Στην καθ’ ημάς Αριστερά, δηλαδή στον χώρο της Ανανεωτικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς, η εποχή των βεβαιοτήτων έχει παρέλθει εδώ και πολλές δεκαετίες. Ωστόσο αυτή η διαπίστωση δεν θα πρέπει να μας οδηγήσει στην εγκατάλειψη κάποιων βασικών ταυτοτικών και στρατηγικών στοιχείων. Κανένα αριστερό κόμμα δεν μπορεί να πορευτεί χωρίς κάποιες σταθερές που τις έχει ανάγκη για να αναλύει την πραγματικότητα, να προτεραιοποιεί τις κοινωνικές του αναφορές και να χαράσσει το σχέδιό του. Ο αριστερός χαρακτήρας ενός κόμματος χάνεται αν δεν διατρέχεται από τον ορίζοντα του κοινωνικού μετασχηματισμού. Βασικό στοιχείο της στρατηγικής μας υπήρξε πάντα η ανάγκη αναζήτησης συμμαχιών ικανών να δημιουργήσουν νέους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς.
Η κρίσιμη παράμετρος σε αυτή την προσπάθεια ήταν πάντα και εξακολουθεί να είναι οι προγραμματικές και πολιτικές προϋποθέσεις. Δηλαδή το έδαφος της συγκρότησης μετώπων, συμμαχιών, κοινών δράσεων. Χωρίς αυτές μοιάζει σαν μια υπόθεση από τα ίδια, που δεν μπορεί να εμπνεύσει και να δώσει μια διαφορετική προοπτική. Καθώς ζούμε σε μια εποχή πολλαπλών κρίσεων που η αντανάκλασή τους επηρεάζει την πραγματικότητα και στη χώρα μας, εκείνο που απαιτείται είναι η διαμόρφωση μιας ανταγωνιστικής προγραμματικής πρότασης που στον πυρήνα της δεν θα κινείται στη λογική του μέσου όρου. Οι πολιτικές του μέσου όρου σήμερα δεν αναχαιτίζουν, αντίθετα διευρύνουν τα αποτελέσματα της κρίσης, δεν εμπνέουν, δεν δίνουν προοπτική και απογοητεύουν τον κόσμο και ιδιαίτερα τις νεότερες ηλικίες.
Η Νέα Αριστερά προέκυψε μέσα από τη βαθιά κρίση του ΣΥΡΙΖΑ κι οφείλει να δώσει απαντήσεις για το πώς έφτασαν ώς εδώ τα πράγματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα μετά το 2019, πορεύτηκε με ένα μεγάλο έλλειμμα. Το έλλειμμα του κριτικού αναστοχασμού της κυβερνητικής περιόδου αλλά και της μετέπειτα αντιπολιτευτικής περιόδου. Η επιλογή του να μη συζητήσει οργανωμένα τα όσα συνέβησαν του στέρησε πολύτιμα συμπεράσματα. Ηταν μια συνειδητή επιλογή της ηγεσίας του, που υπονόμευε την αναγκαιότητα της αυτόνομης πολιτικής παρουσίας της Ανανεωτικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς, που απαξίωνε την προηγούμενη πορεία της και την άφηνε ανοχύρωτη στην επικοινωνιακή επίθεση του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Αντίθετα, έγινε η επιλογή μιας πορείας αποαριστεροποίησης και αποϊδεολογικοποίησης. Ανερμάτιστης διεύρυνσης προς τον λεγόμενο μεσαίο χώρο, αντιφατικής και ρηχής προγραμματικής παρουσίας που υιοθετούσε έναν στείρο κυβερνητισμό, ενώ γύριζε την πλάτη σε όλα εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ το 2019. Το σχέδιο ήταν απλό: η Ανανεωτική και Ριζοσπαστική Αριστερά να διαχυθεί σε ένα κεντροαριστερό νεφέλωμα. Για να υλοποιηθεί έπρεπε να απαξιωθεί η έννοια του κόμματος, να λοιδορηθούν τα στελέχη του, να καλλιεργηθεί ο μεσσιανισμός, να υιοθετηθεί η λογική της ανάθεσης μέσα από μια κατ’ επίφαση συμμετοχή, να ρευστοποιηθεί τελικώς ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο δρόμος του ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον ένας δρόμος χωρίς επιστροφή, έχει κλείσει τον κύκλο του.
Αντικειμενικά, τα σκάγια από τον εκφυλισμό και τη βαθύτατη κρίση του ΣΥΡΙΖΑ παίρνουν και τη Νέα Αριστερά. Γι’ αυτό και οφείλει να επιχειρήσει να δώσει απαντήσεις, όχι μέσα από μια ισοπεδωτική λαθολογία, αλλά μέσα από μια συνεκτική και καθολική ερμηνεία των γεγονότων. Ετσι θα ανοίξει ο δρόμος της επανάκτησης της συλλογικής μας αξιοπιστίας. Μια αρκετά σοβαρή προσπάθεια γίνεται σε αυτή την κατεύθυνση μέσα από τις θέσεις της Νέας Αριστεράς, που διαμορφώθηκαν για το Συνέδριό της, το οποίο θα γίνει στις 7-10 Νοεμβρίου. Με βαθιά πεποίθηση ότι η Ανανεωτική και Ριζοσπαστική Αριστερά πρέπει να αποτελεί έναν διακριτό, αυτόνομο ιδεολογικοπολιτικό χώρο, θα συμβάλουμε στην υπόθεση της ανασύνθεσης και ενίσχυσης της Αριστεράς. Δεν αρκεί μόνο να περιγράφουμε τα πράγματα, να υποδεικνύουμε τι πρέπει να γίνει, αλλά να λέμε και το πώς θα γίνει, διευρύνοντας ταυτόχρονα τα όρια του εφικτού. Μέσα από τη δράση μας να επανασυστηθούμε, δημιουργώντας νέες ταυτίσεις και πολιτικές εκπροσωπήσεις. Η Αριστερά δεν μπορεί να είναι ένα σχήμα καιροσκοπικών προσαρμογών, γιατί τότε δεν θα μπορέσει να επιδράσει καταλυτικά στη διαμόρφωση ενός πλειοψηφικού μπλοκ κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα αποτελέσει το αντίπαλο δέος απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό αλλά και στην άνοδο της Ακροδεξιάς.
Πάνος Σκουρλέτης