Το «μετά» την πανδημία, όσο και αν υπάρχει ακόμα σοβαρός χώρος -και ευθύνες της κυβέρνησης- για αβεβαιότητα, είναι επί θύραις. Το βλέπουμε στις απαντήσεις των πολιτών στις δημοσκοπήσεις, το αισθανόμαστε στις συντροφιές μας, όταν συζητάμε. Οι πολίτες αφήνουν μέρος της ανησυχίας για την υγεία και τη μεταφέρουν στην καθημερινότητα του βίου τους, στις υποχρεώσεις τους, στο υπονομευμένο πολλαπλά μέλλον.
Στο τελευταίο ευρωβαρόμετρο, για παράδειγμα, το 67% των ερωτηθέντων δίνει προτεραιότητα, ως προς το που πρέπει να δώσει βάρος το ευρωκοινοβούλιο, στα μέτρα για την οικονομία και σε θέσεις εργασίας, έναντι 39%, που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ. Το 54% (έναντι 39% του ευρωπαϊκού μέσου των πολιτών) θέλει μέτρα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του αποκλεισμού. Το 27% (έναντι 24% του ευρωπαϊκού) επιθυμεί μέτρα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Όσον αφορά την πολιτική της ΕΕ, το 44% (έναντι του 22%) θέλει να δοθεί η δυνατότητα τα μέλη να στηρίξουν επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Επίσης, το 44% (έναντι του 21%) θέλει να επενδύσει περισσότερα χρήματα στην οικονομία για μια βιώσιμη και δίκαιη ανάκαμψη. Το 64% θεωρεί ότι τα πράγματα κινούνται προς λάθος κατεύθυνση, το 50% θεωρούν ότι ο κορονοϊός έχει ήδη επηρεάσει το προσωπικό τους εισόδημα, το 65% αισθάνεται αβεβαιότητα (έναντι 45% στην ΕΕ) και το 54% απογοήτευση (έναντι 34% στην ΕΕ) το 40% θυμό (έναντι 22%).
Εύφλεκτο και ρευστό υπόστρωμα
Αυτό είναι το εύφλεκτο κοινωνικά και ρευστό πολιτικά υπόστρωμα. Μέσα σε αυτό οφείλουν να κινηθούν και να χαράσσουν γραμμή τα κόμματα, ιδίως ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που με βάση και την ισχύουσα απλή αναλογική, θα κληθούν να δώσουν κυβερνητική λύση. Με τη διαφορά, από άλλες εποχές, ότι τώρα μετά από δύο διαδοχικές κρίσεις, ο κόσμος είναι πιο ενημερωμένος, από κάθε άλλη φορά, με όλες τις εμπειρίες να κρίνει αυστηρά.
Η ΝΔ, στο πλαίσιο αυτό, δεν εκβιάζει απλώς, για προφανείς προπαγανδιστικούς λόγους, την έλευση του «μετά», αλλά νιώθει απελευθερωμένη και εντείνει την νεοφιλελεύθερή της παρέμβαση. Διαμορφώνει την πρότασή της δεξιάς, χωρίς προσωπείο. Φέρνει, για παράδειγμα, το εργατικό νομοσχέδιο στη Βουλή απαράλλακτο, και μάλιστα σπεύδει με τροπολογία να περιορίσει ακόμα περισσότερο το δικαίωμα της απεργίας. Αφαιρεί, ουσιαστικά, το δικαίωμα του δημόσιου υπαλλήλου να είναι πολίτης. Περιορίζει την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, όπου μπορεί, π.χ. στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ετοιμάζει πλειοψηφικό σύστημα στις φοιτητικές εκλογές και κάνεις δεν αποκλείει, σε κατάλληλη στιγμή, να το εφαρμόσει και στα συνδικάτα.
Από το μείζον θέμα της ασφάλειας, που προεκλογικά ήταν στην προμετωπίδα της προπαγάνδας της, να κρατήσουμε ότι ακόμα και τώρα, μπροστά στο βατερλό που βρίσκεται με ενδοκυβερνητικό πρόβλημα αν ερμηνεύσουμε σωστά τη φράση της κ. Πελώνη ότι «όλοι κρίνονται», επιτίθεται στον ΣΥΡΙΖΑ! Και δεν αλλάζει προσανατολισμό στον επιχειρησιακό χάρτη της, που κυνηγώντας τους νέους άφηνε χώρο για τη μαφία. Αγόρασε το περίφημο «ηχητικό κανόνι» για τους πρόσφυγες στον Έβρο, που ως ακραίο βασανιστήριο, μόνο ο Τραμπ και ο Νετανιάχου το χρησιμοποίησαν.
Η υγεία, ξανά, το θύμα
Τα πιο προκλητικά, όμως, αυτή τη στιγμή είναι όσα εξήγγειλε ο Κ. Μητσοτάκης για την υγεία. Θα περίμενε κανείς και καμία, έστω, να μεταθέσει για αργότερα την εξαγγελία της νεοφιλελεύθερης επίθεσης. Το κύρος του δημόσιου ΕΣΥ είναι, πανθομολογούμενα, ανεβασμένο. Εντούτοις, υποστήριξε, μιλώντας σε συνέδριο για την υγεία ότι «το ΕΣΥ δεν είναι υποχρεωτικά κρατικό σύστημα». Ότι το θέμα του κόστους «είναι κάτι το οποίο προφανώς θα μας προβληματίζει ολοένα και περισσότερο». Για το προσωπικό υποστήριξε ότι «ένα σημαντικό μέρος θα μονιμοποιηθεί, για να μπορέσουμε να καλύψουμε τις πάγιες και διαρκείς ανάγκες». Λέει, δηλαδή, καθαρά το λόγο που έδειξε εμμονή, ακόμα και στην αιχμή της υγειονομικής κρίσης, που δεν ενίσχυσε το δημόσιο ΕΣΥ. Τώρα, μάλιστα, θα το συρρικνώσει, θα απολύσει προσωπικό, θα κλείσει νοσοκομεία, θα εισάγει τους ιδιώτες στα νοσοκομεία. Η υγεία από αγαθό για όλους γίνεται προνόμιο, που ο απλός πολίτης θα καταβάλει το κόστος, μπορεί δεν μπορεί.
Προγραμματική αντεπίθεση
Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ αντεπιτίθεται επίσης προγραμματικά. Στις σελίδες 18-19 αναφερόμαστε στην εκδήλωση της Πέμπτης για το οικολογικό πρόγραμμά του. Θα ακολουθήσει η παρουσίαση των θέσεων για τα εργασιακά. Ετοιμάζεται, εν τω μεταξύ, η πανελλαδική συνδιάσκεψή του για να ολοκληρωθεί το στρατηγικό πρόγραμμά του, με βάση και τις ανοιχτές συζητήσεις των οργανώσεων. Αντιπαράθεση υπήρξε, φυσικά, και στα ζητήματα υγείας, ως απάντηση στις θέσεις Μητσοτάκη. «Αξία μας ο άνθρωπος και η ανθρώπινη ζωή και όχι τα κέρδη», απάντησε ο Αλέξης Τσίπρας. Ο Ανδρέας Ξανθός μιλώντας στο «Κόκκινο» εξειδίκευσε τους άξονες της πολιτικής, η οποία σε σχεδιασμό τριών χρόνων θα απορροφά δαπάνες της τάξης του 7% του ΑΕΠ. Στο ερώτημα τι θα απαντούσε σε όσους ασκούν κριτική για το 7% απάντησε ότι τώρα -και με την εμπειρία της πανδημίας- δεν νοείται κανείς να θέτει το ζήτημα αυτό, όπως δεν το θέτει για τα ραφάλ και τις φρεγάτες.
Το «Αριστερά ή Δεξιά» τροφοδοτεί και η κοινωνική απεύθυνση και η προοπτική της ανάπτυξης. Εδώ το χάος είναι μεγάλο. Σε συνέντευξή του ο Αλ. Τσίπρας στην κ. Τρέμη το τοποθέτησε ως εξής: «Το μεγάλο ερώτημα είναι εάν αυτή η ανάπτυξη θα είναι συμπεριληπτική. Θα περιλαμβάνει όλους και κυρίως αυτούς που επλήγησαν από την κρίση».
Η πανελλαδική σύσκεψη για το πρόγραμμα είναι και μία μεγάλη ευκαιρία, με βάση και τις κριτικές παρατηρήσεις των μελών, κατά τις συζητήσεις, να καλυφθούν κενά που υπάρχουν ακόμα ή να ξαναϊδωθούν πολιτικές της κυβερνητικής περιόδου, είτε επιβεβλημένες λόγω μνημονίου είτε λόγω λανθασμένων επιλογών. Οι εξορύξεις, π.χ., είναι τέτοια περίπτωση. Αλλά δεν είναι η μόνη.
Κλείνοντας το σημείωμα αυτό, αναφερόμενος στο «συμβάν» Κεδίκογλου. Στην ίδια συνέντευξη ο Αλ. Τσίπρας τόνισε ότι δεν του «αρέσει ο όρος “μεταγραφή”. Είναι μια συστράτευση σε έναν κοινό στόχο». Ας το δεχτούμε. Διότι όντως ως κόμμα της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς είμαστε καταστατικά υπέρ του ανοιχτού κόμματος. Όλοι και όλες έχουμε δικαίωμα στο λάθος, ακόμα και σε λάθη που είχαν πολιτικές συνέπειες. Στην παιδεία, εν προκειμένω. Φτάνει η αναθεώρηση να είναι έμπρακτη και ανιδιοτελής. Οφείλουμε να είμαστε αντίθετοι στις προσλήψεις, ιδίως στην ηγεσία του κόμματος, σε όσους δεν έχουν περάσει από τη βάσανο της κομματικής δημοκρατίας, δηλαδή στην αποδοχή από τους ανθρώπους στη βάση του κόμματος.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή