Η χώρα έχει μπει στην τελική ευθεία για μια εκλογική αναμέτρηση που θα είναι –χωρίς διάθεση υπερβολής– από τις κρισιμότερες της Μεταπολίτευσης. Μετά από τέσσερα χρόνια, το περίφημο «επιτελικό κράτος» του κ. Μητσοτάκη έχει αποδειχθεί ότι δεν ήταν τίποτε άλλο από το γνωστό πελατειακό κράτος της Δεξιάς, με νέο περιτύλιγμα.
Ένα κράτος ανίκανο και αδιάφορο για τις ανάγκες της κοινωνίας, που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του μόνο ως διεκπεραιωτή των συμφερόντων μιας οικονομικής ολιγαρχίας. Με οικτρές επιδόσεις στην τήρηση του κράτους δικαίου, στην ελευθερία του Τύπου, στην προστασία των δικαιωμάτων. Αλλά, συγχρόνως, με εξαιρετικές επιδόσεις στο ξήλωμα του κοινωνικού κράτους, στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, στην εκχώρηση δημοσίων αγαθών στην ιδιωτική κερδοσκοπία. Και, κατά συνέπεια, με μια κοινωνία που ζει μέσα στην ανασφάλεια και στο άγχος για το μέλλον, ιδίως η νεολαία.
Τώρα είναι, λοιπόν, η ώρα της αλήθειας για όλους. Για το πολιτικό σύστημα, τα κόμματα, τους υποψήφιους βουλευτές αλλά και για το εκλογικό σώμα. Η ώρα της επιλογής ανάμεσα στη συνέχιση της ίδιας καταστροφικής πορείας και σε μια αναγκαία δημοκρατική ανατροπή.
Για τα κόμματα αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μιλήσουν για τα επείγοντα και σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, τουλάχιστον, αυτό επιδιώκει. Να γίνει η προεκλογική πολιτική συζήτηση πάνω στα πραγματικά επίδικα και η αντιπαράθεση με πολιτικούς όρους και πάνω σε προγραμματικές θέσεις. Θέλουμε να κάνουμε το κυβερνητικό μας πρόγραμμα και τις προτάσεις μας γνωστές σε όλη την κοινωνία και να προσκαλέσουμε τους πολίτες σε ένα μεγάλο, δημοκρατικό και προοδευτικό μέτωπο. Είναι ένα πρόγραμμα καλά μελετημένο και κοστολογημένο σε κάθε λεπτομέρεια. Είναι, επίσης, ένα πρόγραμμα με σαφές πολιτικό και ταξικό πρόσημο, το πρόσημο της Αριστεράς.
Το πρόγραμμά μας έχει συγκεκριμένους και ρεαλιστικούς στόχους. Να αποκαταστήσουμε τη θεσμική και συνταγματική νομιμότητα. Να καταπολεμήσουμε τις κραυγαλέες ανισότητες. Να στηρίξουμε τις δυνάμεις της παραγωγής και να αναδιανείμουμε τον παραγόμενο πλούτο δίκαια, στο σύνολο της κοινωνίας, με έμφαση στα ευάλωτα στρώματα, που έχουν πληγεί περισσότερο. Να αξιοποιήσουμε τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και τις δυνατότητες κάθε κλάδου και κάθε περιφέρειας της χώρας. Να υλοποιήσουμε ένα νέο, αναπτυξιακό και παραγωγικό μοντέλο, επενδύοντας στους υψηλά καταρτισμένους νέους επιστήμονες και ενισχύοντας την υγιή επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας. Να προστατεύσουμε τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, υποστηρίζοντας, συγχρόνως, τους δυναμικούς κλάδους της νεοφυούς επιχειρηματικότητας. Να σπάσουμε, επιτέλους, τα δεσμά της διαφθοράς, μεγάλης και μικρής. Να ξαναχτίσουμε το κοινωνικό κράτος. Να προστατεύσουμε το δικαίωμα στην εργασία, το δικαίωμα στην κατοικία, το δικαίωμα των νέων σε ποιοτικές σπουδές που θα έχουν αντίκρισμα στην επαγγελματική τους αποκατάσταση, το δικαίωμα των συνταξιούχων σε αξιοπρεπείς συντάξεις, το δικαίωμα κάθε πολίτη σε αξιοπρεπή και αποτελεσματική φροντίδα υγείας.
Αυτά είναι τα μείζονα που διακυβεύονται σε αυτές τις εκλογές. Η Νέα Δημοκρατία, κατανοητά και αναμενόμενα από την πλευρά της, θέλει να κάνει τα πάντα για να αποφύγει μια τέτοια συζήτηση πολιτικής ουσίας και βάθους. Γιατί γνωρίζει ότι με τα πεπραγμένα της είναι ήδη χαμένη από χέρι σε αυτό το πεδίο αντιπαράθεσης. Δεν έχει να προτείνει κάτι άλλο, παρά μόνο την περαιτέρω επίταση των αντικοινωνικών και αντιδημοκρατικών πολιτικών που εφάρμοσε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Έτσι, θα αναλωθεί στην τοξική συνθηματολογία, τον αποπροσανατολισμό και την απόπειρα σύγχυσης του εκλογικού σώματος πάνω στο δόγμα «όλοι ίδιοι είναι». Δηλαδή, σε ένα αφήγημα ισοπεδωτικού μηδενισμού και απελπισίας.
Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν επιτρέπεται να ακολουθήσει τη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη σε αυτό το ολισθηρό μονοπάτι. Όχι μόνο διότι αυτό θα βλάψει τον πολιτικό διάλογο προεκλογικά αλλά και γιατί θα ακύρωνε τον δικό μας στόχο ενημέρωσης και συμμετοχής του κοινωνικού συνόλου. Και, στο τέλος του δρόμου, πλησιάζει η ώρα της μεγάλης επιλογής του ίδιου του λαού, των πολιτών.
Δημήτρης Βίτσας