Οι κεντρικές τράπεζες Αγγλίας, Ελβετίας, Ουγγαρίας και η Νομισματική Αρχή του Χονγκ Κονγκ έσπευσαν, λίγες ώρες μετά την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, να εναρμονίσουν τη νομισματική τους πολιτική. Στο «κόκκινο» ξανά τα χρηματιστήρια, καθώς ενισχύεται ο φόβος της ύφεσης
Στο βαθύ «κόκκινο» επέστρεψαν τα περισσότερα από τα μεγάλα χρηματιστήρια της υφηλίου, καθώς μία ημέρα μετά τη μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από την αμερικανική Fed ακολούθησαν η Τράπεζα της Αγγλίας, η Νομισματική Αρχή του Χονγκ Κονγκ, η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας αλλά και η αντίστοιχη της Ουγγαρίας.
Είναι δε αξιοσημείωτο -ίσως όμως και τυχαίο- ότι και οι τρεις πρώτες τραπεζικές αρχές που έσπευσαν να εναρμονίσουν, χθες, τη νομισματική τους πολιτική με τη Fed προΐστανται σημαντικών κέντρων επενδύσεων χαρτοφυλακίου του πλανήτη. Οι δυο πρώτες προΐστανται των γνωστών ισχυρών χρηματοπιστωτικών κέντρων της Ευρώπης και της Ασίας, ενώ η τρίτη, του αιώνιου φορολογικού παραδείσου της υφηλίου, στον οποίο πλούσιοι απ’ όλον κόσμο επιλέγουν να «παρκάρουν» τα πλούτη τους. Η επίσημη αιτία της αύξησης των επιτοκίων τους, πάντως, δεν ήταν ο κίνδυνος απώλειας της ανταγωνιστικότητας των χρηματοπιστωτικών τους κέντρων έναντι των ΗΠΑ και η στήριξη των νομισμάτων τους απέναντι στο δολάριο, αλλά ο… «άτιμος» πληθωρισμός που συνεχίζει να καλπάζει.
Αναλυτικότερα, η Τράπεζα της Αγγλίας αύξησε το βασικό της επιτόκιο για 5η συνεχόμενη φορά κατά 0,25%, στο 1,25% που αποτελεί το υψηλότερο επίπεδό τους από τον Ιανουάριο του 2009. Η βρετανική κεντρική τράπεζα διεμήνυσε ότι είναι έτοιμη να κινηθεί πιο επιθετικά, προκειμένου να μαζέψει τον πληθωρισμό -ο οποίος ξεπέρασε το 11%- και προειδοποίησε παράλληλα και για συρρίκνωση της οικονομίας στο τρέχον τρίμηνο. Από την πλευρά της, η νομισματική αρχή του Χονγκ Κονγκ αύξησε το βασικό επιτόκιο κατά 75 μονάδες βάσης, στο 2%, λίγες μόνο ώρες μετά την αύξηση της Fed. Η άμεση εναρμόνιση της νομισματικής πολιτικής του ασιατικού νησιού με την αντίστοιχη των ΗΠΑ θεωρήθηκε φυσιολογική, δεδομένης της σύνδεσης του δολαρίου Χονγκ Κονγκ με το αμερικανικό δολάριο. Ωστόσο, δεν την ακολούθησαν οι εμπορικές τράπεζες του Χονγκ Κονγκ, που ανακοίνωσαν ότι θα διατηρήσουν τα χαμηλότερα και ελκυστικότερα επιτόκια δανεισμού προς καταναλωτές και επιχειρήσεις.
Σε αύξηση επιτοκίων -την πρώτη ύστερα από 15 χρόνια- προέβη χθες και η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας (SNB). Η τράπεζα αύξησε συγκεκριμένα το βασικό της επιτόκιο στο -0,25% από -0,75%, επίπεδο στο οποίο βρισκόταν από το 2015. Στόχος, όπως διεμήνυσε, ο περιορισμός της εξάπλωσης του πληθωρισμού, ο οποίος αναμένεται πλέον για φέτος στο… 2,8%, αντί για 2,1% που προβλεπόταν τον Μάρτιο. Πάντως, μετά την αύξηση του ελβετικού επιτοκίου, το φράγκο ενισχύθηκε 2% έναντι του ευρώ.
Στη Βουδαπέστη, εν τω μεταξύ, η ουγγρική κεντρική τράπεζα αύξησε απροσδόκητα και αυτή το επιτόκιο καταθέσεων μίας εβδομάδας κατά 50 μονάδες βάσης, στο 7,25% επίσης, για να δαμάσει τον διψήφιο πληθωρισμό. Η αύξηση έρχεται, καθώς το νόμισμα της χώρας έχει χάσει σχεδόν το 7% της αξίας του φέτος, τροφοδοτώντας εισαγόμενο πληθωρισμό.
Η χθεσινή ομοβροντία υψηλότερων επιτοκίων τροφοδότησε, όπως αναμενόταν, προβληματισμό στις τάξεις των επενδυτών. Οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη ενισχύθηκαν, ενώ ο φόβος για επικείμενη ύφεση σε μεγάλες οικονομίες της υφηλίου επανήλθε. Ολο και περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι οι μεγάλες και γρήγορες αυξήσεις των επιτοκίων δεν θα φέρουν γρήγορο αποτέλεσμα στο μέτωπο του πληθωρισμού και ότι η Fed δεν θα καταφέρει να επιτύχει την «ομαλή προσγείωση» της αμερικανικής οικονομίας, δηλαδή να περιορίσει τον πληθωρισμό χωρίς να ωθήσει την οικονομία σε ύφεση. Αναλυτές της Wells Fargo εκτιμούν ότι οι πιθανότητες ύφεσης είναι πλέον μεγαλύτερες του 50%, ενώ ανάλογη πρόβλεψη έχουν ήδη κάνει οι συνάδελφοί τους σε Deutsche Bank και Morgan Stanley.
Μια επερχόμενη ύφεση θα μπορούσε, όμως, να σημαίνει ακόμη μεγαλύτερο πόνο για το χρηματιστήριο, που ήδη έχει εισέλθει σε περίοδο «αρκούδων» (-20% από το πρόσφατο ανώτερο επίπεδό τους). Οι «αγορές αρκούδων» που συνοδεύονται από ύφεση, τείνουν να είναι μακρύτερες και πιο απότομες, με μέση πτώση περίπου 35%, σύμφωνα με στοιχεία του Ομίλου Bespoke Investment. Οι ανησυχίες αυτές αποτυπώθηκαν πλήρως, χθες, στο ταμπλό. Στα μέσα της συνεδρίασης, η Wall Street κατέγραψε απώλειες μεγαλύτερες του 3%. Ο δείκτης S&P 500 υποχωρούσε 3,4%, ο Dow Jones 2,7%, ενώ ο Nasdaq πάνω από 4%. Την ίδια στιγμή, στην Ευρώπη, τα Χρηματιστήρια του Λονδίνου και της Φρανκφούρτης υποχωρούσαν σχεδόν 3,5%, το Παρίσι 2,6%, ενώ η Αθήνα έκλεισε με -2,82%.
Μπάμπης Μιχάλης