Θα ήταν λογικό να αναμένει κανείς ότι μετά το μνημειώδες αγνό αρχαίο ελαιόλαδο Ολυμπίας για να λυθεί το δημοσιονομικό πρόβλημα θα βρισκόταν κάποιος από τόσους παραστεκάμενους, παρατρεχάμενους, παρακοιμώμενους να του υποδείξει… να επιδείξει λίγη αυτοσυγκράτηση και να μην μιλάει εκτός κειμένου και εκτός σκηνοθετικών οδηγιών. Θα ήταν λογικό, αλλά δεν… Όταν η αποχαλινωμένη έπαρση συναντά τον φρενιτιώδη εκνευρισμό, όλα τα φράγματα πέφτουν. Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη μιλάμε άλλωστε.
Για τον άνθρωπο που δεν δίστασε να ανακατέψει τα πτώματα με τα χώματα και το πιο χυδαίο πατριδεμπόριο με την ιστορική αλήθεια αδιαφορώντας για τα ολέθρια αποτελέσματα προκειμένου να ωφεληθεί ψηφοθηρικά. Για τον άνθρωπο που δεν δίστασε να τοποθετήσει τις φιγούρες της ακροδεξιάς σαπίλας σε περίοπτη θέση στη γωνιακή βιτρίνα της δεξιάς πολυκατοικίας για να δείχνουν τα δόντια τους σε μια φρικώδη παρομοίωση χαμόγελου. Κι απέξω οι πετσωμένοι κλακαδόροι να χειροκροτούν. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, λοιπόν, πώς να φερθεί λογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και πώς να τον συγκρατήσεις;
Κι εδώ που τα λέμε, ποιος να τον συγκρατήσει από τα εξαπτέρυγα και τα πολυόμματα που έχει μαζέψει γύρω του, αφού αυτά πρεσβεύει ο σύγχρονος, όλο και πιο αδηφάγος, καπιταλισμός κι αυτά πιστεύει βαθιά και ο ίδιος; Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι επόμενο να χάνεται η μπάλα. Όταν από τους Ηρακλείς του μητσοτακικού στέμματος ο ένας (Γεραπετρίτης) δηλώνει πως αν είχαμε περισσότερες ΜΕΘ, θα είχαμε περισσότερους νεκρούς, ο άλλος (Σκέρτσος) εντελώς σοβαρά λέει πως δεν θέλουμε ένα ΕΣΥ πολυτελείας, ενώ οι νεκροί από την πανδημία προσεγγίζουν καλπάζοντας τους 18.000. Όταν υπουργός Υγείας είναι ένας ακροδεξιός που μπήκε για να παραδώσει το ΕΣΥ στον ιδιωτικό τομέα. Όταν η ανάπτυξη της χώρας βρίσκεται στα χέρια ενός Άδωνι Γεωργιάδη. Όταν υπουργός Εσωτερικών, και άρα υπεύθυνος για τη διεξαγωγή των εκλογών, είναι ο Μ. Βορίδης, που δεν τον λες και απαύγασμα δημοκρατικών πεποιθήσεων, ο οποίος μάλιστα έχει δηλώσει ευθαρσώς ότι πρέπει να βρεθούν τρόποι (η νομιμότητα, όταν δεν εργαλειοποιείται, δεν ενδιαφέρει) ώστε να μην επιστρέψει η Αριστερά στην κυβερνητική εξουσία, ε, τότε πώς να περιμένεις από τον Κυριάκο Μητσοτάκη να συγκρατηθεί;
Αυτή είναι η πολιτική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με ευθύνη της κυβέρνησης και του επιτελικού παρακράτους (υπό την έννοια ότι τη βασική εκτελεστική εξουσία την ασκούν διορισμένοι και όχι αιρετοί, ενώ η νομοθετική τελεί υπό καθεστώς μακάριας αγρανάπαυσης) και είναι μια πολιτική κατάσταση παραλυτική για το ήθος, την ποιότητα και τις συντεταγμένες του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Σε μια τέτοια κατάσταση ήταν φυσικό επακόλουθο να προσθέσει ο πρωθυπουργός ακόμα μία ντροπιαστική για τον ρόλο του, για τον χώρο του Κοινοβουλίου και την αξιοπρέπεια της δημοκρατίας παρουσία στη Βουλή. Ήταν η μέχρι τώρα πιο ξετσίπωτη και πιο ξεδιάντροπη στιγμή του όταν τόλμησε να πει, ενώπιον των εκλεγμένων εκπροσώπων του ελληνικού λαού, στον Αλέξη Τσίπρα «εσείς μας βάλατε στα Μνημόνια». Μπροστά σε αυτή τη, φόρα παρτίδα, διαστρέβλωση ωχριά ακόμα και το ακατάσχετο υβρεολόγιο, το οποίο δίκην πολιτικών επιχειρημάτων («είστε ψεύτης. Και ψεύτης θα παραμείνετε», αλλά και «είστε ένας τέως αποτυχημένος πρωθυπουργός» με τον καταφανή ασύντακτο, λόγω συναισθηματικής υπερχείλισης, λόγο) εξακόντισε εναντίον του πολιτικού του αντιπάλου.
Το θέμα είναι πολύ σοβαρό για να εξαντληθεί σε κοροϊδευτικό σχολιασμό ή ερασιτεχνική ψυχολογικοποίηση των χαρακτηριστικών του πρωθυπουργού. Το θέμα είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, πέραν πάσης αμφιβολίας πια, δεν κατοικεί στην πραγματικότητα των πολλών. Κατοικεί στην πραγματικότητα της τάξης του, από την οποία ούτε θέλει, ούτε ξέρει, ούτε μπορεί να αποστασιοποιηθεί έστω και στοιχειωδώς. Και η τάξη του, στην Ελλάδα μάλιστα, έχει τέτοια χαρακτηριστικά, που τον κάνουν να κατοικεί στις εσχατιές ενός πολύ, μα πολύ, μακρινού παρόντος.
Ενός παρόντος με άλλο λεξιλόγιο, με άλλο συμπεριφορικό ήθος, με άλλον πολιτισμό, τον οποίο δεν μπορούν ο ίδιος και οι όμοιοί του να φανταστούν και επομένως να κατανοήσουν. Με άλλα λόγια, αυτό που ονομάζουμε «ο κόσμος των πολλών» για τον πρωθυπουργό δεν υπάρχει. Δεν υπάρχουμε. Γι’ αυτό είναι επικίνδυνος. Γιατί δεν νιώθει αδίστακτος.
Κώστας Καναβούρης
Πηγή: Η Αυγή