Macro

Γιάννης Μουσουλίδης: Ανασυγκρότηση της Αριστεράς με Σκέψη και Δράση

Η αυτο-οργάνωση σε δίκτυα ενεργών πολιτών με οριζόντια δομή και οργάνωση σε κάθε πόλη, η αλληλεπίδραση μεταξύ τους και η δημιουργία δράσεων, οι οποίες αναδεικνύουν την ουσία των προβλημάτων, προτείνοντας όμως και το περίγραμμα λύσεων, είναι ο δρόμος, ο οποίος θα οδηγήσει με βεβαιότητα στην ανασύνθεση της Αριστεράς.
 
Τα εκλογικά αποτελέσματα στην Αργεντινή και στην Ολλανδία επιβεβαιώνουν τη μεταστροφή των εκλογικών μαζών προς όλα τα πιθανά πολιτικά σχήματα, που εκφράζουν την Alt Right πολιτική.
 
Η επανάκαμψη του ακραίου λαϊκισμού, ο οποίος συνδυάζεται με τον ρατσισμό κάθε είδους και τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό, συνθέτει ένα μίγμα πολιτικών απόψεων, που αναθεωρεί όλο το οικοδόμημα της μεταπολεμικής Δημοκρατίας δυτικού τύπου. Το εκλογικό σώμα κάθε χώρας, είτε αποστασιοποιείται από τις εκλογικές διαδικασίες, είτε συσπειρώνεται μεταξύ του δίπολου «λαϊκισμός – ορθολογισμός». Ο «λαϊκισμός» εκφράζει τη διατήρηση των παραδοσιακών μορφών διοίκησης και οργάνωσης των κοινωνιών, τον επανακαθορισμό της έννοιας της ασφάλειας, την επανα-τροφοδότηση της έννοιας Εθνική «καθαρότητα», τα περίκλειστα σύνορα. Σε αντίθεση, ο «ορθολογισμός» προτάσσει την παγίωση του οικονομικού status quo με την υιοθέτηση μεθόδων εκσυγχρονισμού.
 
Το παραπάνω δίπολο τροφοδοτεί μία συζήτηση, στην οποία απουσιάζουν τα θέματα της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας, όπως πλέον καθορίζονται συνυπολογίζοντας τις τομές, που επιφέρουν οι τεχνολογικές εξελίξεις. Απουσιάζουν επίσης τα θέματα των αυξανόμενων ανισοτήτων, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και προφανώς των επιπτώσεων, που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή στις ζωές των ανθρώπων. Σε αυτή τη συζήτηση η Αριστερά παγκοσμίως και ειδικότερα στην Ευρώπη συμμετέχει αποσπασματικά ωσάν να δίνει μάχη «οπισθοφυλακής».
 
Από το 1990 και έως σήμερα, η αριστερή σκέψη και δράση υποκαθιστά τα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα με γενικόλογες εκτιμήσεις. Οι ιδεολογικές αναφορές εκλείπουν ή αποσιωπώνται, η κινηματική δράση έχει αντικατασταθεί από την προσπάθεια κατάκτησης της κυβερνητικής εξουσίας, ενώ οι αναγκαίες προτάσεις ρήξεων για αλλαγή του οικονομικού status quo παραπέμπονται σε ένα απροσδιόριστο μέλλον λόγω έλλειψης στρατηγικής μετάβασης.
 
Με διαφορετικές χρονικότητες και με διαφορετικά πολιτικά σχήματα σε κάθε χώρα, η αποτύπωση αυτή συνιστά ένα «πολιτικό» μοτίβο, από το οποίο δεν αποκλίνει ούτε η Ελλάδα.
 
Το ελληνικό πρόβλημα
 
Σε όλη την περίοδο της 3ης Ελληνικής Δημοκρατίας, η δημόσια συζήτηση για το θέμα της παραγωγικής δομής της χώρας, καθώς και των θεσμών που θα την υποστηρίξουν, ήταν επίκαιρη.
 
Κάθε τέλος εκλογικού κύκλου τροφοδοτούσε τη δημόσια συζήτηση με στόχους όπως η είσοδος της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η υποχρέωση τήρησης της συνθήκης του Μάαστριχτ, η είσοδος στον σκληρό πυρήνα του ευρώ, η αναδιάρθρωση του Δημοσίου Χρέους (Μνημόνια).
Σε μία πορεία 50 ετών, ο στρατηγικός σχεδιασμός της χώρας εκχωρήθηκε σταδιακά από το πολιτικό σύστημα σε ιδιωτικούς φορείς (ΣΕΒ) και το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα, με αποτέλεσμα, κατά την περίοδο των μνημονίων, σχεδόν όλο το κόστος της αναδιάρθρωσης του χρέους να το πληρώσουν οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και οι μικρές επιχειρήσεις.
 
Οι αποφάσεις της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους επιβλήθηκαν από το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα και υλοποιήθηκαν με κάποιες διαφοροποιήσεις από την πλειοψηφία του πολιτικού συστήματος. Στο τέλος αυτής της πορείας, η Ελλάδα είναι μία χώρα που, ενώ ανήκει στο σκληρό πυρήνα του ευρώ, αντιμετωπίζει,
 
το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στην Ευρώπη,
εκτεταμένη διαφθορά,
μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες,
δημογραφικό πρόβλημα
ισχνή παραγωγική βάση, χωρίς στρατηγική ενσωμάτωσης και αντιμετώπισης των τεχνολογικών εξελίξεων και των αλλαγών που επιφέρει η κλιματική αλλαγή,
απαξιωμένους δημοκρατικούς θεσμούς,
κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα,
ασταθή γεωπολιτική θέση
 
Διόρθωση πορείας ή αλλαγή κατεύθυνσης;
 
Όλες οι κοινωνικο-οικονομικές έρευνες των τελευταίων ετών αποτυπώνουν τη δυσαρέσκεια των πολιτών εξαιτίας του τρόπου αντιμετώπισης των παραπάνω προβλημάτων, γεγονός που την καθιστά και πλειοψηφούσα άποψη.
Η κυβερνητική πρακτική της Ν.Δ. αντιμετωπίζει τη δυσαρέσκεια ως μακροχρόνιο σύμπτωμα λανθασμένων επιλογών του παρελθόντος, οι οποίες επιβάλλουν «διορθώσεις». Στον αντίποδα της «διόρθωσης», το σύνολο της Αριστεράς αντιτάσσει είτε «καλύτερες διορθώσεις», είτε μία απροσδιόριστη χρονικά ριζική αλλαγή του κοινωνικο-οικονομικού status quo χωρίς πειστική πορεία μετάβασης.
 
Τελικά, η αλλαγή κατεύθυνσης δεν υπάρχει ως επιλογή για τους πολίτες, γιατί κανένας πολιτικός φορέας της Αριστεράς δεν την παρουσιάζει ολοκληρωμένα και πειστικά.
 
Η διαμόρφωση πολιτικού σχεδίου με σοσιαλιστική κατεύθυνση δε συνιστά μόνο επιβεβαίωση της πολιτικής ταυτότητας της Αριστεράς, αλλά και απαραίτητο όρο για τη βιώσιμη ανάταξη της χώρας, με βάση τα υπάρχοντα προβλήματα.
 
Αλλαγή κατεύθυνσης. Πώς;
 
Η πειστική και ολοκληρωμένη διαμόρφωση πολιτικού σχεδίου με σοσιαλιστική κατεύθυνση απαιτεί από την Αριστερά αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της.
 
Α. Διατηρώντας την κληρονομιά των θεωρητικών προσεγγίσεων αλλά και των αγώνων της, η Αριστερά χρειάζεται να ξεφύγει από τη μονοδιάστατη αντιμετώπιση της πολιτικής μόνο με όχημα τα κόμματα. Οφείλει να κινητοποιήσει τους πολίτες να αναλάβουν να επεξεργαστούν θέσεις, να μπουν στην περιπέτεια διαμόρφωσης προτάσεων και στην υλοποίηση μικρότερων ή μεγαλύτερων δράσεων με στόχο να αλλάξουν τη ζωή τους σήμερα, τώρα. Με τρόπο άμεσα δημοκρατικό, οριζόντιο. Ευρύτερες κοινωνικές ομάδες να προσκληθούν να συμμετάσχουν στην προσπάθεια επεξεργασίας όλων των ζητημάτων και μέσω αυτής της δημιουργικής συμμετοχής να σφυρηλατηθεί μία νέα δημοκρατική λειτουργία.
 
Β. Μιλώντας με μεγαλύτερη ωριμότητα πλέον, αλλά και με αυτογνωσία για τα λάθη που έκανε επανειλημμένως και πολύ περισσότερο για τις τομές, που δεν τόλμησε να κάνει. Η Αριστερά είναι υποχρεωμένη πλέον να είναι οραματική αλλά και συγκεκριμένη ταυτόχρονα.
 
Τα σωστά ερωτήματα προδιαγράφουν τις σωστές λύσεις
 
Σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτατο ρυθμό, η Αριστερά οφείλει να θέσει τα μεγάλα ερωτήματα, που αφορούν τη βιωσιμότητα του πλανήτη και την επιβίωση των ανθρώπων εξειδικεύοντάς τα για την Ελλάδα.
 
Μπορεί να συνεχιστεί επ’ αόριστον η λογική της οικονομικής ανάπτυξης με όρους μεγέθυνσης πλούτου που αποδεδειγμένα πλέον επιταχύνει την κλιματική αλλαγή; Πώς επιτυγχάνουμε βιώσιμη ανάπτυξη όχι με οικονομικούς όρους μόνο, αλλά και με όρους επιβίωσης της σχέσης του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον;
Πώς επιδρά η τεχνολογική εξέλιξη στις ζωές των ανθρώπων; Η επίδραση της τεχνολογίας θα κατευθυνθεί με σκοπό τη διατήρηση ή την αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, ή θα διαχυθεί στις κοινωνίες συμβάλλοντας αποφασιστικά στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων; Πόσο αναγκαία είναι για παράδειγμα η δραστική μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών και ο νέος σχεδιασμός πόλεων; Ποια προβλήματα βιοηθικής αναφύονται από την τεχνολογική εξέλιξη και πώς αντιμετωπίζονται;
Πώς επαναφέρουμε την έννοια του Δημόσιου αγαθού; Ποιος ο ρόλος του; Ποιοι και πώς αποφασίζουν για τη διάθεση και χρήση του; Πώς διασφαλίζεται ότι ο Δημόσιος χώρος αποτελεί αγαθό και όχι εμπόρευμα; Πώς εξασφαλίζεται ότι η Υγεία, η Παιδεία, ο Πολιτισμός συνιστούν Δημόσια αγαθά,που παρέχονται ισότιμα σε κάθε πολίτη; Πώς κατοχυρώνεται ότι το νερό, ο ήλιος, ο αέρας συνιστούν δημόσιους πόρους και ότι η ενέργεια είναι αγαθό και όχι εμπόρευμα;
Το παραγωγικό μοντέλο θα περιλαμβάνει δραστηριότητες , που παράγουν αξία με βάση την παραγωγή εμπορευμάτων-υπηρεσιών μόνο, ή θα περιλαμβάνει και την «αναπαραγωγική εργασία» (νοικοκυριό, φροντίδα παιδιών, εκπαίδευση); Πώς αναπτύσσονται και εντάσσονται στην οικονομία νέες παραγωγικές δομές; Πώς και από ποιους ενεργοποιούνται αδρανείς παραγωγικές δομές; Ποιος είναι ο στρατηγικός σχεδιασμός για τη βιώσιμη και ισόρροπη ανάπτυξη όλων των περιοχών της χώρας, σε αντιδιαστολή με τη μονοδιάστατη ανάπτυξη τουριστικών υπηρεσιών; Πώς η Έρευνα και η Καινοτομία μπορούν να συνεισφέρουν στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, συμβάλλοντας σε ένα νέο ποιοτικό αναπτυξιακό πρότυπο, απαλλαγμένο από χρησιμοθηρικές και αγοραίες αντιλήψεις;
Ποιος μηχανισμός υλοποιεί τη χρηματοδότηση του παραγωγικού μοντέλου και με ποια κριτήρια; Θα συνεχίσουμε να θεωρούμε ότι η αγορά και μόνον αυτή έχει το προνόμιο να αποφασίζει τα κριτήρια και τα υποκείμενα της χρηματοδότησης, με μοναδικό γνώμονα την επίτευξη της ταχύτερης και μεγαλύτερης κερδοφορίας, ή η κοινωνία θα ασκεί έλεγχο για τις χρηματοδοτήσεις, οι οποίες προέρχονται από Δημόσιους πόρους;
Με ποιον τρόπο διασφαλίζεται ένα δημόσιο, ποιοτικά αναβαθμισμένο, σύγχρονο και συμπεριληπτικό εκπαιδευτικό σύστημα για όλες και όλους,που εκκινεί από την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και εκτείνεται έως και την Τριτοβάθμια; Ποια είναι η αριστερή εναλλακτική πρόταση, που θέτει στο επίκεντρο το παιδαγωγικό όραμα ως προϋπόθεση του σύγχρονου σχολείου; Πώς το παιδαγωγικό αυτό όραμα αντιλαμβάνεται το σχολείο και το πανεπιστήμιο μέσω του κοινωνικού τους ρόλου, ώστε να μετασχηματιστούν σε συμμετοχικές, δημοκρατικές κοινότητες μάθησης με τις/τους μαθήτριες/ες, τις/τους φοιτήτριες/ες και τις/τους εκπαιδευτικούς σε ρόλο συν-διαμορφωτή του πλαισίου λειτουργίας;
Χρειαζόμαστε ένα σύστημα περίθαλψης με κατακερματισμένες υπηρεσίες, που επιδιώκουν πρωτίστως την οικονομική αποδοτικότητα και την αυξανόμενη κερδοφορία με αναπόφευκτο αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των οικονομικά και κοινωνικά ευάλωτων; Σε αντίθεση μήπως έχουμε ανάγκη ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα φροντίδας υγείας, με ενιαία συγκρότηση και λειτουργική διασύνδεση των δομών του, που θα επιδιώκει πρωτίστως την καθολική και ποιοτική κάλυψη των αναγκών όλων των ανθρώπων, που ζουν στη χώρα, χωρίς περιορισμούς και προϋποθέσεις;
Πώς θα ανασχεθεί η δημογραφική κρίση; Πώς συνδέεται με το παραγωγικό μοντέλο; Θα συνεχίσουμε να αποστρέφουμε το βλέμμα μας στην εξέλιξη των κοινωνιών, που τείνουν να είναι πολύ-πολιτισμικές και πολύχρωμες; Ποιες είναι οι πολιτικές ενσωμάτωσης προσφύγων και μεταναστών, που νομοτελειακά θα αυξηθούν τα επόμενα χρόνια; Επιθυμούμε μια συμπεριληπτική κοινωνία με ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις ή επιθυμούμε να είμαστε θεατές ναυαγίων, που ‘εξασφαλίζουν’ τη φυλετική και θρησκευτική μας ‘καθαρότητα’;
Πώς καταρχήν θα αναταχθούν οι αποδυναμωμένοι θεσμοί της Ελληνικής Δημοκρατίας και πώς θα αναβαθμιστούν αμέσως μετά στηρίζοντας την κοινωνία; Πώς θα θωρακισθούν και θα διευρυνθούν τα βασικά δικαιώματα των πολιτών, που απειλούνται με κατάργηση από ένα μίγμα θρησκευτικού αναχρονισμού και ακροδεξιών αντιλήψεων;
10.Πώς επιδρά η γεωπολιτική θέση της χώρας στα παραπάνω εννέα σημεία και ποια η στρατηγική θέση της χώρας στο νέο διεθνές περιβάλλον; Επιθυμούμε να διαλέγουμε ‘στρατόπεδο’ σε κάθε πολεμική σύρραξη αντί να διεκδικούμε ως χώρα την ειρήνη;
 
Όλα αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν χωρίς τη συμμετοχή και τις ιδέες όλων όσων ενδιαφέρονται να κάνουμε ως κοινωνία σημαντικά βήματα προς μία αλλαγή κατεύθυνσης με αξιόπιστο και ολοκληρωμένο σχεδιασμό.
 
Η αυτο-οργάνωση σε δίκτυα ενεργών πολιτών με οριζόντια δομή και οργάνωση σε κάθε πόλη, η αλληλεπίδραση μεταξύ τους και η δημιουργία δράσεων, οι οποίες αναδεικνύουν την ουσία των προβλημάτων, προτείνοντας όμως και το περίγραμμα λύσεων, είναι ο δρόμος, ο οποίος θα οδηγήσει με βεβαιότητα στην ανασύνθεση της Αριστεράς. Μόνον έτσι μπορεί να τεθεί ξανά η κοινωνία σε ένα νέο ενάρετο κύκλο σκέψης και δράσης τροφοδοτώντας παράλληλα πολιτικούς σχηματισμούς της Αριστεράς με τις απόψεις δρώντων πολιτών.
 
Απέναντι στους φόβους για ένα μέλλον χωρίς ελπίδα μπορούμε να αντιτάξουμε τη δύναμη της διαρκούς συλλογικής σκέψης και την αισιοδοξία, που φέρνει η συλλογική δράση. Η εξέλιξη των κοινωνιών έρχεται πάντα με τη συμμετοχή και την κινητοποίηση των πολιτών, όπως και η Ελληνική πολιτική ιστορία έχει αποδείξει.
 
Τα λόγια του Γιάννη Ρίτσου φαίνονται και σήμερα τόσο επίκαιρα όσο ήταν και πριν από 60 χρόνια… «Πώς γίνεται οι άλλοι να ορίζουν λίγο-λίγο τη μοίρα μας, να μας την επιβάλλουν κι εμείς να το δεχόμαστε;», Ορέστης, Τέταρτη Διάσταση.

Γιάννης Μουσουλίδης