Ξέρετε πώς μεγαλώνουν και ζουν αυτά τα παιδιά της δεύτερης γενιάς στα βόρεια προάστια του Παρισιού και σε πολλά προάστια άλλων μεγάλων πόλεων της Γαλλίας;
Θα σας απαντήσω γιατί είχα την τεράστια τύχη να περάσω 5 χρόνια από τη ζωή μου με τα παιδιά αυτά ακριβώς στις περιοχές που εξεγείρονται. Στις λεγόμενες banlieues parisiennes ή banlieues dangereuses στις περιοχές της Nanterre, της Mantes la jolie (που μόνο jolie δεν είναι), στη Sartrouville και σε εκατοντάδες άλλες συνοικίες των Βόρειων και Ανατολικών προαστίων του Παρισιού στη Περιφέρεια της île de France. Είχα την τιμή να κάνω το διδακτορικό μου μεταξύ 1988 και 1993 στους νέους αυτούς της δεύτερης γενιάς και στους γονείς τους, πηγαίνοντας κάθε μέρα εκεί επί τόπου και ζώντας μαζί τους για να κατανοήσω τις συνθήκες ζωής τους και τι φταίει, ποιός φταίει για την κατάσταση αυτή και γιατί κανένας δεν κάνει τίποτα.
Ξέρετε λοιπόν ότι αυτά τα παιδιά, όλα Γάλλοι γεννημένα στη Γαλλία μεγαλώνουν σε απαράδεκτες συνθήκες γκετοποίησης από το γαλλικό κράτος που ‘τακτοποίησε” στα γρήγορα τους γονείς τους όταν προσκλήθηκαν να δουλέψουν στις γαλλικές βιομηχανίες μετά το τέλος των αποικιών μεταξύ 1960-90 και ότι όταν έκλεισαν οι βαριές γαλλικές βιομηχανίες οι γονείς έμειναν όλοι χωρίς δουλειά; Ότι ζουν εδώ και δεκαετίες μόνο με επιδόματα και ότι οι άνθρωποι αυτοί πετάχτηκαν κυριολεκτικά στο δρόμο εν μια νυκτί παρόλο που είχαν φτιάξει οικογένειες και ζούσαν 30 και 40 χρόνια στη Γαλλία.
Ξέρετε ότι τα παιδιά τους έχουν δει μόνο ανέργους γονείς με ότι αυτό παράγει, μέσα στη φτώχεια και την αποστέρηση και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το γαλλικό σχολείο το συνηθέστερο στο Γυμνάσιο για να πάνε να δουλέψουν και να βοηθήσουν τις οικογένειές τους; Ότι δεν βρίσκουν δουλειά, όχι κανονική, τίποτα, γιατί η ανεργία χτυπάει 60% στα προάστια αυτά; Ότι ζουν κυριολεκτικά στο δρόμο μήπως και βρουν κάτι, να αρπάξουν κανένα λάστιχο για να το πουλήσουν και ότι σε καθημερινή βάση συγκρούονται με την αστυνομία και τους πάντες; Ξέρετε ότι αυτά τα παιδιά, ενώ ζουν δίπλα στο φωτεινό Παρίσι και έχουν προαστιακό να μετακινηθούν δεν έχουν πατήσει τα περισσότερα το πόδι τους στο Παρίσι; Ξέρετε ότι ονειρεύονται μια άλλη ζωή και αν κάποιος από αυτούς τα καταφέρει να ξεφύγει από τη ζωή των προαστίων αυτόν τον άνθρωπο τον λατρεύουν και τον έχουν σαν πρότυπο; Ότι αυτοί οι ίδιοι, οι λεγόμενοι “beurres” (από το βούτυρο) έχουν απίστευτη αλληλεγγύη μεταξύ τους, δεν την έχω ξαναδεί πουθενά και μπορεί να μοιράζονται και ένα κιλό στάρι για να φάνε όσοι μπορούν περισσότερο;
Ασφαλώς μη αγαπητοί μου δεν τα ξέρετε ούτε αυτά τα παιδιά ούτε καν τις συνθήκες μέσα στις οποίες μεγαλώνουν. Ούτε που σας πέρασαν ποτέ από το μυαλό γιατί προς το παρόν η Ελλάδα δεν έφτασε σε αυτά τα μαζικά φαινόμενα γκετοποίησης και φτώχειας. Και άντι να στέκεστε προσοχή μπροστά στον αγώνα αυτών των χιλιάδων νέων να επιβιώσουν όσο μπορούν καλύτερα, εσείς τα βρίζετε, οι αρχές τα βρίζουν και το κράτος τα σκοτώνει καθημερινά γιατί εκεί ο θάνατος των νέων είναι καθημερινό συμβάν. Επειδή η ζωή τους δεν αξίζει μία, ούτε για τους ευγενείς γάλλους ούτε για όλους του μικροαστούς και μεσοαστους της Ευρώπης.
Το λέω ξεκάθαρα: Αγάπησα αυτά τα παιδιά σαν παιδιά μου, τα ένιωσα, τα έζησα καθημερινά και νιώθω ότι είναι τιμή μου αυτά που έζησα μαζί τους εκείνη την εποχή, μια εποχή αισθητά καλύτερη από τη σημερινή, και τη μοιράστηκα μαζί τους.
Σας ευχαριστώ.
Δέσποινα Παπαδοπούλου