Στην ταινία με τίτλο «Μια γυναικεία υπόθεση» («Une affaire de femmes») του Κλοντ Σαμπρόλ (1988), βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του γνωστού γάλλου δικηγόρου και πολιτικού Φρανσίς Σπινέρ, περιγράφεται η αληθινή ιστορία της Μαρί-Λουίζ Ζιρό, μιας σαραντάχρονης γυναίκας που στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής είχε βοηθήσει κρυφά δεκάδες άλλες γυναίκες να κάνουν άμβλωση. Σε μια Γαλλία που διοικείται από τη δωσιλογική κυβέρνηση του Βισί, με έμβλημα το ναζιστικής έμπνευσης τρίπτυχο «Εργασία-Οικογένεια-Πατρίδα», αυτή η ιδιότυπη γυναικεία αλληλεγγύη θα θεωρηθεί προσβολή στο έθνος και τον θεσμό της οικογένειας εν μέσω πολέμου. Η Ζιρό θα περάσει από έκτακτο δικαστήριο και με συνοπτικές διαδικασίες θα καταδικαστεί σε θάνατο τον Ιανουάριο του 1942. Θα είναι μια από τις τελευταίες γυναίκες που θα εκτελεστούν στην γκιλοτίνα. Ένας άντρας, ο Ντεζιρέ Πιοζ, θα έχει το ίδιο τέλος για τον ίδιο λόγο έναν χρόνο αργότερα. Η λεπτών αποχρώσεων ερμηνεία της Ιζαμπέλ Ιπέρ, που υποδύεται τον κεντρικό ρόλο στην ταινία, έφερε στο φως τη γνωστή από το 19ο αιώνα παράδοση των «αγγελοποιών» («faiseuses d’anges»), των γυναικών που εφάρμοζαν εμπειρικές μεθόδους διακοπής της κύησης, με βελόνες πλεξίματος, μεταλλικές κρεμάστρες ή καυστικά υγρά – μετατρέποντας τα κυοφορούμενα έμβρυα σε «αγγέλους».
Την ιστορία των παράνομων αμβλώσεων, με τις οδυνηρές έως τραγικές συνέπειες για τη ζωή, την υγεία και την ακεραιότητα των γυναικών που τολμούσαν να τις εφαρμόσουν, θύμισαν οι κρεμάστρες που ύψωναν ή απεικόνιζαν στις εκδηλώσεις τους το περασμένο διάστημα οι υποστηρίκτριες της εισαγωγής του δικαιώματος στην άμβλωση στο γαλλικό Σύνταγμα. Αντικείμενο συνδεδεμένο με την τραυματική και συχνά μοιραία εμπειρία των εξωιατρικών αμβλώσεων, η κρεμάστρα καθιερώθηκε ήδη από το φεμινιστικό κίνημα της δεκαετίας του ’70 ως το ιδιότυπο σύμβολο του αγώνα για την αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος, μέσα από τη διεκδίκηση ιδίως του δικαιώματος στην ελεύθερη και δωρεάν διακοπή της κύησης. Στον απόηχο του Μάη του ’68, το Μανιφέστο των 343 γυναικών από τον καλλιτεχνικό και ακαδημαϊκό χώρο που αυτοαποκαλούνταν «τσούλες» και δήλωναν δημόσια, μέσα από τον Τύπο του 1971, ότι είχαν προβεί λαθραία σε άμβλωση, θα προετοίμαζε το έδαφος για την πρώτη φεμινιστική νίκη, ένα χρόνο αργότερα, όταν η αγωνίστρια δικηγόρος Ζιζέλ Αλιμί θα επιτύγχανε με την ιστορική της αγόρευση στην περίφημη «δίκη του Μπομπινί» την απαλλαγή της ανήλικης πελάτισσάς της, θύματος βιασμού, που είχε καταφύγει στην άμβλωση. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 17 Ιανουαρίου του 1975, η υπουργός Υγείας της συντηρητικής κυβέρνησης του Ζισκάρ ντ’ Εστέν, Σιμόν Βέιλ, θα κατάφερνε να περάσει, με τις ψήφους της αντιπολίτευσης και κάτω από τα γιουχαΐσματα, τις απειλές και τα αντισημιτικά σχόλια των βουλευτών της παράταξής της, την αποποινικοποίηση της άμβλωσης με τον εμβληματικό νόμο που φέρει πλέον το όνομά της.
Οι πρόσφατες νομοθετικές παλινδρομήσεις στην Πολωνία, την Αργεντινή και αλλού επιβεβαίωσαν την αναγκαιότητα μιας αυστηρότερης ρύθμισης του συγκεκριμένου πεδίου στη γαλλική έννομη τάξη. Έτσι, στις 4 Μαρτίου 2024, η συνδιάσκεψη του Κοινοβουλίου και της Γερουσίας αποφάσισε με ανέλπιστα ευρεία πλειοψηφία την κατοχύρωση του δικαιώματος στην άμβλωση στο Σύνταγμα, στη βάση ενός σύγχρονου σκεπτικού που κατάφερε να συνενώσει ένα μεγάλο φάσμα βουλευτών, από την κεντροδεξιά και τη νεοφιλελεύθερη δεξιά του Μακρόν μέχρι το συνασπισμό των αριστερών κομμάτων της NUPES. Σε μια επίσημη όσο και συμβολική τελετή που οργανώθηκε στην ιστορική πλατεία Βαντόμ, στο κέντρο του Παρισιού, στις 8 Μαρτίου, Ημέρα της Γυναίκας, ο γάλλος πρόεδρος και ο υπουργός Δικαιοσύνης έβαλαν τη σφραγίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας στο νέο συνταγματικό νόμο «για την κατοχύρωση της ελευθερίας των γυναικών να προσφεύγουν σε εκούσια διακοπή της κύησης».
Η νέα αυτή συνταγματική προσθήκη, με την οποία η Γαλλία γίνεται η πρώτη χώρα στον κόσμο που αποδίδει στην άμβλωση συνταγματική ισχύ, έρχεται να προσθέσει άλλη μια πινελιά στον εκσυγχρονισμό του γαλλικού Συντάγματος του 1958, μετά και τη σχετικά πρόσφατη αναγνώριση του αδικήματος της «οικοκτονίας» (καταστροφής του οικοσυστήματος). Παρά τις αναμενόμενες αντιδράσεις των συντηρητικών πολιτικών κύκλων, των υποστηρικτών του θεσμού της παραδοσιακής οικογένειας και του κοινού της καθολικής εκκλησίας, που όμως αποδείχθηκαν μάλλον περιθωριακές, η γαλλική κοινωνία φάνηκε ότι ήταν πλέον ώριμη να αποδεχθεί και να στηρίξει μια τέτοια θεσμική εξέλιξη. Σε ένα επόμενο στάδιο, όπως δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών, η Γαλλία θα αναλάβει πρωτοβουλία ώστε το δικαίωμα στην εκούσια διακοπή της κύησης να εισαχθεί προσεχώς στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος έχει την ίδια δεσμευτική ισχύ με τις Συνθήκες.
«Αυτό δεν είναι μια κρεμάστρα», έλεγαν παραφράζοντας τον Μαγκρίτ τα πανό των συγκινημένων γυναικών που πανηγύριζαν για τον νέο συνταγματικό νόμο. Είναι το σύμβολο μιας εποχής που περνάει ανεπιστρεπτί.
H Δέσποινα Σίνου είναι επίκουρη καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου, αναπληρώτρια Κοσμήτορας Σχολής Νομικών Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Sorbonne Paris Nord