Στροφή 180 μοιρών καθώς τελματώνει η οικονομία της ευρωζώνης ● Για έκτο συνεχόμενο μήνα συρρικνώθηκε τον Νοέμβριο η επιχειρηματική δραστηριότητα στην ευρωζώνη.
Και τα γεράκια έχουν δικαίωμα κάποια στιγμή να γίνουν… περιστέρια, το ερώτημα όμως είναι «Γιατί;». «Γιατί άλλαξαν τα δεδομένα», λέει η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, το «γεράκι» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που, χθες, σήμανε μάλλον τo τέλος της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη.
Η Γερμανίδα οικονομολόγος και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ διεμήνυσε συγκεκριμένα σε συνέντευξη της στο πρακτορείο Reuters ότι τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό της ευρωζώνης καθιστούν «μάλλον απίθανη μια περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων».
Το «τελευταίο μίλι»
Η δήλωση αποτελεί κυβίστηση ολκής, καθώς δεν έχει κλείσει μήνας από τότε που η Σνάμπελ δήλωνε δημόσια ότι οι αυξήσεις επιτοκίων οφείλουν να παραμείνουν επιλογή της ΕΚΤ, καθώς το «τελευταίο μίλι» της μάχης κατά του πληθωρισμού μπορεί να αποδειχθεί πιο δύσκολο. Αποτελεί έκπληξη, καθώς η Γερμανίδα θεωρείται η φωνή με τη μεγαλύτερη επιρροή στο συντηρητικό στρατόπεδο των κεντρικών τραπεζιτών που συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ. Τα επονομαζόμενα και «γεράκια» –για την επιθετική τους στάση απέναντι στον πληθωρισμό και τη λατρεία τους στη σφικτή νομισματική πολιτική και τη δημοσιονομική πειθαρχία– ήταν αυτά που οδήγησαν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο στη μεγαλύτερη άνοδο των επιτοκίων ευρώ από την ίδρυση της ΕΚΤ.
Για τη μετάλλαξή της η Σνάμπελ επικαλέστηκε τη ραγδαία πτώση του πληθωρισμού τον τελευταίο χρόνο και ειδικά τους τελευταίους τρεις μήνες. Ο πληθωρισμός της ευρωζώνης υποχώρησε τον προηγούμενο μήνα στο 2,4% από 10,7% πριν από έναν χρόνο. Η πτώση αυτή έθεσε τον στόχο της ΕΚΤ για 2% ευδιάκριτο σε όλους όσοι είχαν… μάτια να δουν, εκθέτοντας όσους τραπεζίτες προειδοποιούσαν ότι ενδέχεται να ακολουθήσουν ακόμη δύο χρόνια επίμονης αύξησης των τιμών. Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ είχε επιχειρηματολογήσει επ’ αυτού πριν από λίγο καιρό μιλώντας για δευτερογενή πίεση στις τιμές από την άνοδο των μισθών.
Η Σνάμπελ επέλεξε να μην εστιάσει ούτε σε μισθούς και αυξήσεις αλλά και ούτε σε περιθώρια κέρδους των εταιρειών που αποτέλεσαν έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες ανόδου των τιμών. Είπε απλά ότι «άλλαξε γνώμη επειδή άλλαξαν τα δεδομένα», επαναλαμβάνοντας, ωστόσο, το γνωστό ρεφρέν, ότι η νίκη κατά του πληθωρισμού δεν έχει ακόμη κερδηθεί και ότι χρειάζεται ακόμη προσοχή.
Οι αγορές, ωστόσο, άκουσαν άλλα. Μετά τις δηλώσεις της Γερμανίδας, τα στοιχήματα των επενδυτών για τη συνολική μείωση των επιτοκίων ευρώ το 2024 αυξήθηκαν στις 142 μονάδες βάσης από 130 μονάδες βάσης μια ημέρα πριν. Η πρώτη μείωσή τους προβλέπεται μάλιστα ότι θα γίνει πιθανότατα από την ΕΚΤ τον Μάρτιο. Οι αποδόσεις των ομολόγων άλλαξαν και αυτές… γνώμη, με αυτές των γερμανικών δεκαετών να υποχωρούν στο 2,28%, το χαμηλότερό τους επίπεδο από τον Ιούνιο.
Αρνητικά στοιχεία
Την ίδια στιγμή, συνεχιζόταν το σερί αρνητικών στοιχείων για την οικονομία της ευρωζώνης. Τόσο ο δείκτης υπευθύνων αγορών των επιχειρήσεων του τομέα των υπηρεσιών της ευρωζώνης ΡΜΙ όσο και ο σύνθετος δείκτης ΡΜΙ που συμπεριλαμβάνει εκτός από υπηρεσίες και τον επιμέρους δείκτη μεταποίησης, έδειξαν συρρίκνωση της δραστηριότητας τον Νοέμβριο για 6ο συνεχόμενο μήνα.
Παρά τη μικρή βελτίωσή τους, οι δύο δείκτες παρέμειναν για έναν ακόμη μήνα κάτω από το όριο του 50 που διακρίνει την ανάπτυξη από την ύφεση, ενώ ενδεικτικό είναι ότι και οι 4 μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης – Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία– κατέγραψαν συρρίκνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Στην εξέλιξη αυτή καθοριστικό ρόλο έχει και η ΕΚΤ με τη ραγδαία αύξηση των επιτοκίων που εκτόξευσε το κόστος δανεισμού και εξυπηρέτησης χρέους των επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Ασθενής ανάπτυξη
Στη συνέντευξή της η Σνάμπελ δεν αρνήθηκε ότι η ασθενής ανάπτυξη ως αποτέλεσμα των αυξήσεων των επιτοκίων της ΕΚΤ βοηθά στην καταπολέμηση του πληθωρισμού. Εξέφρασε, ωστόσο, την εκτίμηση ότι μια βαθιά ή παρατεταμένη ύφεση είναι απίθανη. Μία ημέρα νωρίτερα, πάντως, η έρευνα που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου έδειξε ότι οι εταιρείες της χώρας της μειώνουν κάθετα τα επενδυτικά τους σχέδια φέτος και το 2024 λόγω του αυξημένου κόστους χρηματοδότησης, της χαμηλής ζήτησης και της αβεβαιότητας της οικονομικής πολιτικής.
Ολα αυτά συμβαίνουν εν τω μεταξύ στην «ατμομηχανή της Ε.Ε.», ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης. Το ενδεχόμενο η ζημιά που προκάλεσαν τα «γεράκια» στην οικονομία –σφίγγοντας το ζωνάρι περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε σε λάθος στιγμή– αυξάνεται. Και η μεγαλύτερη ζημιά ίσως να μην είναι τελικά μια παροδική ύφεση αλλά η καταστροφή του αναπτυξιακού δυναμικού της ευρωζώνης σε μια περίοδο που το διεθνές περιβάλλον είναι αρνητικό.
Μπάμπης Μιχάλης