Macro

Δημοσθένης Παπαδάτος Αναγνωστόπουλος: Σχεδόν καλοκαιρινές ιστορίες

Ο Φάουστο Μπερτινότι, 83 Iουλίων σήμερα, γεννήθηκε στο Μιλάνο – συγκεκριμένα στην περιοχή Πρεκότο. Ο πατέρας του, ο Ενρίκο, δούλευε μηχανοδηγός τρένου, και η μητέρα του, η Ρόζα, δευτερότοκη κόρη της οικογένειας μετά τον Φερούτσο, ήταν επίσης εργάτρια στους σιδηροδρόμους.

Αν όλα αυτά φαίνονται άχρηστες πληροφορίες, είναι γιατί πράγματι είναι άχρηστες πληροφορίες. Ο λόγος που θυμάμαι μες το κατακαλόκαιρο τον Μπερτινότι είναι για κείνο το επικό «Η Κεντροαριστερά πέθανε», που ξεστόμισε το Νοέμβρη του 2002, πυρπολώντας τη νιότη μας, όπως γλυκερά λένε οι παλαιότεροι. Ο Μπερτινότι μιλούσε στην ιδρυτική συνέλευση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ της Φλωρεντίας λίγους μήνες πριν ξεκινήσει ο πόλεμος στο Ιράκ. Ξεκινούσε ένας αιώνας που τότε ακόμα φάνταζε αμερικανικός: η συλλογική Δύση μπορούσε ακόμα να εξάγει δημοκρατία και πολέμους (με αυτή ή την αντίστροφη σειρά) χωρίς να νοιάζεται για τις επιπτώσεις. Ήταν, ακόμα, ένας ανέμελος αιώνας. Δεν είναι πια.

Εκλογικά λαϊκά μέτωπα: μικρή προϊστορία

Θα πει ο σχολαστικός: «Ναι, πες μας όμως και για τη συνέχεια του φλογερού Μπερτινότι». Βεβαίως. Το 2004, η Κομμουνιστική Επανίδρυση (το κόμμα του που θαυμάζαμε στα Φόρουμ της Γένοβας και της Φλωρεντίας) ήταν πια μέρος μιας κεντροαριστερής εκλογικής «Ένωσης» απέναντι στον Μπερλουσκόνι. Δεν λέω για κανέναν μετριοπαθή δεξιό της εποχής: λέω για τον Ιταλό Τραμπ, που το 1994 άνοιγε το υπουργικό συμβούλιο στα εγγόνια του Μουσολίνι, και το 2008 έκανε υπουργό Νεολαίας τη Μελόνι. Επειδή κίνημα δεν θα υπήρχε συνέχεια, η Επανίδρυση και ο Μπερτινότι σκέφτηκαν πως ήταν καλή ιδέα μια εκλογική ομπρέλα υπό τον Ρομάνο Πρόντι. Το εκλογικό μέτωπο κέρδισε τον Μπερλουσκόνι το 2006. Αλλά, όπως συμβαίνει συνήθως με τις εκλογικές συνεργασίες που ενώνουν σχεδόν τους πάντες χωρίς να πιέζονται από τ’ αριστερά, η κυβέρνηση πήγε τόσο δεξιά που ο Μπερτινότι αναγκάστηκε να ξανακηρύξει το θάνατο της Κεντροαριστεράς. Ποιος μπορούσε να τον πάρει στα σοβαρά όμως; Από τότε και για τα επόμενα είκοσι χρόνια, η Επανίδρυση θα γινόταν όλο και πιο μικρή, όλο και πιο κουρασμένη – κι η Ιταλία θα πήγαινε όλο και πιο δεξιά. Με όσα μεσολάβησαν, η εποχή του Μπερλουσκόνι μοιάζει από μακριά σχεδόν ειδυλλιακή.

***

Το αναγνωρίζω: ο καύσωνας δεν προσφέρεται για μεγάλες αναδρομές στο παρελθόν, αναμνήσεις ματαιώσεων και βαρυσήμαντα διδάγματα. Ας μείνουμε, λοιπόν, στα πιο κοντινά. Ένα χρόνο πριν, πανηγυρίζαμε τη νίκη του Νέου Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία – και δικαίως. Ένα χρόνο μετά, ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Μπαϊρού, ο Ερίκ Λομπάρ, δηλώνει αισιόδοξος πως η κυβέρνησή του δεν θα πέσει για τον προϋπολογισμό λιτότητας που προωθεί προκειμένου να μειώσει το έλλειμμα, όπως προστάζει το Σύμφωνο Σταθερότητας: «Θα συζητήσουμε με όλα τα κόμματα. Προφανώς, υπάρχει πιθανώς μεγαλύτερο περιθώριο για την επίτευξη συμφωνίας με το Σοσιαλιστικό Κόμμα».

Κυριακή χαρά, Δευτέρα λύπη

Προλαβαίνω ξανά τον σχολαστικό: «Είναι άραγε ασφαλές να βγάζουμε συμπεράσματα για την Ελλάδα από τη Γαλλία και την Ιταλία, λέγοντας την ιστορία εκλογικών συνεργασιών από το τέλος τους; Τι θα κάναμε πέρσι στις εκλογές απέναντι στην Ακροδεξιά; Τι θα κάναμε πέρσι απέναντι στον Τραμπ; Τι θα κάναμε;»

Εδώ, νομίζω, είναι το μεγάλο μειονέκτημα όσων επενδύουν στη στρατηγική της μεγάλης Κεντροαριστεράς. Ο σχεδιασμός τους είναι μια μεγάλη εκλογική καμπάνια με ορίζοντα την Κυριακή της μεγάλης αναμέτρησης. Εγγυήσεις για το μετά; Αντίβαρα στις πιέσεις από τα δεξιά; Οργάνωση του κόσμου για να υπερασπιστεί ό,τι θα ‘ναι υπερασπίσιμο; Τίποτα απ’ όλα αυτά. Το «μετά» θα ‘ναι μια άλλη μέρα. Η πολιτική της Κεντροαριστεράς είναι μια πολιτική χωρίς κοινωνία.

Μεταξύ αιώνιας εφηβείας και πρόωρης γήρανσης

Δεν ξέρω ποιον μπορεί να συγκινεί σήμερα η προοπτική μιας μακράς εκλογικής καμπάνιας για «να πέσει ο Μητσοτάκης»: όσοι την πιστεύουν, την οργανώνουν ήδη. Πιστεύω, αντίθετα, ότι οι άνθρωποι κινητοποιούνται για ευγενέστερους σκοπούς: η «Πορεία προς τη Γάζα» είναι η πιο πρόσφατη και ηχηρή μαρτυρία που έχουμε – αν και όχι η μόνη.

Οι άνθρωποι κινητοποιούνται για να υπερασπιστούν μια δίκαιη υπόθεση – όχι ένα «αφήγημα», όπως συνηθίζουν να λένε οι επαγγελματίες της πολιτικής. Αυτή τη δίκαιη υπόθεση την είπαμε «Ζακ», «MeToo», «καταδίκη της Χρυσής Αυγής», «όχι απεργός πείνας νεκρός», «δικαιοσύνη για τα Τέμπη» ή «Μαντλέν»: σε όλες τις περιπτώσεις, είχε να κάνει με ένα αφόρητο αίσθημα αδικίας που το νιώθεις στο σώμα. Αυτό κινητοποιεί τα σώματα – κι αυτό δεν σκηνοθετείται, δεν είναι «καθωσπρέπει» και κυριλέ, δεν είναι πόζα ή επίδειξη γνώσεων. Όσο κι αν η αριστερή πολιτική δεν είναι απλώς μια παρατεταμένη κινητοποίηση, άλλο τόσο δεν νοείται αριστερή πολιτική που δεν στηρίζεται στην κίνηση των σωμάτων.

***

Από το νομοσχέδιο που θέλει να επιβάλει σιωπητήριο στα πανεπιστήμια μέχρι τον «πόλεμο των χαρτών» με τη Λιβύη και την Τουρκία (έναν πόλεμο για τα δικαιώματα εξόρυξης υδρογονανθράκων νοτίως της Πελοποννήσου και νοτίως της Κρήτης: τα περί «κυριαρχίας» και επήρειας των νησιών τις εξορύξεις αφορούν) εννοούν να καθηλώσουν τα σώματα.

Στο νοσηρό κλίμα που δημιουργούν οι προβλέψεις για νέα οικονομική κρίση, οι πολεμικές προετοιμασίες και η κακοποίηση των μεταναστών, η πολιτική δεν θα γίνεται με το σώμα, θα νοείται κυρίως ως ενασχόληση μόνο για «μεγάλα παιδιά» (ενίοτε για …πολύ μεγάλα, γερασμένα ή μικρομέγαλα). Στο κλίμα αυτό, χώρος θα υπάρχει για τέσσερις κυρίως δυνάμεις:

μια νεοφιλελεύθερη Δεξιά, που εκτείνεται από τον Χατζηδάκη ως τον πρώην Σπαρτιάτη Κατσιβαρδά, στο πρότυπο της διεθνούς τάσης,
μια Κεντροαριστερά με «συστατικές επιστολές» από τη γερμανική Δεξιά (βλ. δηλώσεις Μέρκελ), αγαστές σχέσεις με τον επιχειρηματικό κόσμο και διαύλους συνεννόησης με τη «μετριοπαθή» Δεξιά (βλ. κινήσεις Μελισσανίδη-Μαρινάκη και τον οιονεί συγχρονισμό Τσίπρα-Καραμανλή),
μια αμιγή Ακροδεξιά, που θα αποκοιμίζει τους φτωχούς με προνοιακό σοβινισμό και παραμύθια για την ασφάλεια, για να μην ενοχλούν τους πλούσιους,
μια Αριστερά που θα προειδοποιεί αβλαβώς ότι «τα χειρότερα έρχονται».

Ένας δημόσιος χώρος για την επανίδρυση της Αριστεράς

Στη συνθήκη αυτή, εκλογικοί σχεδιασμοί που δεν παίρνουν υπόψη την κίνηση μεγάλων αριθμών ανθρώπων για τα βασικά (την ειρήνη, το νερό, το σπίτι, την εργασία, την αξιοπρέπεια), αφορούν κυρίως επιτελεία επαγγελματιών. Όπως πάντα, αυτοί αργά ή γρήγορα θα βρουν το δρόμο τους. Για εμάς, χρειάζεται ο χώρος όπου θα συζητήσουμε και θα σχεδιάσουμε ξανά μαζί.

Χρειαζόμαστε πρωτοβουλίες που θα φέρουν ανθρώπους κοντά, θα μειώσουν περιττά χάσματα, θα αναδείξουν αυτά που ενώνουν: χώρο για την κοινή μας ατζέντα απέναντι στη Δεξιά – χώρο για την επανίδρυση μιας αξιόπιστης, κοινωνικής και πολιτικής Αριστεράς. Η δεκαετία που πέρασε είναι πολύς χρόνος.

Η ΕΠΟΧΗ