Όταν γράφονται αυτές οι γραμμές δεν γνωρίζουμε τα συμπεράσματα με τις εισηγήσεις που θα κάνει η επιτροπή των ειδικών στην κυβέρνηση. Ούτε και να προβλέψουμε τι θα αποφασίσει αυτή, καθώς βρίσκεται σε σύγχυση και έκδηλη πολιτική πίεση. Μάλλον είναι σίγουρο ότι απομακρύνεται από τα προπαγανδιζόμενα, επί μέρες, χαλαρότερα μέτρα και θα κινηθεί πιο συντηρητικά για την πανδημία.
Κανένας δεν μπορεί να επικρίνει την κυβέρνηση γιατί δεν προχωρεί σε σχέδιο χαλάρωσης, εφόσον τα κρούσματα είναι πολύ ψηλά, οι διασωληνωμένοι υπερβαίνουν –δεν πιέζουν, απλώς– τις διαθέσιμες θέσεις ΜΕΘ και οι θάνατοι εξακολουθούν να είναι τραγικά πολλοί. Είχαμε αρνητικό ρεκόρ σε όλα αυτά την προηγούμενη εβδομάδα. Η κυβέρνηση επικρίνεται, και μάλιστα πολύ σκληρά, από την κοινωνία, ως πολίτες, πέρα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, για δύο, τουλάχιστον, πολύ σοβαρούς λόγους, που ορίζουν και το περίγραμμα της πολιτικής σύγκρουσης.
Ο ένας λόγος είναι και ο ουσιαστικός. Η κυβέρνηση με διασωληνωμένους πλέον εκτός ΜΕΘ να πεθαίνουν, εξακολουθεί να μην κάνει τίποτε για ενίσχυση του ΕΣΥ, όταν ο ορίζοντας, πολύ περισσότερο, είναι θολός. Πότε θα λήξει η κατάσταση συναγερμού; Αλλά το πιο εξωφρενικό είναι ότι η κυβέρνηση, παρά τον βαρύ φάκελο των πεπραγμένων της, όταν έλεγε ότι «ευτυχώς που δεν ακούσαμε τον ΣΥΡΙΖΑ να πετάξουμε τα λεφτά μας» επιμένει και τώρα. Είναι πλέον κυνική εμμονή. Ο κ. Γεραπετρίτης ουσιαστικά το επανέλαβε και τώρα. Και επειδή οι αριθμοί και τα γεγονότα βοούν, δηλαδή μεγάλος αριθμός -60 ήταν την Τετάρτη- διασωληνωμένων είναι εκτός ΜΕΘ και είχαμε και τους πρώτους νεκρούς, είπε το εξής αμίμητο: Μένουν εκτός ΜΕΘ μόνο ένα 24ωρο ή και λίγο περισσότερο!
Δεν υπάρχουν γιατροί!
Υπάρχει όμως και το ζήτημα του ΕΣΥ και της ενίσχυσής του. Πλέον, επειδή κάτι πρέπει να πουν σαν δικαιολογία, λένε ψεύδη ότι δεν υπάρχουν γιατροί! Ο Α. Τσίπρας στη Βουλή έδειξε συγκεκριμένα στοιχεία διαγωνισμών, όπου προσήλθαν περισσότεροι ενδιαφερόμενοι –π.χ. πνευμονολόγοι- και δεν τους προσέλαβαν! Το επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος του ΠΙΣ κ. Εξαδάκτυλος μιλώντας στον ΑΝΤ1. Ισχύει, λοιπόν, αυτό που είπε ο Ανδρέας Ξανθός ότι υπάρχει δέσμευση της κυβέρνησης προς τους επιχειρηματίες των κλινικών ότι ο ιδιωτικός τομέας της υγείας δεν θα εμπλακεί στα ζητήματα της πανδημίας. Αυτό σημαίνει ότι έχουν όλο το περιθώριο να εκμεταλλεύονται παίρνοντας περιστατικά που διαφορετικά θα πήγαιναν στο ΕΣΥ και θησαυρίζουν. Μιλώντας στο Κόκκινο χθες ανέφερε τι γίνεται αυτή τη στιγμή στην Γαλλία: «Το 30% των συνολικών ασθενών με κορονοϊό τούς έχει αναλάβει ο ιδιωτικός τομέας», σημείωσε.
Ο δεύτερος λόγος είναι το αποκρουστικό παιχνίδι που παίζεται για λόγους πολιτικής προπαγάνδας, με τα μέτρα που εξαγγέλλονται ή παίρνονται. Με την ευκαιρία να σημειωθεί ότι η κυβερνητική προπαγάνδα περνά εντελώς «αμάσητη» στον φιλοκυβερνητικό τύπο και τον κάνει να «λέει και να ξελέει», να δικαιολογεί με «αποκλειστικά» ρεπορτάζ αποφάσεις και μετά να τις αναιρεί, κ.λπ. Το «τελευταίο μίλι» και το «φως στο τούνελ» πάνε και έρχονται στα πρωτοσέλιδα. Ο κόσμος, όμως, απαιτεί ειλικρίνεια, διότι όσα συμβαίνουν αφορούν ζωές, αυτή τη φορά και όχι εξαγγελίες για «γιοφύρια».
Η προχειρότητα μεγαλώνει την ανασφάλεια
Ακόμα πιο σοβαρή είναι η παρενέργεια αυτής της τακτικής. Υπονόμευσε την εμπιστοσύνη των πολιτών. Αυτό, συνδυαζόμενο με το γεγονός ότι και όταν παίρνουν μέτρα, αυτό γίνεται καθυστερημένα, με προχειρότητα που τα υπονομεύει, διαμορφώνει ένα περιβάλλον ανασφάλειας. Έχουμε τα παραδείγματα με την αγορά λεωφορείων, τους γιατρούς που επιτάχθηκαν ξαφνικά και χωρίς σχεδιασμό, τα τεστ που εκτός από την προχειρότητα που έγινε η εισαγωγή τους ως μέτρο και η εκτέλεσή τους από τα φαρμακεία, υπάρχει πρόβλημα και με τον τρόπο που πάνε να προμηθευτούν τα σελφ τεστς, τους διαγωνισμούς στο άψε σβήσε. Όλα αυτά, μαζί βέβαια με την εμμονή να μην ενισχύεται το ΕΣΥ και να μην αξιοποιείται ό,τι πρόλαβε να γίνει με την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, αυξάνουν την ανησυχία των πολιτών και τον κίνδυνο.
Άλμα προς… την οπισθοδρόμηση
Στο μήνυμά του, ωστόσο, ο πρωθυπουργός δεν το βάζει κάτω. Θα μιλήσει για ένα προβλεπόμενο «άλμα δεκαετίας μετά τον κάβο της πανδημίας». Θα έπρεπε, κάποιος από τους συμβούλους του να συστήσει στον Κ. Μητσοτάκη να είναι πιο συγκρατημένος όταν μιλά σε έναν πληθυσμό που έχει περάσει –η μεγάλη πλειοψηφία- στην πλάτη του δέκα χρόνια μνημονίων και μπαίνει ήδη σε μία νέα κρίση. Πολύ περισσότερο που η διαχείριση της πανδημίας από τη ΝΔ δεν είναι απλώς μία δύσκολη περίοδος που αντιμετωπίστηκε με λάθη και σωστά. Αφήνει για το μετά, βαθιά τραύματα και πληγές, κυρίως από τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν λόγω των αντιλήψεων της κυβέρνησης και των θεσμικών ανατροπών που καθορίζουν το περιβάλλον -αντίξοο, εκμεταλλευτικό, που καθηλώνει την οικονομία- όπου θα κινηθούμε. Τα έως τώρα νομοσχέδια που έχουν ψηφιστεί και το σχέδιο Πισσαρίδη δεν αφήνουν καμία αμφιβολία. Τρεις-τέσσερις πρόσφατες πράξεις της κυβέρνησης περιγράφουν καθαρά τις αντιλήψεις της. Αυτές είναι η νέα σύμβαση για την Ελληνικός Χρυσός, η νέα σύμβαση για το Ελληνικό, η ιδιωτικοποίηση της Τράπεζας Πειραιώς, με πολύ μεγάλο δημοσιονομικό κόστος και η ιδιωτικοποίηση της μεγαλύτερης ασφαλιστικής εταιρείας Εθνικής Ασφαλιστικής. Είναι ένα άλμα στην οπισθοδρόμηση.
Ο εορτασμός σε έκδηλη απόκλιση από το περιεχόμενο της επετείου
Κρίνοντας όσα είδαμε, ακούσαμε και διαβάσαμε στον εορτασμό της Πέμπτης, για τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση δεν πρέπει ασφαλώς να αφαιρούμε το δυσμενές πλαίσιο που επέβαλλε η πανδημία. Είναι μια περίσπαση που επηρέασε όλο τον προγραμματισμό και το περιεχόμενό του, όχι μόνο τις εκδηλώσεις της Πέμπτης. Αυτό είναι αληθές αλλά συγχρόνως επιβαρύνει την κυβέρνηση, μεγεθύνει τα πολλά αμετροεπή που ειπώθηκαν και τις επιδείξεις αγημάτων, αεροπλάνων και επισήμων. Διότι το πρώτο που σου φέρνουν στο νου είναι να πεις ότι σε ένα τόσο ζοφερό κλίμα που δημιουργεί η πανδημία, με αγωνία, διασωληνωμένους, θανάτους, κρούσματα, η επέτειος, λόγω της σοβαρότητάς της, όφειλε να σχεδιαστεί και να καταγραφεί αλλιώς. Η κυβέρνηση, όμως, αφενός πιστεύει σ’ αυτή την αντίληψη ελαφρότητας που απέπνεαν οι εκδηλώσεις μαζί με τις ανάγκες της προπαγάνδας της καθώς είναι στριμωγμένη, αφετέρου – και στην καλύτερη περίπτωση – έβλεπε την ευκαιρία για διπλωματικά οφέλη.
Για το πόσο ένας εορτασμός αυτού του ελαφρού – προπαγανδιστικού χαρακτήρα συνάδει με τα όσα τραγικά ζούμε φαίνεται και από το ότι οι ηγέτες που είχαν προσκληθεί –οι κ.κ. Μακρόν και Πούτιν– δεν ανταποκρίθηκαν ακριβώς γι’ αυτό. Έχουμε λοκντάουν είπε ο Μακρόν δεν μπορώ να παραβρεθώ, από την αρχή για τον ίδιο λόγο το είχε αρνηθεί και ο Πούτιν. Αυτό εκθέτει την ελληνική κυβέρνηση, δεν μέτρησε ότι προκαλεί τον λαό. Μια ανάρτηση στο twitter του υπουργού Υγείας Β. Κικίλια που παραφράζοντας τον Μακρυγιάννη σημείωνε «βάζουμε το Ε.Σ.Υ. πάνω από το εγώ» προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις. Διότι το συμπέρασμα των πολιτών είναι ακριβώς ότι το Ε.Σ.Υ. εγκαταλείφθηκε να τα βγάλει πέρα μόνο του, με τους λειτουργούς του. «Το νεοφιλελεύθερο εγώ σας, ηθελημένα, προκάλεσε» του απάντησαν.
Όμως, τα όσα είδαμε την Πέμπτη που εύκολα μπορεί κανείς να επικρίνει, δεν πρέπει να μας κάνουν να προσπεράσουμε και το περιεχόμενο που είχε σχεδιαστεί να λάβει ο γιορτασμός από την αρχή, ανεξάρτητα από την πανδημία που, επαναλαμβάνουμε, δεν πρέπει να ξεχνάμε για να κάνουμε πειστική την κριτική μας. Δανείζομαι και μεταφέρω εδώ ένα πολύ εύστοχο σχόλιο της Μαρώς Τριανταφύλλου που ανέβασε στο facebook. Αναφέρεται στην εμπειρία της από τον εορτασμό των 200 χρόνων από τη Γαλλική Επανάσταση, όταν ήταν στο Παρίσι.
«Εκατοντάδες συνέδρια οργανώθηκαν, γράφτηκαν δεκάδες σοβαρά βιβλία, παραγγέλθηκαν μελέτες από δημόσιους φορείς και εκδοτικούς οίκους σε ερευνητές, ακόμα και μουσεία ιδρύθηκαν. Επαναπροσδιορίσθηκαν έννοιες, ξεκαθαρίστηκαν καταστάσεις, μπήκαν στο μικροσκόπιο των ερευνητών φαινόμενα, όλο το οικοδόμημα του Γαλλικού Διαφωτισμού. Το Παρίσι (αλλά και όλη η Γαλλία) σε αναβρασμό για πάνω από δυο χρόνια, τις μέρες του εορτασμού η πόλη θύμιζε λαϊκό πανηγύρι: ένα πλήθος ανθρώπων τριγύριζε στους δρόμους, παντού εκδηλώσεις, παντού συναυλίες, παραστάσεις, χρώματα κι αρώματα. Κάπως έτσι θα ονειρευόμουνα και τη δική μας γιορτή των 200 χρόνων από την Επανάσταση. Η πανδημία τα χάλασε όλα. Αλλά μήπως αν δεν ήταν η πανδημία, πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα; Φτήνια, κακογουστιά και πατριδοκαπηλία».