Micro

Ο Φουκώ, η φιλοσοφία, η Αριστερά

Κύρκος Δοξιάδης, Ο Φουκώ τής φιλοσοφίας και της Αριστεράς, Νήσος, Αθήνα 2015

Τριάντα χρόνια σχεδόν ασχολείται ο Κύρκος Δοξιάδης με το έργο τού Μισέλ Φουκώ, κι εντέλει συγκέντρωσε σε έναν τόμο κείμενά του, γραμμένα από το 1987 μέχρι το 2015, σχετικά με πλευρές τής σκέψης του: μεταξύ άλλων για την εξουσία, για την ιδεολογία, για το κράτος, για την έννοια τής κριτικής, για τη μέθοδό του, για την κριτική του στάση απέναντι στην ψυχανάλυση. Ο τίτλος που διάλεξε είναι μάλλον προκλητικός: Ο Φουκώ τής φιλοσοφίας και τής Αριστεράς. Αθέμιτη οικειοποίηση τού Φουκώ από την Αριστερά, όπως εννοούμε την Αριστερά στην Ελλάδα τουλάχιστον; Μάλλον είναι πιο σύνθετα τα πράγματα. Για να κρίνει η αναγνώστρια, ο αναγνώστης, καλό είναι να έχει κατά νουν τα παρακάτω.

Η Αριστερά εδώ στην Ελλάδα έχει από παλιά σχέση με τον Φουκώ. Το 1972 ο Στρατής Τσίρκας, μέλος τού ΚΚΕ Εσωτερικού μετά τη διάσπαση τού 1968, πηγαίνει στη Γαλλία για να παραλάβει το βραβείο καλύτερου ξένου μυθιστορήματος, που είχε απονεμηθεί στις Ακυβέρνητες Πολιτείες. Επιστρέφοντας, φέρνει στις βαλίτσες του τα βιβλία δύο “αριστεριστών” φιλοσόφων που κατά τη γνώμη του θα ενδιέφεραν τους κομμουνιστές “τής ανανέωσης,” στο πλαίσιο τής ιδεολογικής τους αντιπαράθεσης με τους “δογματικούς” και τού ανοίγματος προς έναν “κριτικό” μαρξισμό, που να μη θεωρεί πως έχει ήδη βρει την αλήθεια σε όλα τα θέματα. Αυτοί οι “αριστεριστές” ήταν ο Μισέλ Φουκώ και ο Ζυλ Ντελέζ. Ο Τσίρκας πρότεινε στον Ράππα, που είχε επιστρέψει από το Παρίσι, να εκδοθεί μια συντετμημένη εκδοχή τής Ιστορίας τής τρέλας – και τη μετάφραση ανέλαβε η νεαρή τότε φοιτήτρια Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου.1 Τελικά, το βιβλίο θα εκδοθεί στον Ηριδανό.

Φυσικά, τα βιβλία τού Φουκώ τα χρησιμοποίησαν και τα κινήματα που δημιουργήθηκαν κατά των ασύλων και κατά των φυλακών – κινήματα που ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτόνομα από το τότε ΚΚΕ Εσωτερικού, αν όχι και εχθρικά προς αυτό. Όμως, και αυτή ακόμη η άποψη περί “αυτονομίας” των κινημάτων, που είχε τότε η Αριστερά τού Ρήγα Φεραίου, μετά τη διάσπαση και τη δημιουργία της Β΄ Πανελλαδικής, ασφαλώς έκανε πολλούς εκεί να βλέπουν με συμπάθεια το έργο του (Ιστορία της τρέλας, Επιτήρηση και τιμωρία: η γέννηση της φυλακής).Ενώ, λόγου χάριν, κατά τον Αλτουσέρ και τους εν Ελλάδι αλτουσερικούς (που βρίσκονταν κυρίως στη Β΄ Πανελλαδική) τη δεκαετία τού ’80 η εκπαίδευση είναι ιδεολογικός μηχανισμός τού κράτους, χωρίς δυνατότητα αλλαγής, πράγμα που έκανε τους δομιστές να μοιάζουν κάπως μοιρολάτρες, οι ας πούμε “φουκωικοί,” τής Αριστεράς τού εναπομείναντος Ρήγα Φεραίου, τόνιζαν την ανάγκη για αντίσταση και δημιουργία αυτόνομων –από το κόμμα– κινημάτων: πυρήνων και νησίδων αντίστασης στον κυρίαρχο λόγο και στις κυρίαρχες “πρακτικές” (λέξη της εποχής, γαλλικής καταγωγής παρά τα φαινόμενα) και μέσα στο μαθητικό, στο φοιτητικό και στο πανεπιστημιακό γενικά κίνημα. (Και διαβάζοντας το βιβλίο του Δοξιάδη, μετά την παρέλευση τόσων χρόνων από τις κάπως θερμοκέφαλες αντιπαραθέσεις τής εποχής, βλέπει κανείς κάπως καθαρότερα και πόσο κοντά σε πολλά ήταν ο Αλτουσέρ με τον Φουκώ αλλά και πόσο μακριά.)

Στη Γαλλία, ο Φουκώ είχε σχέση, και έμπρακτη, με τα κινήματα των ομοφυλοφίλων, τα κινήματα ενάντια στις φυλακές (ο ίδιος οργάνωσε την “Ομάδα πληροφόρησης για τις φυλακές”, το 1971), ενάντια στα ψυχιατρεία – και γενικά με τη λεγόμενη “δεύτερη Αριστερά,” που είχε γεννηθεί μέσα από την εξέγερση τού Μάη του ’68. Αυτή περιελάμβανε από σοσιαλιστές, όπως τον Μισέλ Ροκάρ, μέχρι ίσως και παλιούς μαοϊκούς. – Για να μην εκπλαγούμε με τους σοσιαλιστές, ας θυμηθούμε πως η μεγάλη παράδοση του Ζωρές, και ίσως η προυντονική παράδοση, εξηγεί πολλές από τις θέσεις τού Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, λ.χ. για την αυτοδιαχείριση, που εν πολλοίς έκαναν το ΚΚΓ τού Ζωρζ Μαρσαί να μοιάζει οργανισμός καθηλωμένος σε αντιλήψεις τού δέκατου ένατου αιώνα για το κράτος και την εξουσία. Ας επιστρέψουμε στο βιβλίο, όμως.

Η εισαγωγή (“Ο Foucault και ο μαρξισμός”) είναι ίσως το πιο ενδιαφέρον φιλοσοφικά μέρος τού βιβλίου, που δείχνει και πόσο εύστοχος είναι ο εκ πρώτης όψεως προκλητικός τίτλος. Εδώ ο Δοξιάδης εξηγεί πώς βλέπει τη σχέση τού Φουκώ με την Αριστερά και τη σκέψη τής Αριστεράς: ο Φουκώ ανήκει “εξ ολοκλήρου” (σ. 9) στην παράδοση που ξεκίνησε με τον Διαφωτισμό. Η σκέψη του δεν είναι ούτε ανορθολογισμός ούτε σχετικισμός, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο Φουκώ είναι αφελής ορθολογιστής – παρεμπιπτόντως, αρκεί η Ιστορία τής τρέλας στην κλασική εποχή προς απόδειξιν. Ούτε επίσης θεωρεί ο Φουκώ ξεπερασμένη την υπόθεση της νεωτερικότητας και τού Διαφωτισμού, όπως φαίνεται να δέχονται οι μετανεωτερικοί στοχαστές, που εμφανίζονται έτσι παραδόξως αιχμάλωτοι μιας καθαρά νεωτερικής εικόνας περί ιστορικά ξεπερασμένου. “Το θετικό περιεχόμενο της σχέσης τού Φουκώ με τον Διαφωτισμό μπορεί να κατανοηθεί αν αποφασίσουμε να τον συνδέσουμε με το πλησιέστερο προς εκείνον διανοητικό και πολιτικό ρεύμα που απορρέει από τον Διαφωτισμό – ήτοι, με τον μαρξισμό” (σ. 10).

Ποιά σχέση όμως μπορεί να έχει η σκέψη τού Φουκώ με την υλιστική αντίληψη τής Ιστορίας; Εκεί όπου ο μαρξισμός παραδοσιακά τονίζει την οικονομία, θεωρώντας την οικονομική βάση (παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις) καθοριστική για το θεσμικό, πολιτικό και ιδεολογικό εποικοδόμημα (έστω σε τελική ανάλυση), ο Φουκώ αντίθετα, τουλάχιστον μετά τον Μάη τού 1968, τονίζει τις σχέσεις εξουσίας. Αυτό λοιπόν δεν φαίνεται να τον φέρνει και πολύ κοντά στον Μαρξ ή στους διάφορους μαρξισμούς. Ο Δοξιάδης απαντά: “Η σχέση τού Φουκώ με τον μαρξισμό (…) μπορεί να συνοψιστεί στο ότι στο κεντρικότερο σημείο όπου ενώνεται μαζί του διαφαίνεται και μία από τις σημαντικότερες διαφοροποιήσεις του από αυτόν – ή έστω από την “επίσημη” εκδοχή του. Η προσέγγιση τού Φουκώ αποτελεί μια –άκρως ριζοσπαστική– υλιστική κριτική τής εξουσίας, που αποφεύγει τον οικονομικόαναγωγισμό” (σ. 11).

Ως προς τί είναι όμως υλιστική, όπως υποστηρίζει ο Δοξιάδης, η σκέψη τού Φουκώ; Δυο λόγια για τον υλισμό, εδώ: δεν πρόκειται για μεταφυσικό υλισμό παραδοσιακού, καρτεσιανού τύπου, όπου απλώς από τον καρτεσιανό δυϊσμό (ψυχή / σώμα ή νόηση / έκταση) κρατάμε την έκταση και αρνούμαστε τη νόηση ή την ανάγουμε σε αυτήν, αντί να τής αναγνωρίζουμε αυθυπαρξία. Η απάντηση τού Δοξιάδη είναι διπλή: ο Φουκώ είναι υλιστής, πρώτον, ως προς την έμφαση στο ανθρώπινο σώμα, που πάνω του και μέσω αυτού ασκείται η πειθαρχική εξουσία. Και επειδή μάς ενδιαφέρει ο καπιταλισμός και πώς λειτουργεί, στην Επιτήρηση και τιμωρία “η πειθαρχική εξουσία κατά μέγα μέρος συνίσταται στην πειθάρχηση των σωμάτων των εργαζομένων και στην εξουσιαστική συγκρότηση τής εργατικής τάξης ως βασικής παραγωγικής δύναμης τού καπιταλισμού” (σ. 12). Το σώμα, ως αντικείμενο και μέσον τής βιοεξουσίας, είναι στο επίκεντρο και στηνΙστορία τής σεξουαλικότητας. Δεύτερον, Ο Φουκώ είναι υλιστής ως προς την έμφαση στην υλικότητα των λόγων [discours],1 ιδιόμορφης κοινωνικής πρακτικής μέσα σε υλικές συνθήκες οι οποίες την συγκροτούν και δεν την πλαισιώνουν απλώς.

Για τα νέα κοινωνικά κινήματα, που τα γονιμοποίησε η μη οικονομιστική κριτική της εξουσίας από τον Φουκώ, ο Δοξιάδης αρνείται λοιπόν “τον τερατωδώς αποπροσανατολιστικό χαρακτηρισμό ‘μετα-υλιστικά’” (σ. 13). Συγχρόνως, “η πολιτική συμβολή τού Φουκώ στην Αριστερά είναι τουλάχιστον το ίδιο σημαντική και προς μια άμεσα αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. […] Αν η οικονομία είναι όντως κυρίαρχη, αυτό δεν οφείλεται στο ότι παντού και πάντα η οικονομία είναι καθοριστική (έστω και “σε τελευταία ανάλυση”), αλλά στο ότι στη νεωτερικότητα, από τη Βιομηχανική Επανάσταση κι έπειτα, ο καπιταλισμός είναι το ισχυρότερο σύστημα εξουσίας. Στην εποχή τού νεοφιλελεύθερου (…) καπιταλισμού, η πρωτοκαθεδρία τής οικονομίας, για την Αριστερά, δεν πρέπει να είναι μια αναλυτική ή οντολογική αρχή, αλλά μια πολιτική κατάσταση που πρέπει επιτέλους να ανατραπεί.” (στο ίδιο). Μεταφράζω: η πρωτοκαθεδρία τής οικονομίας δεν πρέπει να είναι για την Αριστερά η αρχή με την οποία αναλύει την κοινωνική πραγματικότητα ούτε να θεωρείται μια για πάντα δεδομένο, κάτι πραγματικό (“σαν σώμα”, μπαίνει κανείς στον πειρασμό να πει), αμετάβλητο στοιχείο μιας κοινωνικής οντολογίας – αλλά ιστορικό αποτέλεσμα συγκεκριμένων σχέσεων εξουσίας που η Αριστερά μπορεί και πρέπει να τις αλλάξει.

Ακολουθούν δεκατρία δοκίμια για απαιτητικούς αναγνώστες. Θα πρότεινα μάλιστα μετά την ανάγνωση της εισαγωγής το βιβλίο να διαβαστεί αντίστροφα: από το τέλος προς την αρχή. Από το “ελαφρύ” θέμα της σχέσης τού Φουκώ με την ψυχανάλυση περνάμε έτσι στο δοκίμιο “Κριτική και δημοκρατία: κάποιες σκέψεις,” ανάλυση της λεγόμενης κρίσης τής δημοκρατίας. Και έπειτα ας περάσει ο αναγνώστης στα θεωρητικότερα θέματα, όπως το δοκίμιο “Πολιτικός φιλελευθερισμός και νεοφιλελευθερισμός,” ανάλυση της βιοπολιτικής διάστασης του νεοφιλελευθερισμού και τού καπιταλισμού που την αντιδιαστέλλει προς τη βιοπολιτική τού πολιτικού φιλελευθερισμού και τής δημοκρατίας, και ούτω καθ’ εξής: για τη μέθοδο του Φουκώ (και πώς περνά, αν περνά, από την αρχαιολογία τής γνώσης σε μια νιτσεϊκής κοπής γενεαλογία τής εξουσίας) και τόσα άλλα θέματα (για τη σχέση εξουσίας και γνώσης, για τη σχέση την κριτικής με τον Διαφωτισμό, για το υποκείμενο και την εξουσία, για την ιδεολογία και γιατί ο Φουκώ ήταν επιφυλακτικός για την χρήση τού όρου). Θα αδικούσαμε το βιβλίο αν προσπαθούσαμε απλώς να δώσουμε μια σύνοψή τους εδώ.

Δεν είναι και μικρή αυτή η συγκομιδή τριάντα χρόνων επαφής με τον Φουκώ – είναι μάλλον εντυπωσιακά τόσο τα φιλοσοφικά όσο και τα πολιτικά ευρήματα τόσων χρόνων ενασχόλησης. Ένα πολύ χρήσιμο βιβλίο, σημαντική συμβολή στην ερμηνεία τού Μισέλ Φουκώ, γραμμένο με τη γνωστή σαφήνεια, την ακριβολογία αλλά και το ενίοτε αναπάντεχο χιούμορ τού Κύρκου Δοξιάδη.

 

1Από συζήτηση με τον Γιάννη Παπαθεοδώρου και από την επιστολή τής Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου που διαβάστηκε στην παρουσίαση της Ιστορίας της τρέλας.

2Ο Δοξιάδης αποδίδει το discours, λόγο περί τινος, ως λόγο (απολύτως). Σε αυτό εδώ το κείμενο για να αποφύγουμε τη σύγχυση χρησιμοποιείται ο Λόγος (απολύτως) για την Raison (συνάμα το λογικό και ο ορθός λόγος) και οι λόγοι, ή τα σώματα λόγων (στον πληθυντικό) για το discours.

Πάρης Μπουρλάκης

Πηγή: Η Αυγή