Πριν από λίγες ημέρες ένας οικοδόμος 65 χρονών, έχασε τη ζωή του ενώ εργαζόταν σε οικοδομικές εργασίες σε έργα του δήμου Ιλίου σε συνθήκες καύσωνα. Η κυβέρνηση και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του ΣΕΠΕ, ο δήμος Ιλίου φέρουν την ευθύνη για το γεγονός ότι δούλευε σε συνθήκες καύσωνα, ενώ θα έπρεπε να μην συμβαίνει αυτό.
Από την αρχή του χρόνου ο κλάδος των οικοδόμων θρηνεί 18 συνάδελφους που έχασαν τη ζωή τους στους χώρους δουλειάς, εκ των οποίων 5 τον προηγούμενο μήνα. Η έλλειψη μέτρων υγείας και ασφάλειας, η απουσία ελέγχων, είναι η βασική αιτία των εγκλημάτων που συμβαίνουν στους χώρους δουλειάς και βαραίνουν διαχρονικά όλες τις κυβερνήσεις και την εργοδοσία. Δεν είναι η κακιά στιγμή, δεν είναι η κακή τύχη, είναι το αποτέλεσμα μιας αντεργατικής πολιτικής που παράγει συγκεκριμένες αρνητικές συνέπειες για τους εργαζόμενους.
Όταν τα δυστυχήματα στους χώρους δουλειάς είναι καθημερινό φαινόμενο είναι πρόκληση η κυβέρνηση να προωθεί νομοσχέδιο για την 13ωρη δουλειά. Οι επιχειρηματικοί όμιλοι απαιτούν πάμφθηνους εργάτες, που να δουλεύουν από το πρωί ως το βράδυ, μέχρι τα γεράματα να αφήνουν τα κόκκαλα τους στις σκαλωσιές, στους χώρους δουλειάς. Όλα θυσιάζονται στον βωμό των κερδών των λίγων.
Υπάρχει, όμως, μια άλλη πλευρά που αφορά τους οικοδόμους, που είναι αθέατη στον πολύ κόσμο που αναρωτιέται γιατί ένας 65χρονος οικοδόμος δεν έχει βγει ακόμη στη σύνταξη, πώς μπορεί σε τέτοια ηλικία να δουλεύει στην οικοδομή, τι τον αναγκάζει να δουλεύει ακόμη και αν έχει συνταξιοδοτηθεί;
Σήμερα για να συνταξιοδοτηθεί κάποιος οικοδόμος απαιτούνται ως ελάχιστες ασφαλιστικές προϋποθέσεις τα 4.500 ένσημα και 500 ή 1.000 οικοδομικά ένσημα την τελευταία 17ετία πριν τη σύνταξη και ταυτόχρονα η συμπλήρωση των 60 ή 62 χρόνων, ανάλογα το πότε ασφαλίστηκε πρώτη φορά (μέχρι το1992 ή από 1993 και μετά).
Μεγάλο μέρος των οικοδόμων δεν μπορεί να εξασφαλίσει τις ελάχιστες προϋποθέσεις. Βασική αιτία είναι η εκτεταμένη εισφοροδιαφυγή και το κλέψιμο των ενσήμων των οικοδόμων. Ακόμη και σήμερα που η δουλειά στον κλάδο είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα, που ομολογείται από την κυβέρνηση και την εργοδοσία ότι λείπουν εργατικά χέρια, οι οικοδόμοι δουλεύουν όλες τις εργάσιμες ημέρες του μήνα (22 τουλάχιστον) και σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του ΕΦΚΑ, ασφαλίζονται μόνο για 13 έως 15 ημέρες.
Ενώ οι μεγαλοεργοδότες κλέβουν στην «ψύχρα» τα ένσημα των οικοδόμων, η κυβέρνηση όπως αναφέρουμε πιο πάνω, με το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο τούς δίνει προνόμια και απαλλαγές, δηλαδή ζεστό χρήμα που κερδίζουν από τη μη υποχρέωση ασφάλισης υπερωριών, προσαυξήσεων και ευνοϊκότερων όρων στο μεροκάματο που προβλέπει η κλαδική σύμβαση.
Δεύτερη αιτία είναι η υπερδεκαετής κρίση στην οικοδομή, με τα δυσθεώρητα ποσοστά ανεργίας, που άφησαν χωρίς δουλειά και ένσημα χιλιάδες οικοδόμους, βάζοντας για πολλούς ταφόπλακα στη δυνατότητα θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος, αναγκάζοντας τους σε δουλειά μέχρι να «πιαστούν οι προϋποθέσεις».
Η λύση εδώ βρίσκεται στο διαχρονικό αίτημα της Ομοσπονδίας Οικοδόμων για αναγνώριση και διανομή των «υπέρ αγνώστων» ενσήμων στους οικοδόμους που θα έδινε σημαντική ανάσα στο οξυμμένο πρόβλημα των ενσήμων. Το κράτος αναγνώρισε και απέδωσε το 1984 στους οικοδόμους τα εν λόγω ένσημα. Από το 1984 έως σήμερα, ο ΕΦΚΑ έχει εισπράξει και συνεχίζει να εισπράττει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ χωρίς οι πραγματικοί δικαιούχοι, δηλαδή οι οικοδόμοι, να λάβουν τα ένσημα που αντιπροσωπεύουν την εργασία τους. Το κράτος εισπράττει για την εργασία των οικοδόμων, αλλά αρνείται να αποδώσει στους οικοδόμους τα ένσημά τους, ώστε να μπορούν να βγουν στη σύνταξη. Μόνο για τα λεγόμενα υπέρ αγνώστων ένσημα έχουν εισπραχτεί από το 1984 τουλάχιστον 250 εκατ. ευρώ.
Παρόλα αυτά, μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί τι είναι αυτό που οδηγεί έναν οικοδόμο που τελικά θα καταφέρει να συνταξιοδοτηθεί να συνεχίσει να εργάζεται στην οικοδομή. Ούτε τα μεροκάματα, ούτε οι συντάξεις ανταποκρίνονται στην τεράστια αύξηση του κόστους ζωής. Η σύνταξη και ο μισθός εξανεμίζονται «εν ριπή οφθαλμού», έχουν παραμείνει σε επίπεδα 15χρόνων πίσω, ενώ η ακρίβεια έχει φτάσει στον «θεό».
Η Ομοσπονδία Οικοδόμων, οι οικοδόμοι με τα σωματεία μας έχουμε αποφασίσει ότι μόνο με τον αγώνα μας μπορούμε να ξεφορτώσουμε «βάρη» πάνω από τις πλάτες μας. Για να κερδίσουμε εμείς, πρέπει να πληρώσει η μεγαλοεργοδοσία και οι κυβερνήσεις που την στηρίζουν.
Με τον αγώνα μας πρέπει να επιβάλλουμε τις λύσεις που έχουμε ανάγκη. Να μειωθούν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, να έχουμε ένσημα και ασφάλιση για κάθε μέρα δουλειά. Να έχουμε μισθούς και μεροκάματα για να ζήσουμε. Να έχουμε συνθήκες δουλειάς, έτσι ώστε όπως πηγαίνουμε γεροί στη δουλειά, να γυρίζουμε και στο σπίτι μας, στα παιδιά μας, στην οικογένεια μας το ίδιο γεροί.
Ο δρόμος που υπηρετεί τη δική μας ζωή περνάει από τον αγώνα με επίκεντρο τις δικές μας ανάγκες.