Στο ίδιο τραγικό έργο θεατές. Ακόμα μια φορά παρέα με τους θρηνητικούς τίτλους των ΜΜΕ, των ίδιων ΜΜΕ που με εγκληματική ευκολία εναλλάσσουν τον θρήνο με τις ωδές για ανάπτυξη, μια ανάπτυξη που το βασικό της χαρακτηριστικό είναι ότι δεν ορρωδεί προ ουδενός. Μια ανάπτυξη που θεωρεί πως το περιβάλλον είναι απλώς ένας χώρος που θα προσφέρει κέρδη σε όσους έχουν την ευκαιρία να το αρπάξουν και να το μετατρέψουν σε ιδιωτική περιουσία.
Στο ίδιο έργο θεατές λοιπόν, με τις πυρκαγιές σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο της Αθήνας να καταπίνουν περιουσίες, να καταστρέφουν κόπους και αγωνίες ολόκληρης ζωής, να καίνε ζωντανά εκατοντάδες ζώα και να προσφυγοποιούν χιλιάδες και με τη φύση να κάνει ακόμα ένα βήμα προς τον όλεθρο. Σε απόσταση αναπνοής οι πυρκαγιές, σε απόσταση ασφαλείας (ως προς το πολιτικό κόστος) ο πρωθυπουργός από τις Βρυξέλλες δηλώνει πολύ ψύχραιμα και πολύ κυνικά ότι «Φωτιές έχουμε, είχαμε και θα έχουμε». Συνεπώς, ουδείς έχει ευθύνες κι ας είναι ο ίδιος άνθρωπος που λίγες μέρες πριν μιλούσε για «κοσμογονία» (κι ύστερα κατηγορούν τον Τσακαλώτο για κακά ελληνικά…) στα μέσα πυρόσβεσης και διαβεβαίωνε ότι φέτος υπάρχει «καλύτερος και περισσότερος συντονισμός». Το πόσο καλύτερος και περισσότερος συντονισμός υπάρχει καθώς και την κοσμογονία των μέσων πυρόσβεσης τα βλέπουμε και περισσότερο τα βλέπουν οι πυρόπληκτοι, οι αλληλέγγυοι, οι εθελοντές, οι πυροσβέστες που τρέχουν να περισώσουν ό,τι μπορεί να περισωθεί.
Κι ύστερα τίποτα. Η προσπάθεια προετοιμασίας της επόμενης πυρκαγιάς είναι η μόνη διαδικασία που δεν σταματάει. Κι όταν συμβεί, ο φταίχτης είναι έτοιμος: φταίει η κλιματική αλλαγή. Αλλά για την κλιματική αλλαγή ουδείς φταίει. Για το γεγονός ότι για πρώτη φορά από καταβολής κόσμου (ναι, από καταβολής κόσμου) το φέρον (ο πλανήτης) κινδυνεύει από το φερόμενο (τον άνθρωπο) ουδείς φταίει, αφού όλοι φταίμε. Για τις εκπομπές αερίου, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, το χρηματιστήριο ρύπων, τη μόλυνση στεριάς και θάλασσας με μοχλό το αχαλίνωτο κέρδος όλοι φταίμε. Για τον καπιταλισμό-καζίνο, τον εκφασισμό των κοινωνιών, τον εξανδραποδισμό τεράστιων πληθυσμών όλοι φταίμε. Το ίδιο και για τον υπερτουρισμό, που ειδικά για την Ελλάδα (χωρίς να είναι η μόνη χώρα) αποτελεί το καταραμένο απόθεμα φυσικών πόρων τα οποία ο μαφιόζικος τρόπος λειτουργίας της οικονομίας μετατρέπει σε βρόγχο, που ολοένα και περισσότερο κατωτεροποιεί τη ζωή και την κοινωνία. Και μόνο ο άφρων χαρακτηρισμός του τουρισμού ως «βαριάς βιομηχανίας», χαρακτηρισμός που «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ» γίνεται αποδεκτός σχεδόν θριαμβευτικά από ευρύτατα τμήματα της κοινωνίας, αρκεί για να καταδείξει το μέγεθος της καταστροφής.
Μιας καταστροφής την οποία θεωρούν βέβαιη εκείνοι που «ξέρουν», γιατί περισσότερο απ’ όλα, και πέρα από τις (επιτυχημένες) επικοινωνιακές αρλούμπες, αυτό που κυρίως ξέρουν είναι το ότι οι ίδιοι την προκαλούν. Ο -«Φωτιές είχαμε, έχουμε και θα έχουμε»- πρωθυπουργός είναι ο ίδιος άνθρωπος που στις 15 Ιουλίου 2022, στην Κέρκυρα, ομολόγησε ποιοι είναι οι πραγματικοί εμπρηστές. Παρευρισκόμενος στην έναρξη εργασιών φαραωνικής ξενοδοχειακής μονάδας στο απαράμιλλου κάλλους παρθένο δάσος του Ερημίτη στην Κασσιόπη, δάσος τεράστιας ιστορικής και επιστημονικής αξίας, προσπαθώντας να απαντήσει στις αντιδράσεις όσων αγωνίζονταν να αποτρέψουν το τσιμέντωμα, ακούγεται πολύ καθαρά να λέει: «Η εναλλακτική ποια θα είναι; Να μην κάνουμε τίποτα. Κάποια στιγμή θα καεί… Και τότε;». Επαναλαμβάνω: «Κάποια στιγμή θα καεί… Και τότε;». Ε, τότε «Ρίχ’ το, Ηλία», όπως είναι η θρυλική ατάκα του Γιώργου Αρμένη από το «Όλα είναι δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη. Αφού θα καεί που θα καεί, ας το καταστρέψουμε μόνοι μας να βγάλουμε και κανένα φράγκο.
Η «κοσμογονία» και ο «καλύτερος συντονισμός» δεν θα περάσουν από δω. Όπως και από πολλά άλλα μέρη ή άλλες κοινωνικές περιοχές, όπως η Υγεία, η Παιδεία κ.ά.
Δεν είναι απλώς εγκληματικός κυνισμός. «Είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε», είναι μια οικονομία που έχει ρίξει τη δημοκρατία στο πάτωμα και την ποδοπατά χαμογελώντας. Εδώ είναι ο αγώνας, εδώ είναι ο αντίπαλος. Εδώ δεν περισσεύει κανένας. Εδώ πρέπει να κοπεί το χαμόγελο του κυνισμού. Όχι γιατί είναι απειλητικό, αλλά γιατί είναι απέραντα γοητευτικό.
Κώστας Καναβούρης