Από το 1970, όταν ο τότε υπ. Εξωτερικών του Νίξον, Ρότζερς, μεσολάβησε για να σταματήσει ο πόλεμος φθοράς Ισραήλ-Αιγύπτου στη διώρυγα του Σουέζ, μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής Κλίντον, Μπάρακ και Αραφάτ στην Τάμπα, η πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή είχε ως βασικό σημείο αναφοράς τη συνολική επίλυση της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης, μια λύση που θα περιλάμβανε και το Παλαιστινιακό.
Χωρίς τη συνολική επίλυση της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης δεν υπήρχε περίπτωση να σταθεροποιηθεί η ευρύτερη Μέση Ανατολή, δεν ήταν δυνατή η εγκαθίδρυση μιας Pax Americana.
Κορυφαίες στιγμές της αμερικανικής μεσολάβησης υπήρξαν η συνάντηση του Καμπ Ντέιβιντ το 1978, η Διάσκεψη της Μαδρίτης το 1991 και η ιστορική χειραψία Ράμπιν-Αραφάτ στον Λευκό Οίκο το 1994.
Οι παραπάνω σταθερές εγκαταλείφθηκαν μετά τα τρομοκρατικά πλήγματα της 11.9.2001 στη Νέα Υόρκη και την Ουάσινγκτον.
Οι προτεραιότητες των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή ανατράπηκαν και επανιεραρχήθηκαν από τους νεοσυντηρητικούς που πίστευαν ότι οι καθεστωτικές αλλαγές μαζί με την επαναχάραξη των συνόρων θα σταθεροποιούσαν την περιοχή και θα διαιώνιζαν την κυριαρχία της Ουάσινγκτον.
Το Παλαιστινιακό έπρεπε πλέον να περιμένει την ανάδυση της Νέας Μέσης Ανατολής, μια πορεία που θα ξεκινούσε από την ανατροπή του Σαντάμ στο Ιράκ την Ανοιξη του 2003.
Το Ισραήλ του τότε πρωθυπουργού Σαρόν απεσύρθη πλήρως από τη Γάζα το 2005, προφανώς για να ενισχύσει τη σύγκρουση Φατάχ-Χαμάς που θα ήταν ένα ακόμη εμπόδιο στην ίδρυση Παλαιστινιακού Κράτους.
Η εισβολή στο Ιράκ δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και έτσι οι ΗΠΑ περιόρισαν τις περιφερειακές τους φιλοδοξίες.
Η προτεραιότητα πλέον ήταν η έξωση του Ιράν από τη Μέση Ανατολή, δηλαδή από τον Λίβανο και τη Συρία, μια προτεραιότητα που με άλλοθι την εξάπλωση της Αραβικής Ανοιξης οδήγησε στην έναρξη του Εμφυλίου Πολέμου στη Συρία το 2011.
Σε όλο αυτό το διάστημα το Παλαιστινιακό δεν υπήρχε στην ατζέντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ, λες και είχε λυθεί σιωπηρά διά της παραλείψεως.
Στα τέλη του 2012 η κυβέρνηση Ομπάμα συνειδητοποίησε ότι η ανατροπή του μοναδικού συμμάχου της Τεχεράνης στην περιοχή, δηλαδή του Ασαντ, θα είχε ως τίμημα την κυριαρχία των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους και της Αλ Κάιντα.
Τότε άρχισαν οι μυστικές διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-Ιράν στο Ομάν, που οδήγησαν σε μια σχετική εξομάλυνση με τη Συμφωνία του 2015, την οποία ακύρωσε ο Τραμπ το 2018.
Ολη η παραπάνω παρατεταμένη στρατηγική σύγχυση οδήγησε στην υπονόμευση του ηγετικού ρόλου των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή.
Εδώ και ένα χρόνο η Σαουδική Αραβία βρίσκεται σε ψυχροπολεμική αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ με κύριο πεδίο αντιπαράθεσης την τιμή του πετρελαίου, και με μεσολάβηση της Κίνας αποκατέστησε τις σχέσεις της με το Ιράν με το οποίο μαζί προσχώρησαν στην Ομάδα BRICS.
Τους τελευταίους δύο μήνες οι ΗΠΑ προωθούν σχέδιο εξομάλυνσης των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ και δηλώνουν έτοιμες να εγγυηθούν την ασφάλεια του Ριάντ.
Ο στόλος των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να υποκαταστήσει την έλλειψη συνολικής στρατηγικής για τη Μέση Ανατολή.
Μπορούν και θέλουν οι ΗΠΑ να διακινδυνεύσουν να πιέσουν το Ισραήλ προς μια συνολική διευθέτηση του Παλαιστινιακού;
Αν οι ΗΠΑ παλινδρομήσουν στην αντιπαλότητα με το Ιράν θα επιταχύνουν τη δυναμική αποδρομής τους από την περιοχή.
Γιώργος Καπόπουλος