Προχωρώντας προς το 3ο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ γεννιέται μία εύλογη απορία, ως προς το περιεχόμενο αυτού του συνεδρίου και για το τι πραγματικά θα καλεστεί αυτό το όργανο να λάβει αποφάσεις. Θα είναι μία κενού περιεχομένου συνάντηση 5.000 επίδοξων κλακαδόρων, όπου 4 μέρες θα ακούσουν τις τοποθετήσεις κορυφαίων στελεχών και θα γυρίσουν σπίτια τους ή θα είναι μία διαδικασία συζήτησης, σύνθεσης και συνδιαμόρφωσης που θα θέσει γερά θεμέλια ώστε να εδραιωθεί το κόμμα ως ένας -όχι μονάχα εγχώριος- αλλά και πανευρωπαϊκός πυλώνας της Αριστεράς;
Δυστυχώς καθώς φαίνεται το πρώτο σενάριο επικρατεί και λογικά αυτό ήταν κι επιδίωξη κάποιων ηγετικών στελεχών. Εξάλλου η πορεία αυτή φάνηκε προκαθορισμένη κι από τον «αιφνιδιασμό» του Προέδρου του κόμματος με την πρόταση περί εκλογής προέδρου και κεντρικής επιτροπής από την «βάση» που δυστυχώς μονοπώλησε όλες τις φάσεις του προσυνεδριακού διαλόγου.
Όμως είναι βαρύνουσας σημασίας να αναλύσουμε την περίοδο και τις εξελίξεις μέσα στις οποίες διεξάγεται το συνέδριο αυτό. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει μία εδραίωση του alt-right σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις, τόσο η υγειονομική όσο κι η ενεργειακή, έχουν αναδείξει την αναγκαιότητα ανατροπής και διερεύνησης νέων αναπτυξιακών – οικονομικών μοντέλων που θα προασπίζουν και θα ενισχύουν τον κοινωνικό κράτος και την κρατική παρεμβατικότητα.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο ο ΣΥΡΙΖΑ στο συνέδριο του θα έπρεπε να συζητήσει για το πως νοεί και το ποια θέλει να είναι η φυσιογνωμία του κόμματος την επαύριο του συνεδρίου. Από την ήττα του 2019 και μετά με τις αποφάσεις που πάρθηκαν για σπασμωδικό «άνοιγμα» του κόμματος ώστε να συσχετισθεί ο εκλογικός ΣΥΡΙΖΑ με τον κοινωνικό, βλέπουμε πως το κόμμα διακρίνεται από μία πολυεστιακότητα. Πολυεστιακότητα που εντοπίζεται τόσο στην κοινωνική όσο και στην ταξική του τοπογραφία. Η προσπάθεια έκφρασης μίας απροσδιόριστης προοδευτικής – δημοκρατικής παράταξης σε συνδυασμό με την αναβίωση ενός στείρου αντιδεξιού μετώπου στον βωμό της άμεσης ανάδειξης στην κυβερνητική εξουσία, καθώς φαίνεται δεν συγκινεί την εκλογική βάση και αυτό είναι έκδηλο από το γεγονός του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καρπώνεται της φθοράς του κυβερνώντος κόμματος. Αυτή ακριβώς η κοινωνική και ταξική διάχυση του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς σαφή ιδεολογικό πρόσημο και αξιακούς προσανατολισμούς, καθιστά δύσκολη τη συγκρότηση ενός ισχυρού αριστερού πολιτικού κέντρου που θα συναρθρώσει τα αιτήματα της κοινωνίας και θα συντονίσει οργανωτικά τη δυναμική της. Είναι σαφές πως ένα τέτοιο κλίμα δεν μπορεί να ανατραπεί μονάχα με συζήτηση για την εκλογή ενός προέδρου και μίας κεντρικής επιτροπής από την «βάση»… Επομένως, αλλά θα έπρεπε να είναι τα καθοριστικά ζητήματα στο συνέδριο αυτό.
Βέβαια δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε αυτό που προαναφέρθηκε ότι ίσως η μονοπώληση της συζήτησης στο πλαίσιο της πρότασης ενός αδιαμφισβήτητου αρχηγού έρχεται και δένει με την στρατηγική κάποιων για μεταστροφή του κόμματος σε ένα συστημικό – αρχηγικό με κεντρώο πολιτικό προσανατολισμό κόμμα. Κατά πόσο ένα τέτοιο κόμμα μπορεί να υπάρξει ελκυστικό στην εκλογική βάση το αφήνω στην κρίση του αναγνώστη. Ο ΣΥΡΙΖΑ βέβαια πρέπει να μην ξεχνάμε πως αναδείχθηκε κυβέρνηση όντας ένα αντισυστημικό, αριστερό και ριζοσπαστικό κόμμα. Αναμφισβήτητα δεν μετέτρεψε την ελληνική κοινωνία εν μία νυκτί σε μπολσεβίκους. Όμως έτσι τους ενέπνευσε σε συστράτευση μαζί του! Έτσι και σήμερα το ζήτημα είναι με ριζοσπαστικές αριστερές ρεαλιστικές θέσεις να εμπνευστεί και πάλι η κοινωνία. Μακριά από χλιαρές κοινοτυπίες και πολιτικές ίσων αποστάσεων. Παραδοχή του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα ήταν εξάλλου «Αν θέλουμε να κερδίσουμε το κέντρο πρέπει να στρίψουμε Αριστερά».
Κίμωνας Τζον Αποστολάκης, μέλος Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ