Η γυναικεία κοινωνία του μεσαιωνικού αβαείου φαντάζει και είναι ουτοπική, είτε τη δούμε στο πλαίσιο των ιστορικών συμφραζόμενων του μυθικού χρόνου, είτε σε αυτό της σύγχρονης εποχής. Η ουτοπική αυτή θεώρηση, σε συνδυασμό με την ελλιπή ανάπτυξη των δευτερευόντων χαρακτήρων του μυθιστορήματος –αναφέρομαι στις γυναίκες εκτός από τη Μαρία, μιας και οι άντρες ούτως ή άλλως λείπουν–, την αφήγηση μεταφυσικών εμπειριών, την ανατροπή θεολογικών και ιστορικών δεδομένων, λειτουργεί απειλητικά στην αναγνωστική πρόσληψη.
Το μυθιστόρημα Matrix (μτφρ. Χρήστος Οικονόμου, Πόλις, Αθήνα 2024) της Lauren Groff συνιστά μια φεμινιστική και με σύγχρονους όρους ανάγνωση της ζωής της Μαρίας της Γαλλίας –αν είναι πράγματι αυτό το ιστορικό πρόσωπο που κρύβεται πίσω από την κεντρική ηρωίδα του έργου– μεταφέροντας τη ζωή και το έργο μιας μεσαιωνικής ποιήτριας στο προσκήνιο της λογοτεχνικής φαντασίας του 21ου αι. Η Groff, γνωστή από τα έργα της Arcadia (2012), Ευμενίδες και Ερινύες (2015, σε ελληνική μετάφραση 2019), Frorida (2019), έχει μυήσει τους αναγνώστες της στις περίπλοκες και ποικίλες πτυχές της γυναικείας εμπειρίας και της ανάγκης για ατομική επιβίωση μέσα σε απρόβλεπτα και κάποτε δυστοπικά περιβάλλοντα, ενώ εξετάζει με τον συγγραφικό φακό της την –έστω και ουτοπική– δυναμική της δημιουργικότητας και της πνευματικότητας των γυναικών ακόμα και σε συνθήκες απομόνωσης.
Σωτήριο έτος 1158. Η Μαρία από τη Γαλλία, διωγμένη από την αυλή της βασίλισσας Ελεονόρας της Ακουιτανίας, νόθο μέλος του βασιλικού οίκου, εξορίζεται από την πατρίδα της σε ένα μικρό και άσημο αγγλικό αβαείο, όπου οι καλόγριες υποφέρουν από την ανέχεια, την πείνα και τις αρρώστιες. Αντιμέτωπη με τους περιορισμούς και τις στερήσεις της μοναστικής ζωής, η Μαρία θα εκλεγεί ηγουμένη του αβαείου και θα αναλάβει να χαράξει μια καινούργια, τολμηρή πορεία για τις γυναίκες που βρίσκονται υπό την καθοδήγησή της. Αφοσιωμένη στα δικά της πιστεύω που απέχουν πολύ από αυτά του καθιερωμένου δόγματος, στην αγάπη της για την ποίηση, τον λόγο και τη μεταμορφωτική του δύναμη σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από τη βία των ανδρών και τις προκαταλήψεις, η Μαρία αντιστέκεται και γίνεται το σύμβολο της γυναικείας αλληλεγγύης και χειραφέτησης.
Το ιστορικό πρόσωπο που λανθάνει πίσω από τη φιγούρα της κεντρικής ηρωίδας είναι η Marie de France, διάσημη ποιήτρια του Μεσαίωνα και προσωπικότητα αινιγματική. Τα λίγα που θετικά γνωρίζουμε είναι πως έγραψε μια συλλογή μύθων με ζώα στο πρότυπο του Αισώπου, έκανε μεταφράσεις και συνέθεσε δώδεκα μικρά έμμετρα διηγήματα με θέμα την αγάπη. Η όποια προσπάθεια των μελετητών να ταυτιστεί η Μαρία με ευγενείς ή ηγούμενες του 12ου αι. είναι ανεπιτυχής. Το πιθανότερο είναι να συνδέεται με την οικογένεια του Ερρίκου Β’ και της Ελεονόρας της Ακουιτανίας, στοιχείο που ενισχύει την –έστω σε αφηγηματικό πλαίσιο– ιστορικότητα του μυθιστορήματος.
Η συγγραφέας οικοδομεί μια πολιτεία γυναικών με κέντρο το αβαείο και ηγέτιδα φυσική και πνευματική τη Μαρία, που απορρίπτουν την πατριαρχική δομή της κοινωνίας, υιοθετώντας ένα μοντέλο οργάνωσης που στηρίζεται στην αλληλεγγύη, την αυτονομία και αυτοδιοίκηση όχι μόνο του αβαείου αλλά και της γύρω περιοχής, τη μεταξύ τους φροντίδα, τα μυστικιστικά τελετουργικά. Η λογοτεχνική αφήγηση απομακρύνεται από τον ρεαλισμό της ιστορικής αφήγησης συνειδητά, μιας και στόχος της Groff δεν είναι η μυθιστορηματική βιογραφία της μεσαιωνικής ποιήτριας, αλλά να σχολιάσει μέσω του έργου της την ακράδαντη πίστη της στο δικαίωμα και τη δυνατότητα της Γυναίκας στην αυτοδιάθεση, τη δημιουργικότητα, τον έρωτα. Η συγγραφέας εστιάζει στη Γυναίκα, όποια κοινωνική θέση κι αν έχει στο οικοδόμημα του μυθιστορήματος: μοναχή, ηγουμένη, φτωχή χωριάτισσα, βασίλισσα, αριστοκράτισσα. Η απουσία ανδρικών χαρακτήρων, η έμφαση στη σωματικότητα με δεσπόζουσα τη σεξουαλικότητα των ηρωίδων και την ικανοποίηση των ερωτικών ενστίκτων τους ακόμα και μέσα στους πέτρινους τοίχους του μοναστηριού, ή κυρίως μέσα σε αυτούς, σε συνδυασμό με την τριτοπρόσωπη αφήγηση και την ανυπαρξία διαλογικών μερών, προσδίδουν στο μυθιστόρημα τον χαρακτήρα του κοινωνικού-πολιτικού σχολίου.
Βέβαια, η γυναικεία κοινωνία του μεσαιωνικού αβαείου φαντάζει και είναι ουτοπική, είτε τη δούμε στο πλαίσιο των ιστορικών συμφραζόμενων του μυθικού χρόνου, είτε σε αυτό της σύγχρονης εποχής. Η ουτοπική αυτή θεώρηση, σε συνδυασμό με την ελλιπή ανάπτυξη των δευτερευόντων χαρακτήρων του μυθιστορήματος –αναφέρομαι στις γυναίκες εκτός από τη Μαρία, μιας και οι άντρες ούτως ή άλλως λείπουν–, την αφήγηση μεταφυσικών εμπειριών, την ανατροπή θεολογικών και ιστορικών δεδομένων, λειτουργεί απειλητικά στην αναγνωστική πρόσληψη. Η απειλή αυτή αντισταθμίζεται από την επιλογή της Groff να προσδιορίσει εκ νέου τους έμφυλους ρόλους με το να φανταστεί τη χειραφέτηση της γυναίκας μέσα στα ηθικά προσδιορισμένα και απαρχαιωμένα όρια του μεσαιωνικού μοναστικού κόσμου, καθιστώντας το μυθιστόρημά της φεμινιστικό μανιφέστο.
Δέσποινα Παπαστάθη
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ