Στην ακατάλυτη, θα φανταζόταν κανείς, σχέση των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία εμφανίζονται το τελευταίο διάστημα απροσδόκητα σύννεφα. Ή ίσως όχι και τόσο απροσδόκητα, αν κρίνουμε από το πώς παίρνει μορφή το “δόγμα Μπάιντεν” για την Μέση Ανατολή, με τη Ουάσιγκτον να περιορίζει τις “δουλείες” της στην περιοχή.
Περίεργο που οι ιδιαιτερότητες του προγράμματός του (scheduling issues), όπως αναφέρθηκε, κράτησαν σε μια τόσο ευαίσθηση συγκυρία τον Όστιν μακριά από Ριάντ.
Για τους περισσότερους αναλυτές, η ακύρωση της επίσκεψης του Αμερικανού υπουργού αποτελεί την άμεση (οργισμένη) αντίδραση των Σαούντ στην υλοποίηση της ανακοινωμένης από τον Ιούνιο απόφασης των ΗΠΑ να αποσύρουν τις συστοιχίες των αντιαεροπορικών συστημάτων Patriot που είχαν εγκαταστήσει στη Σαουδική Αραβία. Και μολονότι βέβαια η αποτελεσματικότητα των συστημάτων αυτών (προσανατολισμένων αποκλειστικά στον από Βορρά κίνδυνο, δηλ. το Ιράν) αποδείχθηκε μηδαμινή όταν οι αντάρτες Χούθι της Υεμένης κατάφεραν με φθηνά μέσα να πλήξουν την καρδιά της σαουδαραβικής πετρελαιοπαραγωγής στο Άμπκαικ το 2019, καθώς και άλλους στόχους, η χειρονομία της απόσυρσης των Patriot έχει αν μην τι άλλο μεγάλο συμβολικό αντίκρισμα. Αυτό το κενό άλλωστε προορίζεται να καλύψει ο δανεισμός ελληνικών Patriot από τη Σαουδική Αραβία.
Δεν πρόκειται για τη μοναδική πίεση που ασκείται από την αμερικανική πλευρά. Η συμπλήρωση είκοσι ετών από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 έδωσε την ευκαιρία για την δημοσιοποίηση 16σέλιδης περικομμένης αναφοράς του FBI σχετικά με τα τότε γεγονότα, στην οποία καταδεικνύονται οι σχέσεις των 19 αεροπειρατών με δύο Σαουδάραβες “χειριστές” τους, εκ των οποίων ένας με διπλωματική ασυλία. Η πλανώμενη αίσθηση της εμπλοκής πτερύγων της εξουσίας στην Σαουδική Αραβία με τη θεαματικότερη επίθεση της Αλ Κάιντα, αν και δεν θεμελιώνεται ακλόνητα, πάντως ενισχύεται στα μάτια του αμερικανικού και διεθνούς ακροατηρίου.
Ο ίδιος μνημόνευσε, σε αντιπαραβολή, την πρόσφατη επίσκεψη στη χώρα του Λεονίντ Σλούτσκι, επικεφαλής της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της ρωσικής Δούμας. Και πράγματι, η επιθυμία του Ριάντ να επιδείξει ότι διαθέτει και εναλλακτικές επιλογές στον τομέα της ασφάλειας υπογραμμίσθηκε και με την πρόσφατη συνυπογραφή συμφωνίας στρατιωτικής εκπαίδευσης με τη Ρωσία.
Ποιες όμως είναι οι κατά τον πρίγκηπα Σάτταμ αμερικανικές “υπαγορεύσεις” που αρνείται να δεχθεί ο Οίκος των Σαούντ; Εξαντλούνται στην δεδομένη επιθυμία της κυβέρνησης Μπάιντεν να αναβιώσει τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αποκλιμακώνοντας συνολικά τις εντάσεις στον Περσικό Κόλπο; Η ίδια η Σαουδική Αραβία, όμως, έχει εγκαινιάσει έμμεσο διάλογο με τους Ιρανούς ανταγωνιστές της στη Βαγδάτη.
Πιθανότερο είναι οι αμερικανικές απαιτήσεις να αφορούν τον άμεσο τερματισμό του πολέμου στην Υεμένη, κατεξοχήν έργο του Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν, ή ακόμη και την αντικατάσταση του διαδόχου. Μια άλλη εκδοχή θα μπορούσε να αφορά την πετρελαϊκή αγορά σε φάση πληθωριστικών πιέσεων διεθνώς (αλλά και εμπέδωσης της συνεργασίας Μόσχας-Ριάντ στο πλαίσιο του OPEC+). Tο άμεσο μέλλον θα δώσει απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα.
Κώστας Ράπτης
Πηγή: Capital