Αρκεί να υπογραμμιστεί εδώ ότι η εγκύκλιος «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» ζητά από τους διευθυντές Εκπαίδευσης να προβούν στις κυρώσεις, ενώ τέτοια αρμοδιότητα δεν έχουν από κανένα νόμο, ούτε θα μπορούσαν άλλωστε –δηλαδή ζητά από τους διευθυντές Εκπαίδευσης να παρανομήσουν, τιμωρώντας απεργούς επειδή απέργησαν, δικαίωμα που το Σύνταγμα τους αναγνωρίζει, αλλά ο υπουργός όχι!
Εν μέσω καλοκαιρινών διακοπών, το υπουργείο Παιδείας, εκμεταλλευόμενο τη θερινή απουσία εκπαιδευτικών από τα σχολεία, εξέδωσε εγκύκλιο (76918/Ε3/8-7-2024) με την οποία ζητείται να καταχωρηθούν σε ηλεκτρονική πλατφόρμα μονομερή πρακτικά για όσους εκπαιδευτικούς δεν «αξιολογήθηκαν». Με την ίδια εγκύκλιο ζητά από τους διευθυντές Εκπαίδευσης να προβούν σε πειθαρχικές κυρώσεις, καθώς και σε πάγωμα της μισθολογικής εξέλιξης σε όσους εκπαιδευτικούς και προϊσταμένες/ους, διευθυντές/ντριες δεν συνέπραξαν «καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην αξιολόγηση».
Για όσους δεν γνωρίζουν, επί τρία χρόνια, μετά την ψήφιση του νόμου 4823 (ο οποίος καθόλου συμπτωματικά είχε ψηφιστεί Αύγουστο, με τα σχολεία και τότε κλειστά) στις σχολικές μονάδες της χώρας διεξάγεται μια σκληρή σύγκρουση ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και στην κυβέρνηση της ΝΔ, που επιδιώκει να εισάγει ένα σύστημα «αξιολόγησης», το οποίο βάλλει ευθέως ενάντια στη δημοκρατική και παιδαγωγική λειτουργία του δημόσιου σχολείου. Κύριο όπλο των εκπαιδευτικών σε αυτήν την αναμέτρηση, ήταν η προκήρυξη απεργίας – αποχής από τις Ομοσπονδίες και τους Συλλόγους κάθε φορά που επιχειρούσε η κυβέρνηση την εφαρμογή των σχεδίων της. Τέλη Ιουλίου, λοιπόν, ο γενικός γραμματέας του ΥΠΑΙΘΑ, που υπογράφει την εν λόγω εγκύκλιο, στοχοποιεί επί της ουσίας το απεργιακό δικαίωμα των εκπαιδευτικών, την κυριότερη γραμμή άμυνας που διαθέτουν ενάντια στον αυταρχισμό και τις αντι-εκπαιδευτικές μεθοδεύσεις της (εκάστοτε) κυβέρνησης.
Το υπουργείο και οι μηχανισμοί του προβαίνουν σε αυτήν την ενέργεια, έχοντας παταγωδώς αποτύχει να πείσουν όσους εργάζονται στις σχολικές μονάδες για τις στοχεύσεις και για τα αποτελέσματα που θα υπάρξουν αν τα σχέδια της ΝΔ εφαρμοστούν. Απόδειξη για αυτό, το ότι οι αποφάσεις της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ ενάντια στον νόμο 4823 υπήρξαν αυτά τα 3 χρόνια ομόφωνες, ψηφίστηκαν ακόμα και από τη φιλοκυβερνητική ΔΑΚΕ και υποστηρίχθηκαν από τη συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών. Προηγούμενες απειλητικές – εκβιαστικές εγκύκλιοι του υπουργείου και εξπρές δικαστικές αποφάσεις εντός μιας ημέρας(!) σε βάρος απεργιακών κινητοποιήσεων, δεν έκαμψαν την αντίσταση των νηπιαγωγών, των δασκάλων, των καθηγητών, αντίθετα προκάλεσαν την αγωνιστική απάντηση των μαχόμενων εκπαιδευτικών, με κορύφωση τις πρόσφατες Γενικές Συνελεύσεις του Μαρτίου, που ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια κατέγραψαν αυξημένη μαζικότητα σε σχέση με παλαιότερες εποχές, ακριβώς επειδή η υπουργική ηγεσία επέμενε να «τραβάει το σχοινί».
Διώξεις απεργών
Πώς, λοιπόν, επιλέγει να απαντήσει στη σθεναρή αντίδραση και στη μαζική αντίσταση η κυβέρνηση; Εγκαινιάζοντας διάλογο, όπως ζητούν ΔΟΕ – ΟΛΜΕ; Αναζητώντας άλλες προτάσεις; Κάνοντας βήματα που θα δείχνουν (έστω υποκριτικά) ότι αφουγκράζεται την αγωνία και την ανησυχία των εκπαιδευτικών; Τίποτα από όλα αυτά. Με την τελευταία κατάπτυστη εγκύκλιο, αδιαφορώντας για την απουσία συναίνεσης, το υπουργείο εξωθεί την κατάσταση ακόμα περισσότερο στα άκρα, καθώς ζητείται να τιμωρηθούν πειθαρχικά και μισθολογικά εκπαιδευτικοί επειδή συμμετείχαν σε νόμιμα αποφασισμένες απεργιακές κινητοποιήσεις των συνδικάτων τους! Βάλλει, δηλαδή, ευθέως ενάντια στο συνταγματικά κατοχυρωμένο και εξαιρετικά πολύτιμο στους δύσκολους καιρούς μας δικαίωμα της απεργίας, δικαίωμα που ασκήθηκε επανειλημμένα μαζικά και επιτυχημένα και για αυτό, κατά τη λογική της κυβέρνησης, έπρεπε να δεχθεί επίθεση. Το αδιέξοδο του κυρίου Πιερρακάκη, που ήρθε στη θέση της κυρίας Κεραμέως να «επιτύχει» εκεί που εκείνη απέτυχε πανηγυρικά, τον οδηγεί σε επικίνδυνες θεσμικές εκτροπές που δοκιμάζουν σκληρά ακόμα και τα νομικά όρια του κοινοβουλευτισμού. Αρκεί να υπογραμμιστεί εδώ ότι η εγκύκλιος «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» ζητά από τους διευθυντές Εκπαίδευσης να προβούν στις κυρώσεις, ενώ τέτοια αρμοδιότητα δεν έχουν από κανένα νόμο, ούτε θα μπορούσαν άλλωστε –δηλαδή ζητά από τους διευθυντές Εκπαίδευσης να παρανομήσουν, τιμωρώντας απεργούς επειδή απέργησαν, δικαίωμα που το Σύνταγμα τους αναγνωρίζει, αλλά ο υπουργός όχι!
Το ζήτημα της αξιολόγησης
Η κυβέρνηση επιδιώκει με τη βοήθεια των συστημικών ΜΜΕ την ιδεολογική της επικράτηση στο επίδικο της «αξιολόγησης», ποντάροντας στον κοινωνικό αυτοματισμό και μεταθέτοντας έτσι στους εκπαιδευτικούς τις ευθύνες για τα χαώδη αναλυτικά προγράμματα, την άπειρη ύλη, το απαράδεκτο περιεχόμενο των βιβλίων, τους εξεταστικούς φραγμούς, τον αριθμό των μαθητών ανά τάξη, την έλλειψη αντισταθμιστικών μέτρων για την ενίσχυση των μαθητών με δυσκολίες κλπ.. Γενικότερα επιδιώκει να στοχοποιήσει τους εκπαιδευτικούς για τις ταξικές – μορφωτικές ανισότητες που το σχολείο ξεγυμνώνει και η κυβέρνηση όχι μόνο δεν θέλει να θεραπεύσει, αλλά τις θεωρεί φυσιολογικές. Είναι, ως εκ τούτου, αναγκαία μια μεγάλη συζήτηση στην κοινωνία (και μέσα στις τάξεις της Αριστεράς) αναφορικά με το τι και το πώς πρέπει να αξιολογείται στη σχολική λειτουργία –αρκεί εδώ να επισημανθεί ότι η σχετική επιστημονική βιβλιογραφία είναι τεράστια και με ποικίλο ιδεολογικό πρόσημο, ποτέ φυσικά ουδέτερη.
Εν προκειμένω, όμως, το ζήτημα είναι ακόμα πιο σοβαρό και δεν αφορά, πλέον, την «αξιολόγηση», αλλά το απεργιακό δικαίωμα. Στην αντιπαράθεση μεταξύ της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης και των πολυπληθέστερων σωματείων του δημόσιου τομέα, των εκπαιδευτικών σωματείων, το θέμα είναι η υπεράσπιση του δικαιώματος σε απεργία. Αν αυτό υπονομευτεί τα (ακόμα) χειρότερα θα έρθουν και θα αφορούν όλους/ες τους/τις εργαζόμενους/ες.
Κανένας εφησυχασμός
Υπό αυτό το πρίσμα, εγκύκλιοι όπως η 76918/Ε3 πρέπει να έχουν ως μόνο αποδέκτη τον κάλαθο σκουπιδιών. Κόμματα, σωματεία, ομοσπονδίες (όχι μόνο εκπαιδευτικές, αλλά και ΑΔΕΔΥ, ΠΟΣΕΕΠΕΑ), γονεϊκοί φορείς, η πανεπιστημιακή κοινότητα και σύσσωμο το συνδικαλιστικό κίνημα οφείλουν να πάρουν θέση. Το απεργιακό δικαίωμα πρέπει να τύχει γενικής υπεράσπισης χωρίς αστερίσκους και χωρίς Λακεδαιμόνιους, γιατί αφορά όλη την κοινωνία. Ο κυβερνητικός αυταρχισμός και οι σχετικές προσπάθειες τρομοκρατίας πρέπει με τη βοήθεια όλων να πέσουν στο βαθύ κενό, όπως έγινε και το 2022, όταν και τότε επιχειρήθηκαν, ανεπιτυχώς, καταχρηστικά και παράνομα, πειθαρχικές ποινές για τους συμμετέχοντες στην απεργία – αποχή. Το υπουργείο επανέρχεται χωρίς να έχει «βάλει μυαλό», κανένας εφησυχασμός δεν επιτρέπεται, η αγωνιστική παρουσία όλων, του καθενός και της καθεμίας από το μετερίζι τους, «κρίνεται απαραίτητη». Για άλλη μια φορά ας έχουμε με τη συνδρομή όλων έναν ωραίο Σεπτέμβρη!
Υ.Γ. 1: Ίσως η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘΑ προχώρησε σε τέτοιες απεγνωσμένες κινήσεις επειδή το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών δικαίωσε τις τελευταίες μέρες την προσφυγή των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών του 2020. Μετά την απόφαση του Εφετείου, η κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει στην μονιμοποίηση των νεοδιόριστων, θέτοντας τέλος στην εργασιακή ομηρία τους –μια ακόμα ήττα του αυταρχικού προφίλ της ΝΔ.
Υ.Γ. 2: Μεγάλα φροντιστήρια αναλαμβάνουν, σύμφωνα με τις δημοσιογραφικές διαρροές, τη συγγραφή της πλειοψηφίας των 166 νέων σχολικών βιβλίων. Όχι συγγραφικές ομάδες στις οποίες συμμετέχουν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, επιστημονικές ενώσεις και εκπαιδευτικοί της πράξης από τα δημόσια σχολεία, αλλά φροντιστήρια –μάλιστα φαίνεται ότι τα 72 βιβλία θα συγγραφούν από το ίδιο φροντιστήριο. Αυτήν την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση έχει κατά νου το υπουργείο, στηριγμένο στην παιδαγωγική γνώση των φροντιστηριαρχών. Άριστοι!
Δημήτρης Σκλάβος