Να ξεκινήσουμε από τα βασικά: ο τομέας της ψυχικής υγείας και της ψυχιατρικής στην Ελλάδα είναι διαλυμένος. Πολύ πριν μιλήσουμε για τη σημερινή οριστική διάβρωση του ΕΣΥ γενικά, η ιστορία της ψυχιατρικής “μεταρρύθμισης” στην Ελλάδα πονάει πολύ και μετράει δεκαετίες με κέρδη για πολλούς ιδιώτες, φορείς, ΜΚΟ και κυβερνήσεις, και κόστος μόνο για μια ομάδα: αυτή των ψυχικά πασχόντων. Τα δημόσια ψυχιατρεία είναι διαλυμένα και πολύ συχνά γίνονται τόποι ακραίας καταπάτησης δικαιωμάτων των νοσηλευόμενων, ενώ κανένα σοβαρό κοινοτικό πλαίσιο δεν έχει αποτελέσει μέσο περιορισμού της ιδρυματικής τους λογικής και, ακόμα παραπάνω, κανένα νομικό και κοινοτικό δημόσιο πλαίσιο δεν έχει προταθεί που να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις ψυχικής υγείας όπως θα έπρεπε: με ουσιαστική και έγκαιρη πρόσβαση στη φροντίδα εντός της κοινότητας, πρόσβαση σε δημόσια ψυχοθεραπεία και ψυχοκοινωνική παρέμβαση, και πάει λέγοντας.
Με βάση όλα αυτά, έχουμε καταλήξει στην Ελλάδα σε ένα τραγικό νούμερο-ρεκόρ στις ακούσιες νοσηλείες: αποτελούν περίπου το 75% του συνόλου των νοσηλειών σε ψυχιατρικά νοσοκομεία.
Για να καταλάβουμε τι εννοούμε: όταν ένας ασθενής αρνείται να λάβει φροντίδα από ψυχίατρο και βρίσκεται σε κατάσταση κρίσης της ψυχικής του υγείας (πολύ συχνά με κίνδυνο για το ίδιο το άτομο ή/και για άλλους), οι συγγενείς του δικαιούνται να ζητήσουν από εισαγγελέα να εγκρίνει την εξέτασή του από ψυχίατρο παρά τη θέλησή του (ο νόμος δηλαδή προβλέπει πρωτίστως την ακούσια εξέταση, όχι νοσηλεία). Εφόσον το άτομο οδηγηθεί, με συνοδεία της αστυνομίας, σε εφημερεύον ψυχιατρικό νοσοκομείο, οι ψυχίατροι που το εξετάζουν αποφασίζουν αν πρέπει να νοσηλευτεί ή όχι. Με αυτή την έννοια η ακούσια εξέταση μπορεί να οδηγήσει σε ακούσια νοσηλεία ή όχι. Κάποιες, λίγες φορές, μπορεί το άτομο που εξετάζεται ακούσια να συναινέσει εντέλει στη νοσηλεία του μετά την εξέταση και την κουβέντα με τους/τις γιατρούς. Άλλες φορές δε θα συναινέσει αλλά θα είναι συνεργάσιμο εφόσον αποφασιστεί η νοσηλεία, κι άλλες θα οδηγηθεί με τη βία στον θάλαμο όπου θα παραμείνει για όσο κρίνουν οι θεράποντες.
Όσοι άνθρωποι έχουμε συνοδεύσει ασθενείς για ακούσια ψυχιατρική εξέταση κι όσοι/ες/α ξέρουμε την κατάσταση στα δημόσια ψυχιατρεία, ξέρουμε ότι η ακούσια νοσηλεία μπορεί να συμπεριλαμβάνει: κακοποίηση, βασανισμό και καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ασθενών, δεσίματα σε κρεβάτια, ιατρικές πράξεις χωρίς συναίνεση και με σωματική βία (όπως η λήψη αίματος από κάθε πιθανό σημείο του σώματος μπορεί κανείς να απομονώσει ενώ κρατά κάποιον με τη βία, πχ το πόδι), και ανάλογα με το σε ποιο τμήμα κανείς θα βρεθεί μπορεί να συμπεριλαμβάνει και τη μεταχείριση από ανθρώπους απολύτως ακατάλληλους να κάνουν αυτή τη δουλειά.
Επίσης, είναι αλήθεια ότι κάποιες φορές το αίτημα για ακούσια νοσηλεία μπορεί να προκύπτει στο πλαίσιο ενδοοικογενειακής βίας και κακοποίησης, όπου οι θύτες εργαλειοποιούν τον νόμο για να οδηγήσουν το θύμα σε εγκλεισμό.
Η στιγμή που ένας άνθρωπος οδηγείται σε ακούσια εξέταση και νοσηλεία είναι μια στιγμή οριακή για τον ψυχισμό και τη ζωή του -διαρρηγνύει την αίσθηση αυτονομίας και ελευθερίας, κάθε αίσθημα ελέγχου στη ζωή και τον εαυτό του, αλλά και την έννοια της ασφάλειας και εμπιστοσύνης στις πιο στενές του ανθρώπινες σχέσεις.
Από τη μεριά όσων παρέχουν φροντίδα σε ψυχικά ασθενή άτομα, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι αν έχεις βασική συνείδηση και ελάχιστη ενσυναίσθηση και τσίπα, η στιγμή που βλέπεις έναν άνθρωπο να δένεται με χειροπέδες και να εξαναγκάζεται από την αστυνομία να εξεταστεί από ψυχίατρο είναι μια στιγμή ήττας: για την επιστήμη σου, για τον ανθρώπινο πολιτισμό αλλά και για τους κανόνες του κοινωνικοπολιτικού συστήματος στο οποίο ζούμε.
Με όλα αυτά είναι εύκολο να καταφεύγουμε σε άλλες, προνομιακές και ρομαντικοποιημένες οπτικές, πχ να είμαστε κάθετα αντίθετοι/ες/α σε κάθε ακούσια εξέταση, να καταγγέλλουμε εξαρχής κάθε σχετική κίνηση εκ μέρους συγγενών κλπ. Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα θα γελάσει μαζί μας.
Δεδομένων των όρων με τους οποίους αντιμετωπίζεται η ψυχική υγεία στη χώρα (και όχι μόνο) η ακούσια εξέταση και νοσηλεία είναι κάποιες φορές μονόδρομος, κι αυτό το ξέρουμε ειδικά όσα άτομα του πεδίου μας μαχόμαστε ενάντια στον κανόνα της ακούσιας νοσηλείας όπως εφαρμόζεται.
Και αν κι έχουμε άπειρα τραγικά παραδείγματα για τους όρους με τους οποίους γίνεται αυτή η εξέταση, μπορούμε σε γενικές γραμμές να πούμε ότι αν κάποιος οδηγηθεί ακούσια μπροστά σε ψυχιάτρους για να εξεταστεί, αυτοί σπάνια θα ορίσουν ότι πρέπει και να νοσηλευθεί ΑΝ βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους νορμοθυμίας όπως λέμε, δηλαδή αν δεν βρίσκεται σε κανενός είδους κρίση ή κίνδυνο αλλά βρέθηκε εκεί πχ στο πλαίσιο μιας πλεκτάνης ή παραβιαστικής συμπεριφοράς σε βάρος του από την οικογένειά του. Φυσικά συχνά τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα.
Στο σήμερα: το life style και ο σεβασμός στα προσωπικά δεδομένα ή τις όποιες επιστημονικές αρχές ποτέ δεν πήγαιναν μαζί. Ειδικά η ψυχική ασθένεια ως έννοια και κατ’ επέκταση τα άτομα με προκλήσεις ψυχικής υγείας, μόνο στίγμα, ημιμάθεια, ασέβεια και εκμετάλλευση έχουν γνωρίσει στο ελληνικό μιντιακό τοπίο. Ο Γιώργος Μαζωνάκης και κάθε άλλο δημόσιο πρόσωπο ειδικά αυτού του χώρου δεν θα αποτελούσε εξαίρεση. Σε πολιτικό επίπεδο, η υποτίμηση αυτή των ασθενών έχει λάβει τα τελευταία χρόνια μια επιπλέον σφραγίδα από αυτή την κυβέρνηση. Οι τακτικές της Νέας Δημοκρατίας σε ζητήματα ψυχικής υγείας δείχνουν ότι φυσικά το πεδίο αυτό είναι λαμπρό για την άσκηση του νεοφιλελευθερισμού: όσα συγκροτούν μια κοινοτική, αποϊδρυματική και χειραφετητική προσέγγιση για τα ψυχικά πάσχοντα άτομα διαλύονται ένα προς ένα, και στη θέση τους μπαίνουν ιδιωτικές κλινικές και ατομικές, απομονωτικές προσεγγίσεις με όρους αγοράς. Οι ίδιοι παράγοντες που εντείνουν την ψυχική νόσο, οι ίδιοι προτείνονται να την αντιμετωπίσουν.
Η δική μας δουλειά είναι να μιλάμε και να αντιδρούμε. Να υπερασπιζόμαστε την αξιοπρέπεια κάθε πολίτη, να μαχόμαστε για ένα σύστημα φροντίδας που δε θα μας κάνει να σιχαινόμαστε τους εαυτούς μας ή να τρέμουμε στην ιδέα εμείς ή κάποιος κοντινός μας να χρειαστεί έκτακτη φροντίδα για την ψυχική του υγεία.
Να διεκδικούμε το δικαίωμα να μην εξευτελιζόμαστε και να μη φοβόμαστε ότι θα τιμωρηθούμε αν βρεθούμε σε στιγμή αδυναμίας. Το δικαίωμα να αρρωστήσουμε και να λάβουμε σεβασμό, φροντίδα και πόρους από το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ζούμε, μέσα σε έναν κόσμο που μας μέτρα μόνο με όρους παραγωγικότητας και κατανάλωσης.
Αυτό το δικαίωμα είναι στον πυρήνα του οράματος για έναν κόσμο στα μέτρα μας -αλλά εμείς συνηθίζουμε να ζούμε με κανόνα το αντίθετό του και να ξεχνιόμαστε με τις λεπτομέρεις για τις ευάλωτες στιγμές των άλλων. Μέσα σε όσα ζούμε καθημερινά που μας αρρωσταίνουν συλλογικά, μας φαίνεται κι αυτό μια κάποια λύση.