Η χώρα ενεή απορεί πώς γίνεται άνθρωποι να κάνουν τέτοιο πράγμα… Να σπρώχνουν συνάνθρωπό τους στη θάλασσα επειδή τόλμησε να μπει στο πλοίο ενώ είχαν σηκωθεί οι κάβοι.
Ο 36χρονος έκανε κάτι που απαγορεύεται. Προσπάθησε να εισέλθει ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές. Και το πλήρωσε με τη ζωή του διότι τον εμποδίσανε. Τον «αναχαιτίσανε». Κρατήστε τη λέξη.
Απορούμε πώς γίνεται οι ηθικοί φραγμοί κάποιων να έχουν τόσο αμβλυνθεί ώστε να αναλαμβάνουν το κόστος του ενδεχόμενου θανάτου ενός άλλου ανθρώπου αφήνοντάς τον να διαλυθεί από τα νερά της προπέλας. Και μετά ούτε καν να μπούνε στον κόπο να φωνάξουν «άνθρωπος στη θάλασσα»! Ούτε καν να επιστρέψουν… Να συνεχίσουν το ταξίδι θεωρώντας ότι έχουν κάνει τη δουλειά τους.
Ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο: ο ορισμός του εγκλήματος που είδαμε στον καταπέλτη του πλοίου. Δεν είχαν πρόθεση να τον σκοτώσουν, αλλά γνωρίζανε ότι με τις πράξεις τους πιθανώς να τον οδηγήσουν στο θάνατο και συμφιλιώθηκαν με αυτό.
Το αποδέχθηκαν. Γιατί; Γιατί κανείς δεν μπαίνει στο καράβι με λυμένους κάβους. Έτσι λέει το manual. Λέει όμως κι άλλα το manual που τα παρακάμψανε. Υπάρχει λόγος γι’αυτό. Δεν είναι τυχαίο.
Κάνουμε λόγο για την υποκειμενική και την αντικειμενική βία. Υποκειμενική είναι η βία των φυσικών αυτουργών: αυτό που είδαμε στο λιμάνι. Δύο άνθρωποι να σπρώχνουν έναν άλλο στο θάνατο. Αντικειμενική βία είναι ο όγκος του παγόβουνου της απανθρωπιάς που δεν φαίνεται. Οι συνθήκες της βίας. Θέλει να την σκεφτείς. Να σκεφτείς ποιοι είναι οι κοινωνικοί καταναγκασμοί των υποκειμένων της.
Ποιο είναι το κλίμα και πως αξιολογεί την βία των πρωταγωνιστών. Την συγχωράει; Την ανέχεται; Τη θέλει; Την χρειάζεται και απλώς νιώθει αμήχανα όταν οι εγκληματίες το παρακάνουν;
Αν δεν δούμε το περιβάλλον, το πλαίσιο της βίας που ασκήθηκε την Τρίτη το βράδυ στον Πειραιά, αν δεν δούμε και δεν σκεφτούμε πώς γίνεται αυτοί που πρέπει να σώνουν, σπρώχνουν στη θάλασσα, και μείνουμε μόνο στην απαξία της πράξης καθεαυτής χρεώνοντάς την στους φυσικούς της αυτουργούς και ως εκεί, δεν κάνουμε τίποτε.
Θα μείνουμε μόνο με την απορία «πώς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε» και θα συνεχίσουμε τη ζωή μας με την απορία σιγά σιγά να ξεθωριάζει. Διότι μια ζωή με τέτοιες απορίες δε γίνεται να τη βγάλεις. Τις ξεχνάς τις απορίες και βρίσκεις απαντήσεις είτε απωθώντας τα ερωτήματα είτε απαντώντας τα με κτηνώδη τρόπο.
Αυτό το τελευταίο κάνει ο φασισμός. Σε συνηθίζει στην ευτέλεια και στην κτηνωδία.
Λοιπόν, αυτό που είδαμε την Τρίτη στον Πειραιά είναι ένας άρτιος συνδυασμός υποκειμενικής με αντικειμενική βία. Κάποιοι άνθρωποι με ήδη αμβλυμμένα ηθικά αντανακλαστικά σε ένα πλοίο με καπετάνιο που ούτε καν σκέφτηκε να γυρίσει όταν κατάλαβε τι έγινε. Έβγαλε όμως μια ανακοίνωση στους επιβάτες ότι «δεν φταίει σε τίποτε». Αναγκάστηκε να επιστρέψει, όταν το βίντεο του εγκλήματος είχε πλημμυρίσει το διαδίκτυο και φυσικά κινητοποιήθηκαν οι διωκτικές αρχές.
Τέτοια βίντεο όμως δεν υπάρχουν όταν άλλοι πνίγονται που επιχειρούν να μπούνε με τις πόρτες κλειστές. Όταν λοιπόν αυτοί που θέλουν να μπούνε στη χώρα παράνομα επαναπροωθούνται, ο πρωθυπουργός της χώρας έχει το κουράγιο να μιλήσει για «αναχαίτιση» : ”interception” το είπε στη φοβερή εκείνη στιγμή του «you have not been to Samos» στην Ολλανδή δημοσιογράφο.
Και η ζωή συνεχίστηκε. Ποιος νοιάστηκε τότε;
Όταν το κράτος, η συντεταγμένη πολιτεία που καλείται να υλοποιήσει το άρθρο 5 του Συντάγματος («Όλοι όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής» τους) κάνει εκπτώσεις σε αλλοδαπούς διότι παραβιάζουν το σύνορο, λυπούμαι, αλλά δεν μου κάνει φοβερή εντύπωση ότι μερικοί ναυτικοί σε μια ιδιωτική εταιρεία θα κάνουν εκπτώσεις σε κάποιον εμφανώς ασήμαντο και αδιάφορο αναξιοπαθή, μάλλον χαζούλη στα μάτια τους, ημεδαπό, διότι παραβίασε το «δικό τους» σύνορο.
Το σύνορο που ο πλοίαρχος όρισε προφανώς όχι αυθαίρετα αλλά πάντα σε συνεννόηση με τον πλοιοκτήτη. Διότι, συγχωρείστε με, αν κάποιος νομίζει ότι ένας λοστρόμος και ένας ύπαρχος ενός μεγάλου πλοίου ανέλαβαν σε κάποιο ηθικό κενό, το βάρος να αναμετρηθούν με το ενδεχόμενο ενός θανάτου, είναι μάλλον αφελής.
Το ίδιο καράβι – πανούργα ιστορία – περίμενε τρία τέταρτα την Ελένη Μενεγάκη πριν κάμποσο καιρό μάθαμε.
Αυτοί είμαστε…
Κομμάτι της αντικειμενικής βίας που βιώσαμε χθες είναι και η απόλυτη αυθαιρεσία των πλοιοκτητών στην Ελλάδα ενώπιον των οποίων, Μητσοτάκηδες και Βαρβιτσιώτηδες κάθονται σούζα. Έτσι αιτιολογείται και η πρώτη ανακοίνωση του αρμοδίου υπουργού χθες.
Οι ναυτικοί δεν βγήκανε έξω μεθυσμένοι και πετάξανε τον «χαζούλη» στη θάλασσα για να γελάσουν. Συμπεριφέρθηκαν στον άνθρωπο ως εισβολέα σε συντεταγμένη υπηρεσία.. Αυτή τη λέξη ακούω από χθες στα κανάλια… Τι λέξη κι αυτή!
Εισβολή. Εισβολείς κι οι μετανάστες…
Ας ψάξουμε λοιπόν να βρούμε κάτω από την πρόσοψη των εγκλημάτων. Να ψάξουμε κυρίως σε αυτά που δε μας απασχολούν τόσο. Όχι μόνο στο συμβάν στον καταπέλτη του πλοίου στον Πειραιά. Διότι με αυτό όλοι σοκαριστήκαμε. Να ψάξουμε λίγο να δούμε τι έγινε στα ανοιχτά της Πύλου… Να ψάξουμε λίγο και τι συμβαίνει γενικώς στο Ανατολικό Αιγαίο εδώ και κάμποσα χρόνια. Να σκεφτούμε τι σημαίνει «επαναπροώθηση»: pushback.
Pushback κάνανε οι άνθρωποι και ο Υπουργός, όχι μάλλον ευφυής – αλλά αυτόν έχουμε – φρόντισε να πει πόσο δύσκολο ήταν και για εκείνους… Αυτό έχει μάθει ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης. Ανασκεύασε κάπως αλλά ασήμαντο. Την υπηρεσία στους πλοιοκτήτες και ιδιοκτήτες του την είχε ήδη πουλήσει.
Να διερωτηθούμε, λοιπόν, με απλό τρόπο αν αυτήν την κοινωνία θέλουμε να αφήσουμε στα παιδιά μας. Διότι, από τους ξένους ξεκινάς, στους δικούς σου αναξιοπαθείς, φτωχούς ανήμπορους κι ανάπηρους καταλήγεις.
Και μετά ο άνθρωπος γίνεται για τον άνθρωπο λύκος.
Δημήτρης Χριστόπουλος