Νέας Υόρκης έγραφαν πως, στις 30 πολιτείες, μαζί με την Ουάσινγκτον, που επιτρέπουν στους πολίτες να εγγράφονται σε ένα πολιτικό κόμμα (προγνωστικός δείκτης για το πραγματικό εκλογικό αποτέλεσμα), μεταξύ 2020 και 2024 οι Δημοκρατικοί έχασαν περίπου 2,1 εκατ. εγγεγραμμένους, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι κέρδισαν 2,4 εκατομμύρια. Ήταν τα χρόνια της παρανοϊκής διαχείρισης της πανδημίας, του πραξικοπήματος-οπερέτα στο Καπιτώλιο – αλλά και μιας ασφυκτικής οικονομικής κατάστασης.
Και στις τρεις εκλογές από το 2016, ο υποψήφιος που κέρδισε ήταν αυτός που ψήφισαν όσες και όσοι δήλωναν ότι η οικονομική τους κατάσταση χειροτέρεψε. Αποδείχτηκε ανώφελη η στήριξη των Δημοκρατικών από επιφανείς πρώην Ρεπουμπλικάνους, όπως και η προσχώρηση σε θέσεις του Τραμπ (για «τραμποποίηση» μίλαγε ο Economist): ανώφελα, μπροστά στην αδυναμία να πειστούν να έρθουν στην κάλπη των Δημοκρατικών όσοι νιώθουν στο σώμα τι σημαίνει «καπιταλισμός χωρίς αντίπαλο».
Εκεί που κάποτε δέσποζε η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη φτώχεια και τον πλούτο, η σημερινή διαίρεση «παγκοσμιοποιητές εναντίον νατιβιστών» (βλ. Πικετί) και ο «δημοκρατικός καπιταλισμός» αφήνουν τους φτωχούς παγερά αδιάφορους. Αυτή είναι η άλλη όψη του θριάμβου του τραμπισμού.