Macro

Κώστας Καναβούρης: «Σκάστε»

Είμαι παιδί της Κομμουνιστικής Αριστεράς, γιος ενός πατέρα και μιας μάνας που ανήκαν – με όλες τις βαρύτατες πληρωμές του καιρού τους – και αυτοί στην Κομμουνιστική Αριστερά. Ανήκω σε μια μακρά παράδοση του ηθικού, δηλαδή ποιητικού αιτήματος του ανθρώπου, για ένα κόσμο με ισότητα αλληλεγγύη και δικαιοσύνη. Αιώνιο αίτημα που υπήρχε πριν από εμάς και θα υπάρχει και μετά από εμάς, ανεξάρτητα από τους όποιους κομματικούς σχηματισμούς θα το υπηρετούν κατά τον τρόπο που αυτοί θωρούν προσφορότερο.

Ένα αίτημα προφανώς συγκρουσιακό με όσες εξουσίες θίγονται από την πραγμάτωσή του και οι οποίες φυσικά δεν θέλουν να ακούγεται η φωνή του. Το επιχείρημα και το νεύμα του. Από την φράση του Μητσοτάκη περί Λαμπράκη που δεν ενδιαφέρει τον σημερινό 17χρονο, μέχρι την αγριότητα του Γκαίμπελς (διατυπωμένη ήδη από το 1929), ότι «ήρθε ο καιρός να φτιάξουμε ένα κόσμο όπου το 1789 δεν υπήρξε ποτέ», η επιδίωξη είναι κοινή: ΝΑ ΣΚΑΣΟΥΜΕ.
Είναι γνωστό, πόσο αίμα έτρεξε στους δρόμους της Ιστορίας για να επιβληθεί αυτό το «σκάστε». Αλλά εμείς δεν σκάσαμε και είμαστε εδώ με το εισιτήριο πληρωμένο. Πληρωμένο με αίμα, ακόμα και απέναντι στις κομματικές νομενκλατούρες που υποτίθεται ότι υπηρετούσαν τον κοινό σκοπό. Είμαστε λοιπόν εδώ επειδή δεν υπακούσαμε σε κανένα, μα σε κανένα, «σκάσε».
Είμαστε εδώ επειδή το χρέος μας είναι να μιλάμε και να ακούμε. Είμαστε εδώ επειδή πάντοτε η διαφορετική άποψη, είναι μια εναλλακτική υπόθεση αλήθειας. Δεν είμαστε για να λέμε «σκάσε», είναι γελοίο. Και ας μην ξεχνάμε ότι το γελοίο είναι η τρομακτικότερη ιδιότητα του φρικώδους, όπως δίδαξε ο σπουδαίος Γιώργος Χειμωνάς. Από όπου και να το πιάσεις, το «σκάσε» μέσα στην Ιστορία στάζει αίμα. Πολλές φορές και συντρόφων, γιατί είναι αγριότατο το, κατά Σαραμάγκου, «μίσος των ομοίων».
Ας το σκεφτούν λοιπόν όσοι τούτες τις μέρες των ανακατατάξεων φωνάζουν στους άλλους «σκάστε». Αν είναι να επικρατήσουν οι όποιες απόψεις στον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, επειδή «έσκασαν» οι υπόλοιπες, τούτο σημαίνει ότι η πραγματικότητα μας λέει πως το εισιτήριο ήταν μέχρι εδώ πληρωμένο και πως το όχημα έφτασε στο τέρμα.
Αντί λοιπόν να φωνάζουν κάποιοι στους άλλους «σκάστε», ας διαβάσουμε όλοι τους τελευταίους στίχους από την «Γέφυρα» του Γιάννη Ρίτσου. Ένα ποίημα γραμμένο το 1959 (εκδόθηκε το 1960), όταν βοούσε το «σκάστε» και η απάντηση ήταν ποιήματα:

«Πιστεύω πως η πρώτη ελευθερία μας δεν είναι η μοναξιά μας αλλά η συντροφικότητά μας/ όσο για τ’ άλλα, πάντα θα υπάρχει καιρός και για κείνα μα από κει και πέρα./ Γι’ αυτή τη γέφυρα ήθελα να σας μιλήσω.»

Κώστας Καναβούρης