Macro

Ανατομία της Ιταλικής ακροδεξιάς

H Ιταλική Δημοκρατία περνάει τη μεγαλύτερη κρίση από την ίδρυση της. Πρόκειται για μια κρίση οργανική και ολική. Οι νεοφιλελεύθερες συνταγές των Βρυξελλών, οι οποίες εφαρμόστηκαν, ειδικά μετά την έναρξη της παγκόσμιας κρίσης (2008), είναι στη ρίζα του κακού, αλλά οι κυβερνήσεις Μόντι, Μπερλουσκόνι με Lega και Ρέντσι φέρουν τη πολιτική ευθύνη. Η κρίση της πολιτικής και των πολιτικών κομμάτων αποτελεί συνέπεια του συνολικού αδιεξόδου. Το «πραξικόπημα» Σαλβίνι (8 Αυγούστου 2019), που έριξε την πρώτη κυβέρνηση Κόντε, απέτυχε λόγω της αποφασιστικότητας του Προέδρου Ματαρέλα, ήταν όμως ένα σήμα ότι η ακροδεξιά βρίσκεται προ των πυλών της κυβερνητικής εξουσίας.
Η Lega του Ματέο Σαλβίνι, με χαρακτηριστικά alt.right, και το ακροδεξιό κόμμα Fratelli d’Italia της Τζιόρτζια Μελόνι δημοσκοπικά αθροίζουν πλέον ένα ποσοστό (40%), με το οποίο οριακά σχηματίζεται ακροδεξιά κυβέρνηση. Με την προσθήκη της κεντροδεξιάς Forza Italia του Μπερλουσκόνι, το σχήμα θα διέθετε απόλυτη πλειοψηφία. Αρχές Ιουλίου, Σαλβίνι και Μελόνι συνυπέγραψαν με ακροδεξιά κόμματα (συνολικά δεκαπέντε κόμματα, ανάμεσά τους το Fidesz του Όρμπαν, το πολωνικό PiS, το ισπανικό Vox, τo Rassemblement Νational της Λεπέν) ένα κείμενο για το μέλλον της Ευρώπης. Ένα προπαγανδιστικό κείμενο ιστορικού αναθεωρητισμού, με χαρακτηριστική την αποφυγή αναφοράς σε ναζισμό, φασισμό και τους συμμάχους τους. Όσο για την Μελόνι, δηλώνει ότι απορρίπτει τους νοσταλγούς του φασισμού, αλλά το κόμμα της δεν καταδικάζει τη φασιστική περίοδο Μουσολίνι (ventennio).
Με το αντιφασιστικό μέτωπο που κτίστηκε το 1948, στην Α’ Ιταλική Δημοκρατία, ο φασισμός περιθωριοποιήθηκε πολιτικά (η Democrazia Cristiana, που κυβέρνησε για μια τεσσαρακονταετία, ήταν δεξιά, αλλά αντιφασιστική). Όμως, ο φασισμός, ως πολιτικό ρεύμα παρέμεινε πολύ κοντά στην επιφάνεια, για δύο κυρίως λόγους. Κατ’ αρχάς γιατί η εμπειρία του φασισμού ήταν ακόμη νωπή και κάποιες πλευρές του είχαν υπάρξει μαζικές. Κυρίως όμως γιατί η πολιτική και εκλογική δύναμη του ΙΚΚ, αλλά και ο ριζοσπαστισμός των κινημάτων (όπως το φθινόπωρο του 1969) δημιουργούσε την ανάγκη μόνιμης επιφυλακής στο «βαθύ ιταλικό κράτος» και παρακράτος, καθώς και στα ευρύτερα ψυχροπολεμικά δίκτυα με τα οποία ήταν συνδεδεμένο.
Ο μπερλουσκονισμός και οι ακροδεξιοί σύμμαχοι του κατάφεραν να απαξιώσουν σταδιακά το αντιφασιστικό μέτωπο της μεταπολεμικής περιόδου. Είναι γνωστό ότι στελέχη των νεοφασιστικών οργανώσεων «ξεπλύθηκαν» ως υποψήφιοι (ειδικά σε Ρώμη και Μιλάνο) της Lega και των Fratelli d’Italia.
Σήμερα, ο Μάριο Ντράγκι κυβερνά με μια αναγκαστική πλειοψηφία όλων των κοινοβουλευτικών δυνάμεων, εκτός της Μελόνι και της αριστερής Sinistra Italiana. Αυτή είναι η κυβέρνηση που θα διεξαγάγει τις Προεδρικές εκλογές τον ερχόμενο Φεβρουάριο και βάσει νόμου θα παραμείνει για τουλάχιστον ένα ακόμα εξάμηνο. Ουσιαστική αντιπολίτευση γίνεται μόνο από συνδικάτα και κινήματα.
Η επίθεση στα κεντρικά γραφεία της Cgil (Ιταλική Γενική Συνομοσπονδία Εργατών), στη Ρώμη, από μια ομάδα νεοφασιστών της Forza Nuova με επικεφαλής τον Ρομπέρτο Φιόρε, κατά τη διάρκεια της πορείας «No Green Pass» (9/10), απαντήθηκε από μια μεγάλη αντιφασιστική διαδήλωση μια εβδομάδα αργότερα. Η επίθεση, όμως, ήταν πολιτικά στοχευμένη στους κεντρικούς δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας, πάγια φασιστική θέση και πρακτική.
Oι τρεις ηγέτες της Forza Nuova, Τζιουλιάνο Καστελίνο, Ρομπέρτο Φιόρε και Λουίτζι Αρονίκα (πρώην Ένοπλοι Επαναστατικοί Πυρήνες), είναι υπό έρευνα για κατηγορίες υποκίνησης εγκλήματος, καταστροφές και λεηλασίες, με στόχο το Κοινοβούλιο και το Παλάτσο Κίτζι (κατοικία πρωθυπουργού).
Η προέλευση του νεοφασισμού
Η μήτρα του ιταλικού νεοφασισμού είναι το κόμμα του Τζιόρτζιο Αλμιράντε, το Movimento Sociale Italiano-MSI (1946-1995), που εμπεριείχε όλο το φάσμα του φασισμού. To MSI είχε ως καλύτερη στιγμή του τις εκλογές του 1972 (8,7%), δημιουργώντας με μοναρχικούς και νεοφασίστες (Ordine Nuovo, Avanguardia Nazionale) τον συνασπισμό Destra Nazionale. Στη συνέχεια το 1994, υπό την καθοδήγηση του Τζιανφράνκο Φίνι, ονομάστηκε Alleanza Nazionale, συμμετέχοντας ενεργά στους κυβερνητικούς συνασπισμούς του Μπερλουσκόνι (1994-1995, 2001-2005, 2008-2011). Όμως, μετά την αποτυχημένη προσπάθεια σύνθεσης νέου σχηματισμού με τον Καβαλιέρε, το κόμμα διαλύθηκε και τα μέλη του διασκορπίστηκαν σε διάφορους σχηματισμούς (Lega, FdI, Casa Ρound, Forza Nuova).
Την τελευταία εικοσαετία, ο νεοφασισμός είχε δύο φάσεις αναδιοργάνωσης: την περίοδο 1998-1999 (γέννηση και ανάπτυξη της Forza Nuova) και την περίοδο 2005-2008 με την εξάπλωση, σε εθνικό επίπεδο , της CasaΡound d’Italia.
Oι δύο αυτές νεοφασιστικές ομάδες, διαφορετικές μεταξύ τους, γεννήθηκαν από δύο πρώην στελέχη της Τρίτης Θέσης (Terza Posizione): τον Ρομπέρτο Φιόρε και τον Γκαμπριέλε Αντινόλφι, οι οποίοι αρχικά διέφυγαν στο εξωτερικό (Αγγλία και Γαλλία αντίστοιχα) για να αποφύγουν τη φυλάκιση (1980), και κατόπιν επέστρεψαν στην Ιταλία την περίοδο 1999 – 2002.
Η Τρίτη Θέση ήταν μια νεοφασιστική εξωκοινοβουλευτική ομάδα που, ειδικά στη Ρώμη στα μέσα της δεκαετίας του ‘70, αντιπροσώπευε τη σκληρή γραμμή, σε συνεργασία με τη φασιστική ομάδα «Ένοπλοι Επαναστατικοί Πυρήνες» (Nuclei Armati Revoluzionari, NAR, 1977-81, υπεύθυνοι για 33 δολοφονίες). Το 1980, ο Εισαγγελέας της Μπολόνια συμπεριέλαβε τους Φιόρε και Αντινόλφι στους καταζητούμενους για τη σφαγή στο σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, ενώ, ταυτόχρονα, η Εισαγγελία της Ρώμης, διέλυσε ουσιαστικά την οργάνωση, κατηγορώντας την για μια σειρά ληστειών, τραυματισμών, επιθέσεων και δολοφονιών. Όπως προέκυψε από τις μετέπειτα έρευνες, ο αρχηγός της παράνομης μασονικής στοάς Propaganda Due (P2), Λίτσιο Γκέλι (γνωστός από το σκάνδαλο της κατάρρευσης της Τράπεζας Bancο Ambrosiano), είχε πληρώσει στους νεοφασίστες 5 εκ. δολάρια, μέσω Ελβετίας, ως αμοιβή για τη βόμβα με τους 85 νεκρούς της Μπολόνια.
Ο Φιόρε στο Λονδίνο απέκτησε οικονομική δύναμη και οργάνωσε, με Βρετανούς νεοναζί, τη «Διεθνή Τρίτη Θέση». Το 1985 καταδικάστηκε ερήμην στην Ιταλία, αλλά η βρετανική κυβέρνηση απαγόρευσε την έκδοσή του. Mία «προστασία» που, σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε η εφημερίδα «The Guardian» και το αγγλικό αντιφασιστικό περιοδικό «Searchlight», οφείλεται στη σχέση του με τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες (MI6). Οι έρευνες επιβεβαιώθηκαν, λίγα χρόνια αργότερα, από επιτροπή που ερευνούσε τον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Ο Φιόρε δημιούργησε την εταιρεία Easy London, όπως και εστιατόρια, δισκογραφική εταιρεία, σχολές ξένων γλωσσών και αλυσίδα καταστημάτων (Charity Shop). Η Meeting Point, πρόγονος της Easy London ήταν μια χρηματοοικονομική εταιρεία που υποτίθεται ότι βοηθούσε φοιτητές να ζήσουν και να βρουν δουλειά στο Λονδίνο, προσφέροντας στέγη και εργασία όμως από πίσω εργάζονταν για την ενίσχυση της μαύρης διεθνούς και του ηγετικού ρόλου του ίδιου του Φιόρε.
Ο Αντινόλφι, από την πλευρά του, ήρθε σε επαφή με ομάδες Γάλλων φασιστών διανοουμένων και άσκησε εκδοτική δραστηριότητα.
Μετά το πέρας της 20ετίας και την παραγραφή των πιθανών εγκλημάτων τους και οι δύο επέστρεψαν στην Ιταλία και δημιούργησαν τη Forza Nuova και την CasaPound, αντίστοιχα.
Ο ρόλος της Forza Nuova
Η Forza Nuova (FN) ιδρύθηκε στα τέλη του 1997 από τους Μάσιμο Μορσέλο (πρώην NAR) και Ρομπέρτο Φιόρε (γραμματέας και ηγέτης της). Το πολιτικό-οργανωτικό μοντέλο είναι πυραμιδικό, παρόμοιο με του γερμανικού NPD, του αγγλικού BNP και της Χρυσής Αυγής. Ιδεολογικά είναι ξενοφοβική, ρατσιστική, εθνικιστική και υπερσυντηρητικά καθολική. Εμπνέεται από το φασιστικό ρουμάνικο κόμμα του Κορνέλιου Κοντρεάνου «Σιδερένια Φρουρά» της δεκαετίας του ‘30.
Η Forza Nuova είναι πεδίο νεοφασιστικής εκπαίδευσης της νεολαίας με κύρια δράση στη ΒΑ Ιταλία, τη Ρώμη και τη Ν. Ιταλία. Το κεντρικά σημεία του προγράμματός της είναι: όχι στις αμβλώσεις, απαγόρευση της μασονίας, μπλοκάρισμα των μεταναστών/προσφύγων και επαναπατρισμός τους, υπεράσπιση των παραδόσεων. Βασικό αίτημα, η κατάργηση των νόμων περί εγκλημάτων υποκίνησης φυλετικού μίσους και εγκλημάτων απολογίας και ανασύστασης του φασισμού. Δραστηριοποιείτε κατά του GayPride και των Ρομά, κατά των μουσουλμάνων μεταναστών και της κατασκευής τζαμιών. Παίρνει πρωτοβουλίες εναντίον της Ε.Ε. και του «οικονομικού συστήματος», είναι υπέρ της εθνικοποίησης τραπεζών και στρατηγικών εταιρειών και δεν θέλει την Τουρκία στην ΕΕ.
Πολλά μέλη της Forza Nuova έχουν εμπλακεί σε συγκρούσεις, επιθέσεις και βίαια επεισόδια στον δρόμο (ειδικά εναντίον πολιτικών αντιπάλων), με πιο σημαντικό την τοποθέτηση βόμβας στα γραφεία της εφημερίδας «Il Manifesto», τον Δεκέμβριο του 2000.
Στο εσωτερικό μέτωπο, η Forza Nuova διατήρησε επαφές με τη Lega, αργότερα και με τη Μελόνι, ενώ έχει στενές σχέσεις με τους αντιδραστικούς κύκλους του καθολικισμού και καθολικού κινήματος Comunione e Liberazione. Την πρόσφατη διαδήλωση στη Ρώμη -με τη φασιστική επίθεση- χαιρέτησε ο Monsignor Viganò , πρώην Nuncio του Βατικανού στην Ουάσιγκτον και σφοδρός αντίπαλος του Πάπα Φραγκίσκου, ο οποίος μάλιστα ευλόγησε την επίθεση στο Καπιτώλιο.
Η Forza Nuova ήταν πάντα πολύ ενεργή σε διεθνές επίπεδο, διοργανώνοντας δεκάδες συνέδρια (συχνά στο Μιλάνο) με τα κύρια ευρωπαϊκά νεοφασιστικά και νεοναζιστικά κόμματα (από το NPD και το FPO έως τη Χρυσή Αυγή). Το 2014 δημιούργησαν το νεοφασιστικό και εθνικιστικό ευρωπαϊκό μπλόκ «Alliance for Peace and Fredom», στο οποίο ο Φιόρε Προεδρεύει. Έχει επίσης προνομιακές σχέσεις με την Λεπέν, ενώ ο Φιόρε έχει δηλώσει την υποστήριξή του στον Πούτιν.
O σημερινός νεοφασισμός, μέσω του Φιόρε, απέκτησε σοβαρή στρατηγική, όπως απέδειξε πρόσφατα η έρευνα του «Lobby Nera», η οποία αποκάλυψε τις σχέσεις του νεοφασισμού με το ξέπλυμα «μαύρου χρήματος». Ο Φιόρε αναπτύσσει έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα εντός Ιταλίας, όπως εξαγωγές ιταλικών προϊόντων στο Ηνωμένο Βασίλειο και καταστήματα ενδυμάτων για skinheads. Έτσι μέσα σε τρία χρόνια, η Forza Nuova άνοιξε γραφεία σε τουλάχιστον 30 πόλεις και επίσης μπορεί να προσελκύσει ομάδες skinheads. Οι θύρες των γηπέδων είναι ένα από τα προνομιακά της πεδία. Όσο για τις σχέσεις της με τα ΜΜΕ χαρακτηρίζονται από αμοιβαία εχθρότητα, σε αντίθεση με την CasaPound.
Φιόρε και Μορσέλο αγόρασαν, επίσης, ένα παλιό χωριό στο Los Pedriches, κοντά στη Βαλένθια, για να το μετατρέψουν σε σταθερό σημείο αναφοράς για τη Μαύρη Διεθνή. Αντίστοιχα σχέδια υπάρχουν για το Χαμσάιρ, τη Νορμανδία και την Ιρλανδία.
Καθώς από μέρα σε μέρα ελοχεύει ο κίνδυνος, το κοινοβούλιο να ζητήσει τη διάλυση της οργάνωσης υπάρχουν ήδη σκέψεις μετασχηματισμού της. Το στρατηγικό σχέδιο του Φιόρε είναι να ηγεμονεύσει ο νεοφασισμός στο ακέφαλο κίνημα Νo-Vax (αντιεμβολιαστών). Ένα μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο με αμερικάνικη και ευρωπαϊκή διάσταση.
Δεν είδαν όλοι όμως με το ίδιο μάτι την «μονοκρατορία» του Φιόρε. Τον Οκτώβριο του 2020 μια ομάδα διασπάστηκε και ίδρυσε το Movimento Nazionale-Rete dei Patrioti.
Ο ρόλος της CasaPound d‘Italia
Η CasaPound d’Italia (CPI) ιδρύθηκε από τους Αντινόλφι και Ιανόνε (επικεφαλής), ως δεξιό Κοινωνικό Κέντρο, στη Ρώμη, στα τέλη του 2003, και απέκτησε εθνική δομή πέντε χρόνια αργότερα. Είναι η νεοφασιστική οργάνωση που ηγεμόνευσε στον χώρο της ακροδεξιάς/φασιστικής νεολαίας και που μιμήθηκαν πολλά αντίστοιχα ευρωπαϊκά μορφώματα. Τα μέλη της αυτοπροσδιορίζονται ως «οι φασίστες της τρίτης χιλιετίας», απορρίπτοντας το μοντέλο της παραδοσιακής κομματικής ζωής. Εμπνέονται από την ιστορία των πρώτων φασιστικών ομάδων και το κίνημα του φουτουρισμού, ενώ δραστηριοποιούνται και στα σχολεία (Blocco studentesco). Η CPI είναι γνωστή για τις συγκρούσεις στους δρόμους και τις επιθέσεις σε αντιφασίστες και πρόσφυγες, ενώ μέλη της εμπλέκονται σε διάφορες δολοφονίες. Στόχος της η ευημερία, αλλά μόνο για τους «αυθεντικούς» Ιταλούς. Η δράση της είναι ξενοφοβική και ισλαμοφοβική.
Το θεωρητικό και πρακτικό μοντέλο της ανάγεται στο αρχικό φασιστικό κίνημα του Μουσολίνι του 1919. Οι αναφορές σε Έζρα Πάουντ, Νίτσε, Κέρουακ, Φάντε, Πεσόα, Πιραντέλο Ezra Pound, Friedrich Nietzsche , Kerouac, Fante, Pessoa, Pirandello είναι χαρακτηριστικές τη διαφοροποίησής της από άλλα φασιστικά δίκτυα. Οι δράσεις των «ομάδων ΜΜΕ» , η προσεκτική χρήση του διαδικτύου, οι καταλήψεις σπιτιών (μόνο για Ιταλούς) και, κυρίως, η επίσημη σύνδεση της Casapound με τη Lega, της έδωσε μεγάλη δημοσιότητα και σημαντική υποστήριξη στο θεσμικό επίπεδο. Έχει στενές επαφές με φασιστικά κόμματα και ομάδες διεθνώς και ειδικά σε Ευρώπη και ΗΠΑ.
Στην κατοχή της βρίσκονται η εφημερίδα «Il Primato Nazionale», ο εκδοτικός οίκος Altaforte, το ράδιο Bandiera Nera, η αλυσίδα εστιατορίων (Osteria Angelino) και καταστήματα ενδυμάτων και παπουτσιών (Pivert, Stolen). O Ιανόνε έχει και δικό του μουσικό συγκρότημα (ZetaZeroAlfa).
Η βασική διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες είναι ότι η Forza Nuova ανήκει στο σκοταδιστικό Καθολικό κίνημα, σε αντίθεση με την CasaPound που είναι επίσημα κοσμική οργάνωση. Όμως σιγά σιγά η δύναμή της υποχωρεί και στο νεοφασιστικό μέτωπο, πλέον κυριαρχεί η Forza Nuova.
H Lealtà Azione γεννήθηκε στη ζώνη του Μιλάνο (Brianza) ως ιταλική έδρα των Hammerskin (ομάδα υπέρ της Λευκής Ανωτερότητας, που δημιουργήθηκε στο Ντάλας του Τέξας το 1988). Λειτουργεί ομοσπονδιακά με άλλες φασιστικές ομάδες και έχει καλές σχέσεις με Σαλβίνι και Μελόνι.Έντονη δραστηριότητα παρουσιάζουν επίσης το ακροδεξιό Κοινωνικό Κέντρο Casaggì της Φλωρεντίας, το Fronte Skinheads στο Βένετο και ειδικά στην κερκίδα της Βερόνα, το Manipolo d’Avanguardia στο Μπέργκαμο και το νεοναζιστικό Comunità Militante dei 12Raggi στο Βαρέζε.Περαιτέρω φασιστικές ομάδες λειτουργούν στις κερκίδες αρκετών ομάδων (κυρίως Τσεζένα, Ίντερ, Λάτσιο και Ρόμα). Κατέβηκαν μάλιστα σε κοινή διαδήλωση στη Ρώμη (6 Ιουνίου 2020) με το όνομα «Παιδιά της Ιταλίας», υπό την καθοδήγηση του επικεφαλής της Forza Nuova, Τζιουλιάνο Καστελίνο.
Η «Μαύρη Διεθνής»
Τον Μάρτιο του 2015, δέκα ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα (συμπεριλαμβανομένης και της Χρυσής Αυγής) κλήθηκαν στην Αγία Πετρούπολη στο «Ρωσικό Συντηρητικό Διεθνές Φόρουμ», με πρωτοβουλία του ακροδεξιού κόμματος Rodina, φιλικά προσκείμενου στον Πούτιν. Παρόντες 150 εκπρόσωποι ευρωπαϊκών ακροδεξιών και νεοναζιστικών οργανώσεων. Από την Ιταλία συμμετείχαν ο Ρομπέρτο Φιόρε, ο έμπιστος του Σαλβίνι Λούκα Μπερτόνι και η Ιρίνα Οσίποβα, αυτοδιοικητικό στέλεχος της Μελόνι .
Στις 26 του περασμένου Σεπτεμβρίου, πραγματοποιήθηκε στο Βελιγράδι μια ακόμα συνάντηση ευρωπαϊκών ακροδεξιών κομμάτων, με το όνομα «Συμμαχία για την Ειρήνη και την Ελευθερία» υπό την προεδρία του Φιόρε . Μεταξύ άλλων, παρευρέθηκαν ο πρώην πρόεδρος του Βρετανικού Εθνικού Κόμματος Νικ Γκρίφιν (στενός φίλιος και πρώην συγκάτοικος του Φιόρε), το Γαλλικό Εθνικιστικό Κόμμα (πρώην L’Œuvre Francaise), το Γερμανικό Εθνικοδημοκρατικό Κόμμα (NPD), το Falange Spagnola, το Ελασυν του χρυσαυγίτη Λαγού, το ρουμανικό Noua Dreapta, Ρώσοι ακροδεξιοί και ο αρχηγός της σέρβικης ακροδεξιάς Μίσα Βάτσικ. Συμφώνησαν στη δημιουργία πλατφόρμας ευρωπαϊκού κινήματος «ενάντια στις υγειονομικές δικτατορίες που επιδιώκουν να καταστρέψουν την αξιοπρέπεια και την υγεία των λαών» καθώς και στο ότι.. το Κόσοβο είναι σερβικό.
Ο ιταλικός νεοφασισμός εμπλέκεται διαχρονικά στο διεθνές εμπόριο όπλων, όπως έχει αποδειχθεί από πολλαπλές έρευνες. Το 2019 κατασχέθηκε ολόκληρο οπλοστάσιο (έως και πύραυλος), ενώ είναι πολλές οι αστυνομικές έρευνες που έχουν αποδείξει την παραπάνω συσχέτιση, από την Οrdine Νuovo του Πίνο Ράουτι (1969) και τις σχέσεις με τις μαφίες, έως τη Forza Nuova σήμερα.
Μια «λεπτή μαύρη γραμμή» σύνδεσε το νεοφασισμό με τις μυστικές υπηρεσίες στην περίοδο της «στρατηγικής της έντασης». Οι τραγωδίες με φασιστικές βόμβες στην Piazza Fontana (Μιλάνο , Δεκέμβρης του ‘69) με 17 νεκρούς και στην Piazza della Loggia, στην Μπρέσια τον Μάη του ’74 είχαν πολιτικό στόχο, καθότι οι δύο πόλεις, μαζί με το Τορίνο, ήταν το κέντρο της συνδικαλιστικής και κινηματικής δράσης. Η σφαγή της Μπολόνια ήταν το τελευταίο μεγάλο αιματηρό επεισόδιο της πρώτης φάσης του νεοφασισμού που κράτησε πάνω από μια δεκαετία. Οι νεοφασιστικές ομάδες Ordine Νuovo και Avanguardia Νazionale είχαν δεσμούς με κρατικούς και παρακρατικούς θεσμούς, όπως «όριζε» το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής. Σήμερα, όμως, η έκθεση των ιταλικών μυστικών υπηρεσιών περιγράφει το νεοφασισμό ως κίνδυνο για την ασφάλεια όλων (1). H εμφάνιση και η ίδρυση νεοναζιστικών και νεοφασιστικών δικτύων και κινημάτων στην Ιταλία μοιάζει πολύ με τα φαινόμενα της τζιχαντιστικής ριζοσπαστικοποίησης. Ένα φαινόμενο επομένως πολύ διαφορετικό απ’ ό,τι απεικονίζεται: όχι μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά ένας κατακερματισμένος μαχητικός γαλαξίας κοινής οπτικής που πλαισιώνεται από πολύ πιο δομημένους σχηματισμούς.
Οι στενές σχέσεις του Στιβ Μπάνον με ολόκληρο τον γαλαξία της ιταλικής ακροδεξιάς έχουν στόχο τη δημιουργία αξιόπιστης διεθνούς του φασισμού. Οι θεωρίες συνωμοσίας του QAnon βρήκαν πρόσφορο έδαφος στην Ευρώπη, κυρίως σε Ιταλία, (τρίτη παγκόσμια) Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Γερμανία, έχοντας ήδη διαχυθεί σε 85 χώρες. Οι Ιταλοί QAnon χρησιμοποιούν την πλατφόρμα επικοινωνίας Telegram, με ρατσιστικές, ομοφοβικές και αντισημιτικές αφηγήσεις, εμπνευσμένες από την υπεροχή των λευκών, τον ναζισμό και διάφορες θεωρίες συνωμοσίας.
Εδώ και χρόνια στην Ιταλία διεξάγεται μια άγρια ακροδεξιά πολιτισμική επίθεση, στην οποία η Δεξιά κλείνει τα μάτια -όταν δεν κλείνει το μάτι- με στόχο την επίσημη αναθεώρηση της Ιστορίας για το τι ήταν πραγματικά ο φασισμός και ο εγκληματικός νεοφασισμός του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα. Όπως έγραψε πρόσφατα, η μεγαλύτερη εν ζωή αριστερή διανοούμενη της Ιταλίας, η Λουτσιάνα Καστελίνα: «Αν πάμε στην ουσία του φασισμού, σίγουρα βρίσκουμε την ίδια ουσία με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο: αδιαφορία για την ανθρωπότητα και, συνεπώς, αδιαφορία για τις ανισότητες και για την ελευθερία. Εξάλλου, η στενή σχέση μεταξύ οικονομικής εξουσίας και φασισμού δεν είναι μια νέα ανακάλυψη. Σήμερα, μαζί με το αίτημα να καταστούν παράνομοι οι νεοφασιστικοί σχηματισμοί, θα πρέπει να αναζωπυρώσουμε την επιθυμία για μια εναλλακτική λύση. Το να είμαστε επαναστάτες και όχι ρεφορμιστές σήμερα έχει να κάνει με την ποιότητα της προτεινόμενης εναλλακτικής λύσης» (2).
Βλ. «Servizi segreti, la relazione: “Rigurgiti neonazisti favoriti da strisciante propaganda virtuale. Jihadisti non arrivano coi migranti», «Il Fatto Quotidiano», 2 Μαρτίου 2020, https://www.ilfattoquotidiano.it/…/servizi…/5722665/ Επίσης «L’allarme dei Servizi segreti: “Il rischio dei neonazi e la tenuta democratica minacciata dalla propaganda istigatoria”», «La Repubblica», 2 Μαρτίου 2020, https://www.repubblica.it/…/l_allarme_dei_servizi…/ και τέλος Mimmo Franzinelli, «La sottile linea nera. Neofascismo e servizi segreti da Piazza Fontana a Piazza della Loggia» di, εκδόσεις Rizzoli, 2008.
Βλ. Luciana Castellina, «Dall’antifascismo all’alternativa il passo non è breve», «Il Manifesto », 16 Οκτωβρίου 2021, https://ilmanifesto.it/dallantifascismo-allalternativa…/

Λευτέρης Στουκογεώργος