Από τις φλόγες της Αθήνας, στα κλουβιά της Αιγύπτου
Τα Δεκεμβριανά του 1944 δεν ήταν μόνο μάχες στους δρόμους της Αθήνας, αλλά και μια περίοδος τραγικής δοκιμασίας για χιλιάδες Έλληνες που βρέθηκαν αιχμάλωτοι, μακριά από την πατρίδα. Καθώς οι συγκρούσεις μαίνονταν στην ελληνική πρωτεύουσα, οι Βρετανοί, σε συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση, οργάνωσαν τη μεταφορά αιχμαλώτων σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αίγυπτο. Αυτοί οι αιχμάλωτοι ήταν αγωνιστές της αντίστασης, μέλη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, αλλά και πολίτες που θεωρήθηκαν υποστηρικτές του ΕΑΜ.
Πρόκειται για ένα κομμάτι της ιστορίας μας που έχει αποσιωπηθεί.
Πραγματοποιήθηκαν χιλιάδες προληπτικές συλλήψεις, κυρίως όταν η μάχη είχε κριθεί υπέρ των Βρετανών. Στα αστυνομικά τμήματα επικρατούσε συνωστισμός, προχειρότητα, σωματική και ψυχολογική βία, ενώ η διαπόμπευση προκαλούσε στους κρατούμενους έντονη αγωνία για την τύχη τους. Οι όμηροι μετακινούνταν πεζοί, υπό την επιτήρηση ένοπλων στρατιωτών, ενώ ένα “τυχαίο” εξαγριωμένο πλήθος τους φώναζε “εαμοβούλγαρους”. Η δημόσια μεταφορά τους είχε διπλό σκοπό: να τσακίσει το ηθικό τους και να εκφοβίσει τους κατοίκους των περιοχών από όπου περνούσαν, επιδιώκοντας τη μεταστροφή της λαϊκής υποστήριξης στο ΕΑΜ.
Η εξορία Ελλήνων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης είχε ξεκινήσει πριν από τα Δεκεμβριανά, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, όταν οι Βρετανοί είχαν αναπτύξει στρατιωτικές βάσεις σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή.
Πόσοι, όμως, ήταν οι συλληφθέντες; Οι συλλήψεις ξεκίνησαν με την έναρξη των Δεκεμβριανών, στις 4 Δεκεμβρίου 1944, εντατικοποιήθηκαν κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου και συνεχίστηκαν έως τις αρχές Ιανουαρίου 1945. Αρχικά επρόκειτο για τυχαίες συλλήψεις, οι οποίες στη συνέχεια εξελίχθηκαν σε μαζικές «σκούπες» από τις ελληνικές αρχές, σε συνεννόηση με τις βρετανικές δυνάμεις. Οι Βρετανοί, πέρα από την εμπειρία τους σε τέτοιες τακτικές, διέθεταν τα μέσα – πλοία και στρατόπεδα – για να στηρίξουν αυτές τις επιχειρήσεις.
Συνελήφθησαν, σχεδόν, 18 χιλιάδες Αθηναίοι και Πειραιώτες ενώ οι οικογένειές τους έψαχναν απεγνωσμένα να τους βρουν στα αστυνομικά τμήματα. Συγκεκριμένα, 2.500 πολίτες κλείστηκαν στα στρατόπεδα στο Χασάνι (το σημερινό Ελληνικό) όπου υπέστησαν το μαρτύριο της δίψας, 2.000 στο Γουδή και 1.100 γυναίκες στην οδό Θεμιστοκλέους 7. Παράλληλα, στα αστυνομικά τμήματα κρατούνταν από 50 έως 70 άτομα. Συνολικά, οι συλληφθέντες έφτασαν τους 18.000, περιλαμβανομένων και εκείνων που μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο. Σταδιακά η κατάσταση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα αστυνομικά τμήματα και τους υπόλοιπους χώρους κράτησης έγινε ασφυκτική. Για την αποσυμφόρηση, χιλιάδες μεταφέρθηκαν στην Ελ Ντάμπα της Αιγύπτου. Η αποσυμφόρηση, βέβαια, θα μπορούσε να επιτευχθεί με την απελευθέρωση των παράνομα κρατουμένων πολιτών. Ωστόσο η επιλογή της μεταφοράς τους σε ξένη χώρα εξυπηρετούσε έναν άλλο σκοπό: τη χρήση τους ως ομήρους και μέσο εκβιασμού προς τον ΕΛΑΣ.
Συνολικά, 7.672 Έλληνες κρατούμενοι, συλληφθέντες στην Αθήνα και τον Πειραιά, μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο. Η μεταφορά τους ξεκίνησε προς τα τέλη Δεκεμβρίου του 1944, από το Φάληρο, με πλοία που κατευθύνονταν στην Αίγυπτο, υπό ένα ασαφές και θολό νομικό πλαίσιο. Τους στοίβαζαν σε βρετανικά πλοία και το ταξίδι διαρκούσε 4 ημέρες. Η μεταφορά τους πραγματοποιήθηκε σε πέντε αποστολές, από τις 18 Δεκεμβρίου 1944 έως τις 4 Ιανουαρίου 1945.
Υπό την αιγίδα του στρατηγού Σκόμπυ, οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο «381 POW Camp» (Prisoners Of War – Στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου) στην Ελ Ντάμπα της Αιγύπτου. Η Ελ Ντάμπα, ένα μικρό χωριό Βεδουίνων μέσα στην έρημο, βρίσκεται σχεδόν 400 χιλιόμετρα από το Κάιρο και 180 χιλιόμετρα από την Αλεξάνδρεια.
Τα πλοία κατέληγαν στο Πορτ Σάιντ της Αιγύπτου, όπου οι αιχμάλωτοι μεταφέρονταν σε τρένα. Άντρες όλων των ηλικιών, αποκομμένοι από την πόλη τους, βρέθηκαν αιχμάλωτοι πολέμου σε μια ξένη χώρα. Απόσταση από το Πορτ Σάιντ στην Ελ Ντάμπα 420 χιλιόμετρα.
Στην σιωπή της ερήμου. Στο «381 POW Camp» κρατήθηκαν μέχρι, σχεδόν το τέλος του πρώτου τριμήνου του 1945, αντιμετωπίζοντας προβληματικές συνθήκες κράτησης και κακουχίες που άφησαν στους περισσότερους χρόνια προβλήματα υγείας. Βρισκόμενοι στην αφιλόξενη έρημο της Αιγύπτου, η καθημερινότητά τους ήταν σκληρή και εξαντλητική. Τα τρόφιμα ήταν ανεπαρκή, οι ακραίες καιρικές συνθήκες –καυτή ζέστη την ημέρα, παγωμένο κρύο τη νύχτα και συχνές αμμοθύελλες– έκαναν τη διαβίωση ακόμη πιο δύσκολη. Η ιατρική περίθαλψη ήταν ελλιπής, με συχνές περιπτώσεις ομαδικών δηλητηριάσεων και τις συνέπειές τους να επιδεινώνουν την κατάσταση.
Οι αιχμάλωτοι ζούσαν σε σκηνές ή πρόχειρα καταλύματα, υπό στενή επιτήρηση. Η έλλειψη επαρκούς νερού και στοιχειώδους υγιεινής μετέτρεπε την κάθε ημέρα σε μια μάχη για την επιβίωση.
Εκτός από τις ψείρες, που είχαν όλοι οι αιχμάλωτοι, ανάμεσά τους βρίσκονταν άρρωστοι και ανάπηροι, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο τις ήδη δύσκολες συνθήκες. Μόλις έφταναν στο στρατόπεδο, τους έδιναν μια χλαίνη με έναν ρόμβο ζωγραφισμένο στην πλάτη και μια κουβέρτα – τα μοναδικά τους εφόδια για να αντέξουν το σκληρό περιβάλλον.
Το στρατόπεδο ήταν στην έρημο, περιφραγμένο με αγκαθωτά συρματοπλέγματα, τα λεγόμενα και «σύρματα». Μέσα στο τεράστιο στρατόπεδο δημιούργησαν άλλα στρατόπεδα με συρματοπλέγματα, τους κλωβούς.
Οι αιχμάλωτοι ζούσαν ανάμεσα σε τεράστια συρματοπλέγματα που θύμιζαν κλουβιά. Η ψυχολογική πίεση ήταν εξίσου βασανιστική. Αποκόπηκαν βίαια από τις οικογένειες και την πατρίδα τους, χωρίς να γνωρίζουν πότε ή αν θα επιστρέψουν. Εντός των στρατοπέδων, οι κρατούμενοι προσπαθούσαν να διατηρήσουν το ηθικό τους, οργανώνοντας μαθήματα, συζητήσεις και άλλες δραστηριότητες. Η αλληλεγγύη ήταν το μόνο αντίδοτο στην απομόνωση και τη σκληρή καθημερινότητα.
Η μεταφορά Ελλήνων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ήταν μια στρατηγική επιλογή των Βρετανών και της ελληνικής κυβέρνησης για την αποδυνάμωση της Αριστεράς, που εκείνη την εποχή αποτελούσε μια ισχυρή πολιτική και κοινωνική δύναμη. Μέσω των συλλήψεων και των εξοριών, επεδίωκαν να εξουδετερώσουν οποιαδήποτε αντίσταση στη μεταπολεμική τους στρατηγική για την Ελλάδα.
Παρά τις καταγγελίες, η κατάσταση για τους κρατούμενους παρέμεινε αμετάβλητη έως το 1945, οπότε και πολλοί απελευθερώθηκαν μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας (12/2/1945). Ο επαναπατρισμός τους έγινε τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1945
Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αίγυπτο κατά τη διάρκεια και μετά τα Δεκεμβριανά αποτελεί μια σκοτεινή πτυχή της ελληνικής ιστορίας.
Οι όμηροι του ΕΛΑΣ. Σύμφωνα με τον καθηγητή Γιώργο Μαργαρίτη ο ΕΛΑΣ, επίσης, είχε πιάσει περίπου 15.000 ομήρους για να εξασφαλίσει την αποχώρησή του και να τους χρησιμοποιήσει ως μέσο ανταλλαγής με τους αριστερούς αιχμαλώτους των Άγγλων. Η κίνηση της ομηρείας χαρακτηρίστηκε ως ένα «σοβαρό πολιτικό λάθος» σε μετέπειτα αυτοκριτική και απόφαση του ΚΚΕ (11η Ολομέλεια ΚΚΕ). Το μέτρο αυτό της ομηρείας διατάχθηκε ως αντίποινα για τις αιχμαλωσίες αριστερών από την κυβέρνηση και τους Άγγλους, μέτρο που ήταν αδύνατο να εφαρμοστεί αφού δεν διέθεταν τα αντίστοιχα μέσα των Βρετανών, όπως μέσα μεταφοράς και διατροφής των ομήρων με αποτέλεσμα να σημειωθούν ακρότητες.
*Η Ελ Ντάμπα δεν είναι η Τελ Ελ Ντάμα στις δυτικές εκβολές του Νείλου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Μίμης Φωτόπουλος, Ελ Ντάμπα, εκδόσεις Γράμματα
Πραξιτέλης Ζαχαριάδης, Ελ Ντάμπα, 1945. Ημερολόγιον αιχμαλωσίας, Βιβλιόραμα
Κλέαρχος Λουκόπουλος, Ελ Ντάμπα. Ένα χρονικό (1944-1945), Αρχειοθήκη, ΜΙΕΤ
Δημήτρης Χριστοδούλου, Ελ Ντάμπα, Μετρονόμος
Eλένη Νικολαΐδου