Συνεντεύξεις

Έφη Αχτσιόγλου: Ο Τσίπρας διευκόλυνε τις επιδιώξεις Κασσελάκη

Παρά το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία έχει φτάσει στα όριά της, στη συλλογική κρίση κυριαρχεί η αντίληψη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, με αποτέλεσμα η Ν.Δ. να παίζει χωρίς αντίπαλο. Πώς το εξηγείτε αυτό;
 
Συμβαίνει για δύο λόγους. Ο πρώτος αφορά την τακτική της ίδιας της Ν.Δ., που αναπαράγει διαρκώς μια λογική μονόδρομου, που επενδύει στο να είναι η ελληνική κοινωνία μια κοινωνία χαμηλών ή και μηδενικών προσδοκιών, ουσιαστικά καλλιεργώντας τον φόβο στους πολίτες να μην αναζητούν κάτι καλύτερο. Τι επιχειρεί να κρύψει πίσω από αυτό; Οτι τα όσα συμβαίνουν είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών. Οτι δεν είναι φυσικό φαινόμενο, την ώρα που οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά και μεσαία στρώματα, βιώνουν μια τεράστια οικονομική πίεση λόγω των χαμηλών εισοδημάτων σε συνθήκες πολύ μεγάλης ακρίβειας, αλλά και της παράλληλης με αυτήν αφαίμαξης μέσω του ΦΠΑ, την ίδια ώρα οι εισηγμένες επιχειρήσεις, οι τράπεζες, οι εταιρείες ενέργειας και διύλισης και τα σουπερμάρκετ να σημειώνουν πρωτοφανή, τεράστια κερδοφορία. Αυτή η τρομακτική αντίστροφη αναδιανομή, όμως, συμβαίνει ακριβώς λόγω των επιλογών της κυβέρνησης στη φορολογία, στη (μη) παρέμβαση στην αγορά, στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών -ότι δηλαδή πρέπει να πληρώνεις αδρά για όλα όσα θα έπρεπε να είναι δωρεάν και καθολικά-, στην εντατικοποίηση της εργασίας. Η αποκάλυψη και η εξήγηση της σύνδεσης των πολιτικών επιλογών της Ν.Δ. με τη συνθήκη ασφυξίας που βιώνουν οι πολίτες είναι, κατά τη γνώμη μου, απαραίτητες για να διαρραγεί το κλίμα απογοήτευσης και ηττοπάθειας, η εικόνα ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την κρίση στην οποία βρίσκονται τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η αδυναμία τους να αρθρώσουν μια πειστική και αντιπαραθετική στην κυβέρνηση πρόταση. Από τη μία η κατάσταση διάλυσης και εκφυλισμού τον τελευταίο έναν χρόνο στον ΣΥΡΙΖΑ, όπου ουσιαστικά δεν υπάρχει αξιωματική αντιπολίτευση, και από την άλλη η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να αντιπαρατεθεί σε στρατηγικής σημασίας θέματα με τη Ν.Δ., έως και η ταύτισή τους σε κρίσιμα ζητήματα, δίνουν την εντύπωση ότι τα χέρια του κ. Μητσοτάκη είναι λυμένα.
 
Κατά τη γνώμη σας, η απάντηση στο πρόβλημα είναι «απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος ή πώς»;
 
Το ερώτημα, κατά τη γνώμη μου, είναι: «Απέναντι στη δεξιά πολιτική τι;». Και η απάντηση είναι μια ρεαλιστική, αριστερή πολιτική πρόταση διακυβέρνησης, που θα αντιπαρατεθεί σε όλα τα επίπεδα -οικονομία, κοινωνικό κράτος, εργασία, θεσμούς- με τη δεξιά πολιτική. Με αυτή την πυξίδα και στον βαθμό των δυνατοτήτων μας καλούμε ως Νέα Αριστερά τους πολίτες να συμπορευτούμε και να συγκροτήσουμε κατ’ αρχάς τον πόλο της αριστερής, δημοκρατικής αντιπολίτευσης στον τόπο, ώστε να εξελιχθεί σε ένα πλειοψηφικό κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα, που θα κυριαρχήσει επί των αντικοινωνικών πολιτικών και των φορέων τους, εν προκειμένω της Ν.Δ.
 
Το γεγονός ότι η Νέα Αριστερά δεν πέτυχε τους εκλογικούς της στόχους στις κάλπες για την Ευρωβουλή αντιμετωπίστηκε με χαιρεκακία από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, με αναφορές του τύπου «Ο κόσμος της Αριστεράς τιμώρησε τους “αποστάτες” και τους “διασπαστές”». Ηταν λάθος που αποχωρήσατε;
 
Η αποχώρησή μας από τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια απόφαση συνείδησης και αρχών. Ως τέτοια, δεν μπαίνει στο ζύγι και προφανώς δεν επερωτάται με βάση τις πολύ πρώιμες επιδόσεις του νέου φορέα. Από την πρώτη στιγμή, εξάλλου, είχαμε αποσυνδέσει την αποχώρησή μας από τη δημιουργία του νέου σχήματος. Είχαμε απεξαρτήσει το αποτέλεσμα των εκλογών από την αξιολόγηση της αποχώρησης. Αυτή αποτελούσε πολιτικό καθήκον για την προστασία της αξιοπρέπειας της δικής μας και της Αριστεράς. Αντιθέτως, θα έλεγα ότι ο εκφυλισμός του ΣΥΡΙΖΑ και η συνολική του μετάλλαξη, ο εκχυδαϊσμός του λόγου και του ύφους εντός του επιβεβαιώνουν και αντικειμενικά την ορθότητα της επιλογής μας. Από κει και πέρα, η Νέα Αριστερά συνεχίζει με όλες τις δυνάμεις της έναν αγώνα, που ξέραμε από την πρώτη στιγμή ότι θα ήταν πολύ δύσκολος. Να χτίσουμε δεσμούς εμπιστοσύνης με τους πολίτες και να εμπνεύσουμε ότι υπάρχει εναλλακτική. Χρειάζεται πολλή δουλειά από μέρους μας, αλλά οι βάσεις έχουν τεθεί.
 
Ξέρω πως δεν θέλετε να μιλάτε για όσα συνέβησαν την περίοδο που διεκδικούσατε την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ. Επειδή όμως οι εσωκομματικοί σας αντίπαλοι σας ενέπλεξαν σε δολοπλοκίες εναντίον του Αλ. Τσίπρα, θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν ο πρώην πρωθυπουργός φέρει ευθύνη για όσα έγιναν τότε, αλλά και γι’ αυτά που συμβαίνουν σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ.
 
Την περίοδο των προεδρικών εκλογών στον ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε μια συκοφαντική και χυδαία επίθεση στο πρόσωπό μου, με σχέδιο και καθοδήγηση από την πλευρά του κ. Κασσελάκη. Στην επίθεση αυτή, η πλευρά του μετέπειτα προέδρου εργαλειοποίησε τον κ. Τσίπρα. Αυτά είναι γνωστά και δεν αμφισβητούνται. Προφανές είναι, επίσης, ότι ο κ. Τσίπρας με τη στάση και τη σιωπή του εκείνη την περίοδο διευκόλυνε τις επιδιώξεις του κ. Κασσελάκη. Στη συνέχεια, βέβαια, βρέθηκε και ο ίδιος στο στόχαστρο επιθέσεων. Οσο για τη σημερινή κατάσταση, αυτή είναι η φυσική εξέλιξη της πορείας εκφυλισμού του ΣΥΡΙΖΑ και τη θεωρώ μη αναστρέψιμη.
 
Ξέρω πως δεν θέλετε να μιλάτε για όσα συνέβησαν την περίοδο που διεκδικούσατε την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ. Επειδή όμως οι εσωκομματικοί σας αντίπαλοι σας ενέπλεξαν σε δολοπλοκίες εναντίον του Αλ. Τσίπρα, θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν ο πρώην πρωθυπουργός φέρει ευθύνη για όσα έγιναν τότε, αλλά και γι’ αυτά που συμβαίνουν σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ.
 
Την περίοδο των προεδρικών εκλογών στον ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε μια συκοφαντική και χυδαία επίθεση στο πρόσωπό μου, με σχέδιο και καθοδήγηση από την πλευρά του κ. Κασσελάκη. Στην επίθεση αυτή, η πλευρά του μετέπειτα προέδρου εργαλειοποίησε τον κ. Τσίπρα. Αυτά είναι γνωστά και δεν αμφισβητούνται. Προφανές είναι, επίσης, ότι ο κ. Τσίπρας με τη στάση και τη σιωπή του εκείνη την περίοδο διευκόλυνε τις επιδιώξεις του κ. Κασσελάκη. Στη συνέχεια, βέβαια, βρέθηκε και ο ίδιος στο στόχαστρο επιθέσεων. Οσο για τη σημερινή κατάσταση, αυτή είναι η φυσική εξέλιξη της πορείας εκφυλισμού του ΣΥΡΙΖΑ και τη θεωρώ μη αναστρέψιμη.
 
Γιώργος Κατσίγιαννης