Οι ευρωεκλογές έβαλαν στο προσκήνιο δύο ζητήματα, πανευρωπαϊκά και στη χώρα μας: πρώτον, την εκλογική αποχή, δεύτερον, την άνοδο της Ακροδεξιάς. Απολιτική, αντιπολιτική, κρίση αντιπροσώπευσης, απονομιμοποίηση, ακροδεξιά στροφή.
Οι περισσότερες αναλύσεις δεν αναλύουν, απλώς καταγράφουν τους αριθμούς και περιγράφουν την αποχή και την ακροδεξιά στροφή περίπου ως φυσικά φαινόμενα, αποσυνδεδεμένα από οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών στην Ε.Ε. Αποσυνδεδεμένα από το νεοφιλελεύθερο κλείδωμα όλων των πολιτικών πρακτικών της Ε.Ε. και των κρατών-μελών και από τις άκαμπτες πολιτικές μετά το Σύμφωνο Σταθερότητας, αποσυνδεδεμένα από την πλήρη εγκατάλειψη της συνοχής και της σύγκλισης υπέρ μιας σκοτεινής ανταγωνιστικότητας, αποσυνδεδεμένα από τη γεωπολιτική υποταγή της Ε.Ε. στις ΗΠΑ. Τέλος, η απολιτική και φασίζουσα εκλογική στροφή αποσυνδέεται από τη σύστοιχη κατάρρευση των αριστερών και σοσιαλδημοκρατικών σχηματισμών.
Η τέτοια, ουσιαστικά απολιτική, περιγραφή, μια επιπόλαιη θρηνωδία, στην πραγματικότητα ενισχύει περαιτέρω και την αντιπολιτική και την Ακροδεξιά, δηλαδή και την απέχθεια προς το χρεοκοπημένο παραδοσιακό σύστημα, και την έκφραση του πολιτικού μέσα από τις ταυτίσεις που προσφέρει η Ακροδεξιά. Είναι σαν να μεταδίδουμε λάιβ, «αντικειμενικά», όπως έναν λαϊκό μαραθώνιο, τις παρελάσεις ταγμάτων εφόδου. Σαν να φυσικοποιούμε και να αισθητικοποιούμε φαινόμενα αμιγώς πολιτικά, δηλαδή ενέργειες ανθρώπων, κοινωνικών ομάδων, τάξεων, οικονομικών συμφερόντων, αλλά και τα σύστοιχα συναισθήματα: διαψεύσεις, προσδοκίες, θυμό, φόβο, απόγνωση.
Η στροφή των ηττημένων του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, των άνεργων της αποβιομηχάνισης, των εξουθενωμένων αγροτών, των αποσαθρούμενων μεσοστρωμάτων, των νεοπληβείων της επισφάλειας προς τον εθνικολαϊκισμό, τον αυταρχισμό, τον ρατσισμό, δεν εκδηλώθηκε ξαφνικά το καλοκαίρι του 2024, και δεν εκδηλώθηκε επειδή οι εκλογείς σύγκριναν πολιτικά προγράμματα και σχέδια. Η μετακίνηση είναι, αφενός, ενστικτώδης βιοπολιτική αντίδραση σε μια κοινωνική μηχανική που τους αλέθει· αφετέρου, ομόρροπη κίνηση σε μια γενικευμένη πλύση εγκεφάλου, υποταγή σε μια προπαγάνδα που διαβρώνει κάθε έννοια συλλογικού και δημόσιου.
Το κακό είναι η απουσία του καλού
Σκέφτομαι ότι η τέτοια στροφή προς την αντιπολιτική και την Ακροδεξιά συμβαίνει επειδή δεν υπάρχει μια ζωντανή, πειστική Αριστερά, συνδεδεμένη οργανικά με την εργασία και την κοινωνική δυναμική, μια Αριστερά ικανή όχι μόνο να αντιστέκεται στον αδηφάγο καπιταλισμό, αλλά ικανή να προβάλλει έναν εναλλακτικό κόσμο. Αλλά και επίσης διότι ο φιλελευθερισμός έχει εγκαταλείψει πλήρως το κοινωνικό και πολιτικό του πρόσωπο. Στην πράξη, η Αριστερά σταδιακά εγκατέλειψε τον κόσμο της εργασίας και υπερασπίστηκε όψεις του πολιτικού φιλελευθερισμού, χάνοντας όλες τις μάχες οπισθοφυλακών με τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό.
Υπό αυτήν την έννοια, μας ταιριάζει η διατύπωση του Πλωτίνου και του Ιερού Αυγουστίνου: Το κακό είναι η απουσία του καλού. (Η παραδοχή μας: κακό είναι η Ακροδεξιά και καλό είναι η Αριστερά.) Η σταδιακή υποχώρηση της Αριστεράς, έως πλήρους απουσίας, καταλείπει ένα τεράστιο πολιτικό κενό, το οποίο καταλαμβάνεται, κατελήφθη ήδη, από την Ακροδεξιά. Μια Ακροδεξιά μάλιστα που καταφέρνει να εξελίσσεται, να παίρνει τη μορφή μιας «σοβαρής Χρυσής Αυγής», να έχει τη μορφή μιας συστημικής ακροδεξιάς δεξαμενής, σαν το ΛΑΟΣ παλιότερα, ή την Ελληνική Λύση και τη Νίκη, για να μείνουμε στα δικά μας.
Τι μπορεί να κάνει η Αριστερά; Καταρχάς να κατανοήσει τις τεκτονικές κινήσεις της κοινωνίας της Κρίσης, που άρχισαν το 2008-2010 και συνεχίζονται με σφοδρότητα και μαζικά θύματα· και να πάρει απόφαση σε ποιους απευθύνεται και ποιους εκπροσωπεί. Να αφυπνιστεί από τον βραχμανικό ύπνο, τον ναρκισσισμό και την εσωστρέφεια, να απαλλαγεί από τον ετεροκαθορισμό εντός ενός συστήματος που τη μισεί και τη βδελύσσεται, να απαλλαγεί από τον μικροαστικό καθωσπρεπισμό που σφράγισε την ανανεωτική Αριστερά της Μεταπολίτευσης. Κανείς δεν σέβεται κανέναν κανόνα τώρα· η πολιτική της Δεξιάς είναι πολιτική κοινωνικών αποκλεισμών και ρεβανσισμού, είναι πολιτική απόλυτης κυριαρχίας, δεν σέβεται κανένα «καλό παιδί», και παντί τρόπω -μα παντί τρόπω, όπως έδειξε η πραξικοπηματική καθαίρεση Γ. Παπανδρέου- θα αποτρέπει διαταραχές και εκπλήξεις σαν του 2015 ή του 1981.
Η Δεξιά θα αντλήσει από τις δεξαμενές της Ακροδεξιάς, εκλογικές και ιδεολογικές. Οι ακροδεξιοί της Ν.Δ. ήδη αναθεματίζουν τα ευκαιριακά woke politics του Μητσοτάκη. Ο νεοφιλελεύθερος αυταρχικός οίστρος (aka: πλιάτσικο) της τρόικας εσωτερικού, στην Παιδεία, τη Δημόσια Υγεία, την Πρόνοια, τις υποδομές, παράγει ήδη κοινωνικά ερείπια και εθνικό μαρασμό. Η Ελλάδα πωλείται ως οικόπεδο – κυριολεκτικά. Και το μόνο μέλλον για τους Ελληνες απογόνους του μεταπολεμικού μικροθαύματος θα είναι ντελίβερι και βαστάζοι, ενοικιαζόμενοι με χρονομίσθωση, αντί για τους Αιγύπτιους και τους Πακιστανούς που προσπαθεί να φέρει η κυβέρνηση.
Αυτοί οι πεπτωκότες και διαρκώς εκπίπτοντες Ελληνες είναι τα κοινωνικά υποκείμενα της Αριστεράς. Από αυτούς οφείλει να εμπνευστεί νέες πρακτικές βίου και πολύτροπης πολιτικής, αυτούς οφείλει να εκφράσει ριζοσπαστικά. Με επίθεση, όχι άμυνα. Με λόγο και επικοινωνιακά μέσα που θα συνεγείρουν τους ανθρώπους και θα ενοχλούν αφόρητα τα συστήματα της κοινωνικής-εθνικής παρακμής. Μόνο το καλό μπορεί να αποτρέψει το κακό.
Νίκος Ξυδάκης