Συνεντεύξεις

Νίκος Βούτσης: Η κοινωνία δεν εμπιστεύεται την έλλειψη σαφήνειας στις θέσεις των κομμάτων

· Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται ήδη σε μια σοβαρή δοκιμασία που προοιωνίζεται την πιθανή και σύντομη συρρίκνωση της ηγεμονίας της στις πολιτικές εξελίξεις, γεγονός που θα καταγραφεί προφανώς και στις προσεχείς ευρωεκλογές.
 
· Δοκιμάζεται η κυβερνητική συνοχή με φιλελεύθερες πολιτικές όπως αυτής της νομοθέτησης των δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών αλλά και με τη ταυτόχρονη διογκούμενη συσπείρωση και προβολή ακροδεξιών ή και εθνικιστικών απόψεων.
 
· Φτάσαμε στο σημείο πρωθυπουργός να προτείνει στους βουλευτές του να απέχουν από ψηφοφορία κρίσιμου νομοσχεδίου. Πέραν του ότι είναι αδιανόητο καθαυτό ως ενδεικτικό αδυναμίας, δημιουργεί και σοβαρό αρνητικό προηγούμενο για τα κοινοβουλευτικά ήθη και τις διαδικασίες.
 
· Ήταν αδύνατη για εμάς η συνύπαρξη μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με όρους ιστορικής ευθύνης και αξιοπρέπειας. Όπως αναλυτικά έχουμε διατυπώσει σε προσωπικές και συλλογικές δημόσιες τοποθετήσεις, ανέκυψαν αφενός πολιτικά ζητήματα που οδηγούν στον κίνδυνο της κεντρώας συστημικής μετάλλαξης της ταυτότητας του κόμματος, ενώ αφετέρου υπήρξαν προφανή ζητήματα υπεράσπισης της σοβαρότητας της παράταξης, των αξιών και του πολιτισμού της παράδοσης της Ανανεωτικής Αριστεράς.
 
· Η λαϊκή απάντηση στην κυβερνητική πολιτική εμφορείται από σύγχρονες προοδευτικές απόψεις στο βαθμό που ενθαρρύνει τα κινήματα και τις αντιστάσεις των πολιτών για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων τους και στο βαθμό που αναθεμελιώνει την πολιτική ως αυταξία και οδηγεί στην πολιτική συμμετοχή και στη μαζική συμμετοχή σε εκλογικές διαδικασίες. Αυτή άλλωστε είναι και η ουσία της Δημοκρατίας.
 
 
Η συνέντευξη του Νίκου Βούτση στο LIBRE και τον Χρόνη Διαμαντόπουλο:
 
 
-Κύριε πρόεδρε ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, διασπάστηκε και αυτό έχει δημιουργήσει μια σειρά από νέα δεδομένα στην πολιτική σκηνή. Στη Βουλή βλέπουμε τρεις πολιτικούς σχηματισμούς, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας, αλλά και ένα κόμμα που έμεινε εκτός Βουλής το ΜέΡΑ25 που προέρχονται από την ίδια μήτρα. Ποιο είναι το μήνυμα που εκπέμπει η Αριστερά με την πολυδιάσπασή της; Πρόκειται τελικά για μια μάχη προσώπων ή μάχη ιδεών;
 
Σε ό,τι αφορά τη διάσπαση και τις αποχωρήσεις στελεχών μετά το δημοψήφισμα και πριν τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 είναι γνωστό ότι υπήρχε ουσιαστική διαφωνία σε σχέση με τη, σωστή κατά τη γνώμη μου, άποψη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να συνομολογήσει τη γνωστή δανειακή σύμβαση με τα προφανή αρνητικά που συνόδευαν και τα τρία μνημόνια, ως μια πιο ευνοϊκή εναλλακτική για την τυπική έξοδο της χώρας από τις μνημονιακές δεσμεύσεις, στόχος ο οποίος επετεύχθη.
 
Ήταν, λοιπόν, θέμα διαφοράς πολιτικών απόψεων που έφταναν, σε ορισμένες περιπτώσεις, μέχρι και στην πολιτική εξόδου της χώρας από το ευρώ και την Ε.Ε. Δεν ήταν προσωπικές στρατηγικές ανεξάρτητα εάν αυτά τα «θραύσματα» των πολιτικών φορέων που σχηματίστηκαν είχαν ή και πήραν, σε ορισμένες περιπτώσεις, προσωποπαγή χαρακτήρα.
 
Με την ίδια οπτική απαντώ και στο ερώτημά σας για την πρόσφατη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και τη μορφοποίηση συν τω χρόνω ενός άλλου φορέα της σύγχρονης, ριζοσπαστικής και ανανεωτικής Αριστεράς, τη Νέα Αριστερά. Στην περίπτωση αυτή ήταν αδύνατη για εμάς η συνύπαρξη μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με όρους ιστορικής ευθύνης και αξιοπρέπειας. Όπως αναλυτικά έχουμε διατυπώσει σε προσωπικές και συλλογικές δημόσιες τοποθετήσεις, ανέκυψαν αφενός πολιτικά ζητήματα που οδηγούν στον κίνδυνο της κεντρώας συστημικής μετάλλαξης της ταυτότητας του κόμματος, ενώ αφετέρου υπήρξαν προφανή ζητήματα υπεράσπισης της σοβαρότητας της παράταξης, των αξιών και του πολιτισμού της παράδοσης της Ανανεωτικής Αριστεράς. Δεν αμφισβητώ ότι οι αρχές αυτές είναι ακόμα στα «πιστεύω» πολλών στελεχών και μελών του κόμματος, που παρέμειναν σε αυτό. Είναι αρνητική αυτή η εξέλιξη. Ισχυρίζομαι πως δεν ήταν επιθυμητή ούτε και προδιαγεγραμμένη.
 
Μετά τις δύο πρόσφατες εκλογικές ήττες, αντί της σωστής επιλογής για αναστοχασμό και συντεταγμένη συζήτηση με στόχο την πειστική αυτοκριτική αλλά και το βάθεμα και τη συγκεκριμενοποίηση των προγραμματικών πολιτικών θέσεων, τέθηκε η παράταξη σε μια περιδίνηση για την αναζήτηση ηγεσίας χωρίς μάλιστα τα εύλογα καταστατικά προαπαιτούμενα διαφύλαξης αυτής της διαδικασίας.
 
-Υπάρχουν περιθώρια συνεννόησης για συνεργασία μεταξύ των κομμάτων που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και το ΠΑΣΟΚ / Κίνημα Αλλαγής;
 
Με βάση τα παραπάνω είναι βεβαίως αρνητικό το μήνυμα προς τον προοδευτικό κόσμο και ευρύτερα την κοινωνία, δεν παράγεται έμπνευση και ελπίδα για πολιτική συμμετοχή και πολιτική δραστηριότητα, ιδιαίτερα της νεολαίας και των εργαζομένων. Προϋποθέσεις που είναι απολύτως αναγκαίες για την αντίσταση στις συνέπειες της ασκούμενης νεοφιλελεύθερης πολιτικής και την ήττα της εμφανιζόμενης ως ηγεμονίας της δεξιάς, στο πολιτικό σκηνικό όπως διαμορφώθηκε στις εκλογές.
 
Επιπροσθέτως η έλλειψη συνεργασίας ανάμεσα στις δυνάμεις της Αριστεράς και του προοδευτικού κέντρου διαμορφώνει ένα πολιτικό κενό εκπροσώπησης με βάση τις κρίσιμες ανάγκες των πολιτών, που θέλουν να καλύψουν διάφορες ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις κατ’ αντιστοιχία με τις εξελίξεις σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Η εικόνα αυτή έρχεται ως συνέχεια – και η πολυδιάσπαση της Αριστεράς την επιτείνει – με την απογοήτευση που υπήρξε σε όλη την προεκλογική περίοδο λόγω της κάθετης άρνησης όλων των άλλων δυνάμεων της Αριστεράς, προεξάρχοντος του ΚΚΕ, και του ΠΑΣΟΚ για την αξιοποίηση της απλής αναλογικής ώστε να διαμορφωθεί μια φερέγγυα και ρεαλιστική προγραμματική πρόταση διακυβέρνησης.
 
Όλες λοιπόν οι πολιτικές συλλογικότητες της δημοκρατικής αντιπολίτευσης κρίνονται τόσο για την αξιόπιστη και μαχητική αποδόμηση της νεοφιλελεύθερης κυβερνητικής πολιτικής όσο και για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου προγραμματικών συνεργασιών ανάμεσα στους διαφορετικούς υπάρχοντες σήμερα φορείς.
 
Σε ό,τι μας αφορά βεβαίως εργαζόμαστε για να υπάρξει αυτή η προοπτική από τις θέσεις και το πρόγραμμα της Νέας Αριστεράς και όχι μέσω προσχωρήσεων στο ρεύμα της Κεντροαριστεράς και της διαμόρφωσης κοινού πολιτικού φορέα με το ΠΑΣΟΚ, απόψεις που συζητιούνται πλέον ανοικτά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
 
Η κοινωνία δεν εμπιστεύεται πια την αντιφατική ρητορική και την έλλειψη σαφήνειας στις θέσεις των κομμάτων. Είναι απαραίτητο να υπάρχει σαφής γραμμή και πειστική τεκμηρίωση που θα δώσει και το έδαφος για συγκλίσεις όπου αυτό είναι δυνατό. Σε ότι μας αφορά ενδεικτικά αναφέρω τη θετική στάση στα νομοσχέδια για ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες όπως και για το δειλό βήμα που έγινε για την ενσωμάτωση μεταναστών μέσω της εργασίας.
 
Με την ίδια σαφήνεια είπαμε όχι στο ράλι των εξοπλισμών, συντασσόμαστε με τις δυνάμεις που ανθίστανται στην αντισυνταγματική ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ, είμαστε αυστηροί στην αντιμετώπιση των αιτιών που έχουν οδηγήσει στην κλιματική κρίση, ασκούμε κριτική στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης από την οπτική της Αριστεράς, χωρίς «πλειοδοσία πατριωτισμού» και βέβαια στηρίζουμε κάθε πρωτοβουλία για την ειρήνη ενώ η κυβερνητική πολιτική του κ. Μητσοτάκη εντάσσει τη χώρα ως «πρόθυμο και δεδομένο σύμμαχο» σε μονομερή υποστήριξη επιθετικών επιλογών και στην απαράδεκτη σιωπή για το έγκλημα που συντελείται εδώ και μήνες στη Γάζα απέναντι στον παλαιστινιακό λαό.
 
-Την πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη ποιος μπορεί να την αμφισβητήσει; Ποιο κόμμα και με τι είδους αντιπολίτευση; Μήπως τελικά ζητήματα όπως η λεγόμενη οπαδική βία ή ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών είναι εκείνα που θα προκαλέσουν κρίση στην κυβέρνηση καθώς δεν λαμβάνει ουσιαστικές αποφάσεις;
 
Παρότι φαινομενικά πανίσχυρη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται ήδη σε μια σοβαρή δοκιμασία που προοιωνίζεται την πιθανή και σύντομη συρρίκνωση της ηγεμονίας της στις πολιτικές εξελίξεις, γεγονός που θα καταγραφεί προφανώς και στις προσεχείς ευρωεκλογές.
 
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται μπροστά σε μια προφανή διάρρηξη των ορίων του πολιτικού τακτικισμού με τον οποίο πετυχημένα πορεύτηκε επί τεσσεράμισι χρόνια μέσω της συγκατοίκησης με επιφανή στελέχη της άκρας και της λαϊκής δεξιάς, και πολλών στελεχών του κέντρου.
 
Δοκιμάζεται η συνοχή μιας ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής, που έχει ως άμεση συνέπεια την έκρηξη των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων και την διετή ανοχή και υπόθαλψη του απίστευτου κύματος ακρίβειας που σαρώνει τα λαϊκά νοικοκυριά και όχι μόνο.
 
Δοκιμάζεται η κυβερνητική συνοχή με φιλελεύθερες πολιτικές όπως αυτής της νομοθέτησης των δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών αλλά και με τη ταυτόχρονη διογκούμενη συσπείρωση και προβολή ακροδεξιών ή και εθνικιστικών απόψεων. Απόψεις που διεκδικούν πλέον την πλειοψηφική τους έκφραση στο όνομα της δήθεν αντιμετώπισης των ακροδεξιών κομμάτων, επικαλούμενοι την ίδια ατζέντα, όπως συμβαίνει και με άλλες δυνάμεις του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Οι συνέπειες είναι γνωστές.
 
Φτάσαμε στο σημείο λοιπόν πρωθυπουργός να προτείνει στους βουλευτές του να απέχουν από ψηφοφορία κρίσιμου νομοσχεδίου. Πέραν του ότι είναι αδιανόητο καθαυτό ως ενδεικτικό αδυναμίας, δημιουργεί και σοβαρό αρνητικό προηγούμενο για τα κοινοβουλευτικά ήθη και τις διαδικασίες.
 
Θα ήταν αυταπάτη να περιμένουμε την κατάρρευση της κυβέρνησης κάτω από το βάρος και τη δοκιμασία αυτών των σοβαρών ενδοκυβερνητικών αντιφάσεων. Είναι όμως, επίσης, εσφαλμένη ανάγνωση αυτή που στο όνομα της προσδοκώμενης ήττας του καθεστώτος Μητσοτάκη συνηγορεί σε μια άμβλυνση των μετώπων, σε μια μετριοπαθή αντιπολίτευση που θα οδηγεί ενδεχομένως με τη συνεπικουρία ή έστω την ανοχή μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων σε ένα νέο συστημικό δικομματισμό και στην αποδυνάμωση των αναγκαίων σοβαρών τομών στο πεδίο της αναδιανομής, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ριζικής αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, την υπεράσπιση δικαιωμάτων και ελευθεριών.
 
Ενισχύεται η ύπουλη προπαγάνδα ότι δήθεν οι πολίτες δεν ενδιαφέρονται και δεν ασχολούνται με τα δικαιώματα, με την υπεράσπιση του κράτους δικαίου και των συνταγματικών ελευθεριών και κρίνουν πάντοτε και μόνο με βάση το «τι έχει μέσα η τσέπη τους». Εκτιμώ ότι καθώς συνεχίζεται μάλιστα η στρατηγική πλέον της συγκάλυψης των κυβερνητικών ευθυνών, μέσω ελεγχόμενων media και στημένων διαδικασιών στις εξεταστικές επιτροπές, όπως τώρα για το έγκλημα των Τεμπών, αυτή η κυνική και ανενδοίαστη καταπάτηση θεσμών, αρχών, διαδικασιών, με κορωνίδα το τεράστιο σκάνδαλο των υποκλοπών που έχει πάρει πλέον και διεθνείς διαστάσεις θα αποτελέσει Βατερλώ για τη συνολική κυβερνητική θητεία της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη.
 
-Στην Ευρώπη ενόψει και των ευρωπαϊκών εκλογών, βλέπουμε την άνοδο της ακροδεξιάς. Το ακροδεξιό μπλοκ σε όλη την Ευρώπη εμφανίζεται ισχυρότερο παρά ποτέ. Στην Ολλανδία η ακροδεξιά ελέγχει την κυβέρνηση στη Γαλλία και στη Γερμανία εμφανίζονται ισχυροί στις δημοσκοπήσεις. Πιστεύετε ότι οι Έλληνες στις ευρωεκλογές θα επιλέξουν κόμματα που βρίσκονται δεξιά της ΝΔ για να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους για την κυβερνητική πολιτική;
 
Η αντιμετώπιση του κινδύνου ενίσχυσης της ακροδεξιάς, επαναλαμβάνω δεν γίνεται με υιοθέτηση της ατζέντας της π.χ. για το μεταναστευτικό, για τα συντηρητικά στερεότυπα του «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», για τις ανορθολογικές θεωρήσεις και ερμηνείες των εξελίξεων, για την πατριδοκαπηλία και τη ξενοφοβία.
 
Η λαϊκή απάντηση στην κυβερνητική πολιτική εμφορείται από σύγχρονες προοδευτικές απόψεις στο βαθμό που ενθαρρύνει τα κινήματα και τις αντιστάσεις των πολιτών για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων τους και στο βαθμό που αναθεμελιώνει την πολιτική ως αυταξία και οδηγεί στην πολιτική συμμετοχή και στη μαζική συμμετοχή σε εκλογικές διαδικασίες. Αυτή άλλωστε είναι και η ουσία της Δημοκρατίας.
 
Σε αυτό το πεδίο δοκιμάζονται στην Ευρώπη και θα δοκιμαστούν και στη χώρα μας οι σαφείς προγραμματικές προτάσεις της Αριστεράς για την αντιμετώπιση των επάλληλων κρίσεων και την άρση των ανισοτήτων. Σε συνάρτηση βεβαίως με ένα ευρύ πρόγραμμα συγκλίσεων και προγραμματικών συμπτώσεων για μια πολυκομματική εναλλακτική κυβερνητική πρόταση με προοδευτικό πρόσημο.
 
-Εσείς παραμένετε ενεργός στην πολιτική. Υπάρχει πιθανότητα να είστε υποψήφιος στις ευρωεκλογές;
 
Ναι παραμένω ενεργός στην πολιτική αλλά δεν θα είμαι υποψήφιος στις ευρωεκλογές. Οι εξελίξεις στην Αριστερά, τη δική μας Αριστερά επιβάλλουν σε όλους μας ευθεία ανάληψη ευθύνης, δημόσια τοποθέτηση και ενεργό ρόλο για να υπάρξει γρήγορα και πάλι η ελπίδα για μια μεγάλη αλλαγή στη χώρα.