Macro

Εβραιομπολσεβικισμός: Όταν το μίσος για τον κομμουνισμό τροφοδοτούσε τον αντισημιτισμό

Για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο κομμουνισμός αποτελούσε κομμάτι της «εβραϊκής συνωμοσίας». Ο μύθος του «εβραιομπολσεβικισμού» υπήρξε ισχυρός -και καταστροφικός- κατά τον 20ό αιώνα. Και τα υλικά του επανέρχονται στις μέρες μας, κάτω από διαφορετικό συνωμοσιολογικό μανδύα. Από τις αρχές του 20ού αιώνα, αποτελεί σημαντική συνιστώσα του συνωμοσιολογικού αντισημιτισμού, ο οποίος καλά κρατεί, παρ’ όλο που ο νέος εχθρός, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, είναι το Ισλάμ. Ακόμα και στις ΗΠΑ, όμως, όπου σε δύο μέρες θα στηθούν οι κάλπες, η Λευκή Αμερική βρίσκεται πάντα σε κίνδυνο από τους Εβραίους.

Έντεκα νεκροί και έξι τραυματίες: αυτός είναι ο απολογισμός της τρομοκρατικής επίθεσης που διέπραξε στις 27 Οκτωβρίου 2018 ο Ρόμπερτ Μπράουν, ανοίγοντας πυρ σε μια συναγωγή του Πίτσμπουργκ (Πενσυλβανία). Πριν από την επίθεση, ο δράστης δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολλά ρατσιστικά μηνύματα, κατηγορώντας τους Εβραίους ότι συνωμοτούν για την καταστροφή της Λευκής Αμερικής, φέρνοντας στις ΗΠΑ μουσουλμάνους και άλλους ανεπιθύμητους μετανάστες.

Και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, αυτό ακριβώς το μείγμα ξενοφοβίας και αντισημιτισμού κυκλοφορεί στους κύκλους της Ακροδεξιάς και των υπερμάχων της υπεροχής της λευκής φυλής. Τον Αύγουστο του 2017, νεοναζί που συγκεντρώθηκαν στο Σάρλοτσβιλ της Βιρτζίνια για να υπερασπιστούν τα σύμβολα του Νότου φώναζαν το σύνθημα «Δεν θα μας αντικαταστήσετε», ένα σύνθημα που έχουν δανειστεί από τη γαλλική Ακροδεξιά, προσθέτοντας: «Οι Εβραίοι δεν θα μας αντικαταστήσουν». Στη Σκανδιναβία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Πολωνία και στην Ελλάδα, ορισμένες ομάδες «υπεράσπισης της εθνικής ταυτότητας» υποστηρίζουν ότι τα «εβραϊκά» μέσα ενημέρωσης και οι «κοσμοπολίτες» φιλελεύθεροι σύμμαχοί τους υποθάλπουν την άφιξη προσφύγων από τον Νότο για να αντικαταστήσουν τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς.

Στη σημερινή εκδοχή του, ο συνωμοσιολογικός αντισημιτισμός παρουσιάζει τους Εβραίους ως υποκινητές της μετανάστευσης και, συνεπώς, ως νεκροθάφτες των κορυφαίων αξιών του δυτικού πολιτισμού: του έθνους και της οικογένειας. Στο παρελθόν, ο φόβος της «εβραϊκής συνωμοσίας» έχει λάβει διάφορες μορφές. Στον 20ό αιώνα, ο ισχυρότερος και καταστροφικότερος μύθος υπήρξε ο εβραιομπολσεβικισμός – κάτι που μάλλον φαντάζει παράξενο σε μια εποχή όπου η κυρίαρχη σκέψη και τα μέσα ενημέρωσης καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να κατηγορήσουν τη ριζοσπαστική Αριστερά για αντισημιτισμό.

Οι υπέρμαχοι αυτής της ευφάνταστης άποψης μετατρέπουν τον κομμουνισμό σε μια εφεύρεση των Εβραίων, οι οποίοι υποτίθεται ότι φόρεσαν τον επαναστατικό μανδύα για να επεκτείνουν ακόμα περισσότερο την εξουσία τους σε ολόκληρο τον κόσμο. Υπεύθυνοι συνεπώς για τα εγκλήματα των κομμουνιστών, υποτίθεται ότι οι ίδιοι προκάλεσαν τις αντισημιτικές αντιδράσεις, οι οποίες αναπόφευκτα τιμώρησαν τα κακουργήματά τους. Μέσα στην αναταραχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και της ρωσικής επανάστασης του 1917, που ακολουθήθηκε από την κατάρρευση των αυτοκρατοριών της Ανατολικής Ευρώπης, ο μύθος του εβραιομπολσεβικισμού, ριζωμένος στους αντεπαναστάτες Λευκούς Ρώσους και στις ένοπλες ομάδες που είχαν παραμείνει πιστές στην ουκρανική εθνική κυβέρνηση, πυροδότησε ένα κύμα πογκρόμ, προκαλώντας τον θάνατο 180.000 Εβραίων και βυθίζοντας άλλους 500.000 στην εξαθλίωση. Στην Ουγγαρία, μετά την κατάρρευση ενός εφήμερου μπολσεβικικού καθεστώτος, οι αντεπαναστάτες εξαπέλυσαν μια «λευκή τρομοκρατία» που προκάλεσε 3.000 νεκρούς, με τους μισούς να είναι Εβραίοι. Πανικόβλητες, η Δυτική Ευρώπη και η Αμερική φοβήθηκαν μήπως ο διωγμένος από την Ανατολική Ευρώπη πληθυσμός, που προσπαθούσε να ξεφύγει από το χάος, μεταφέρει στο έδαφός τους τον επαναστατικό ιό. Έτσι, πολλαπλασιάστηκαν οι εκκλήσεις για κλείσιμο των συνόρων.

Τη δεκαετία του 1930, ο Αδόλφος Χίτλερ παρουσίαζε τη Σοβιετική Ένωση σαν έναν εβραιομπολσεβικικό κολοσσό ριζικά αντίθετο με τον φυλετικό εθνικισμό, του οποίου οι ναζί ισχυρίζονταν ότι αποτελούν την πρωτοπορία. Όταν η Γερμανία κήρυξε το 1941 τον πόλεμο στη Σοβιετική Ένωση, η ναζιστική προπαγάνδα δικαιολόγησε την προληπτική εισβολή παρουσιάζοντας την Ευρώπη να απειλείται από την επίθεση βάρβαρων ασιατικών ορδών που καθοδηγούνταν από ανελέητους Εβραίους κομισάριους. Από τη νίκη της Γερμανίας εξαρτιόταν η επιβίωση της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η αντίληψη αυτή έδωσε το κίνητρο για την εξόντωση ολόκληρων εβραϊκών κοινοτήτων της κατεχόμενης Σοβιετικής Ένωσης, σηματοδοτώντας την έναρξη της γενοκτονίας των Εβραίων της Ευρώπης. Από τη Γαλλία ώς την Ουκρανία, οι δωσίλογοι συνεργάτες των ναζί συνέβαλαν στη γενοκτονία προκειμένου να εξασφαλίσουν την εύνοια του Χίτλερ.

Εβραίοι

Πίστευαν άραγε στον μύθο του εβραιομπολσεβικισμού όσοι διέπραξαν αυτά τα εγκλήματα; Αναμφίβολα. Εξάλλου, το πραγματικό όνομα του Τρότσκι δεν ήταν Λέον Νταβίντοβιτς Μπρονστάιν; Εβραίος ήταν επίσης ο Μαξίμ Λίτβινοφ, ο σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών την περίοδο 1930-1939. Και άλλες σημαντικές μορφές της επανάστασης είχαν Εβραίους προγόνους, από τον Γκριγκόρι Ζινόβιεφ (πρόεδρο της Κομμουνιστικής Διεθνούς από το 1919 έως το 1926) ώς τη θεωρητικό και επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, χωρίς να ξεχνάμε τον μεγάλο φιλόσοφο Καρλ Μαρξ. Άλλωστε, οι Ευρωπαίοι δημοσιογράφοι του Μεσοπολέμου έσπευδαν να διαβεβαιώσουν ότι οι Εβραίοι μονοπωλούσαν τις ηγετικές θέσεις σε πολλά κομμουνιστικά κόμματα. Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, 30 από τους 48 λαϊκούς επιτρόπους στο ουγγρικό σοβιέτ του 1919 ήταν Εβραίοι.1

Αυτά τα γεγονότα προσδίδουν αξιοπιστία στον μύθο. Ωστόσο, αρκεί να αλλάξουμε την οπτική γωνία για να αποκτήσουν οι στατιστικές μια εντελώς διαφορετική σημασία. Όντως, στις τάξεις των κομμουνιστών υπήρχαν πολλοί Εβραίοι. Όμως, πολλοί άλλοι δεν ήθελαν ούτε να ακούσουν γι’ αυτό το κίνημα. Τη δεκαετία του 1920, το 20-40% των μελών του Πολωνικού Κομμουνιστικού Κόμματος ήταν Εβραίοι. Όμως, μόνο το 7% των Πολωνών Εβραίων ψήφιζαν το κόμμα. Πολλά μέλη της κυνηγημένης κοινότητας είχαν ασπαστεί ένα άλλο όραμα για το μέλλον: ιδεολογίες όπως ο σιωνισμός, ο μπουντισμός2 ή ο σοσιαλισμός, που και αυτές υπόσχονταν έναν νέο κόσμο, ασκούσαν πολύ μεγαλύτερη γοητεία στους Εβραίους. Για πολλούς, η προσχώρηση στον κομμουνισμό σήμαινε την απάρνηση της θρησκείας των προγόνων τους, ένα ηθικό τίμημα το οποίο δεν ήταν όλοι έτοιμοι να πληρώσουν. Άλλοι, παρασυρμένοι όπως και οι υπόλοιποι συμπατριώτες τους από την άνοδο των εθνικισμών, στρατεύτηκαν ολόψυχα στην προβολή και στην υπεράσπιση της χώρας όπου ζούσαν. Άλλοι πάλι, είτε από θρησκευτική ευσέβεια είτε από προσωπική πεποίθηση, κρατήθηκαν μακριά από την πολιτική. Η νεωτερικότητα πρόσφερε στους Εβραίους, στον ίδιο βαθμό με τους μη-Εβραίους, μια μεγάλη ποικιλία πιθανών διαδρομών. Η επικέντρωση σε εκείνους που έγιναν κομμουνιστές σημαίνει ότι εκλαμβάνουμε το μέρος ως όλο.

Φυσικά, τα ορθολογικά επιχειρήματα ποτέ δεν ενδιέφεραν τους συνωμοσιολόγους. «Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι αντίθετα με τα γεγονότα», αγανακτούσε ένας Ρουμάνος δημόσιος υπάλληλος διαβάζοντας την έκθεση για τη συνεργασία των Εβραίων με τον Κόκκινο Στρατό. Η έκθεση είχε παραγγελθεί το 1941, μετά την υποχώρηση των Ρώσων από τη Βεσσαραβία (τη σημερινή Μολδαβία), και αποδείκνυε ότι μονάχα μια χούφτα Εβραίων είχαν θετική άποψη για τους Σοβιετικούς… Είναι μάταιο να αντιμετωπίσεις τον μύθο του εβραιομπολσεβικισμού ως μια θέση που πρέπει να επαληθευθεί ή να καταρριφθεί. Αντίθετα, οφείλει να αναλυθεί ως μία από τις παραλλαγές της υποτιθέμενης διεθνούς εβραϊκής συνωμοσίας, οι οποίες συχνά αντιφάσκουν μεταξύ τους. Στο αντισημιτικό φαντασιακό, ο κομμουνιστής Εβραίος ταιριάζει ωραιότατα με τον Εβραίο τραπεζίτη (του οποίου το αρχέτυπο αποτελεί η οικογένεια Ρότσιλντ). Τόσο το ένα στερεότυπο όσο και το άλλο συνδέουν τους Εβραίους με τον κοσμοπολιτισμό, ακόμα και με την αταξία ή με το Κακό, θέματα που είναι παρόντα στην ευρωπαϊκή κουλτούρα από τον Μεσαίωνα. Το μόνο που πετυχαίνει η σκευωρία περί εβραιομπολσεβικισμού είναι να προσθέτει νέα μοτίβα σε παλαιότερους μύθους.

Εβραίοι

Μετά το 1917, ο πανικός των κύκλων εξουσίας μπροστά στην επαναστατική απειλή δημιούργησε ένα κλίμα ευνοϊκό για τη διάδοση των Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών, του πλαστού κειμένου που εκδόθηκε το 1903 για να αποδείξει την εβραϊκή συνωμοσία και στο οποίο εξακολουθούν να αναφέρονται ακόμα και σήμερα ορισμένες αντισημιτικές ιστοσελίδες. Στις ΗΠΑ, ο αυτοκινητοβιομήχανος Χένρι Φορντ αναδημοσίευσε το κείμενο στην εφημερίδα του, «Dearborn Independent». Όταν μεταφράστηκε στην Ευρώπη, απέκτησε αυξημένη αξιοπιστία, καθώς θεωρήθηκε ότι προερχόταν από αγγλοαμερικανικές πηγές. Στην Ουγγαρία, η συντηρητική διανοούμενη Σεσίλ Τορμάυ περιγράφει τον Τίμπορ Σάμουελυ, αρχηγό της παραστρατιωτικής μπολσεβικικής φρουράς, ως έναν δήμιο «μεγαλωμένο μέσα στα μυστικά τελετουργικά του μίσους, που ανήκει σε μια σέκτα Ανατολικοευρωπαίων υπερορθόδοξων Εβραίων, αυστηρότερων από οποιονδήποτε άλλον στην τήρηση αυτών των τελετών».3 Στη Γαλλία και στην Ιταλία, ο υπερσυντηρητικός καθολικός Τύπος -ήδη εμμονικός με το μοτίβο του εβραιομασονισμού, που συνδέει τους Εβραίους με την ουδετερόθρησκη κουλτούρα της δημοκρατίας, κατ’ αυτόν διαλυτικό στοιχείο του έθνους- προσθέτει στη λίστα των φανταστικών εχθρών του τη φιγούρα του Εβραίου επαναστάτη. Στις αρχές του, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Χίτλερ χρησιμοποιεί τα Πρωτόκολλα ως απόδειξη του επείγοντος χαρακτήρα του εβραϊκού ζητήματος. Έτσι, οι κάθε είδους αντικομμουνιστές διαδίδουν, εν είδει προειδοποίησης, φρικτές αφηγήσεις για τον τρόμο που υποτίθεται ότι έχουν σκορπίσει οι Εβραίοι στη Σοβιετική Ένωση. Με φόντο την εβραιομπολσεβικική δυστοπία, καλλωπίζουν τις δικές τους θεωρίες περί φυλετικής καθαρότητας, κοινωνικής ευταξίας και ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Η παράνοια, εκτός από πολιτικά αποδοτική, εξυπηρετεί και τους εκδότες. Δημοσιογράφοι και συγγραφείς μεταβαίνουν στο εξωτερικό αναζητώντας ιστορίες εύκολου εντυπωσιασμού σχετικά με τους Εβραίους λαϊκούς κομισάριους. Μετά την επιστροφή του στην Ευρώπη και την εγκατάστασή του στο Παρίσι, ο Ρόμπερτ Ουίλτον, πρώην ανταποκριτής των «Times» στη Ρωσία, δημοσιεύει, το 1918, ένα έργο για τα αίτια της επανάστασης, το Russias Agony, που εκδόθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις Ηνωμένες Πολιτείες και μεταφράστηκε στα γαλλικά δύο χρόνια αργότερα. Σε αυτό αποφαίνεται ότι, καθώς ο μπολσεβικισμός δεν έχει την παραμικρή ρίζα στη ρωσική κουλτούρα, η επανάσταση αποτελεί μια μηχανορραφία των Εβραίων, αυτού του περιπλανώμενου λαού που έφερε από την Ευρώπη τις κακοχωνεμένες ιδέες του Μαρξ («ενός Γερμανοεβραίου»). Μεταξύ του πλήθους των έργων με τα οποία φιλοδωρεί το βρετανικό κοινό περιλαμβάνεται και εκείνο που περιγράφει τις τελευταίες ημέρες των Ρομανόφ, όπου η εκτέλεσή τους αναλύεται ως εβραϊκός τελετουργικός φόνος.

Με τη σειρά της, η συνωμοσιολόγος Νέστα Ουέμπστερ εντυπωσιάζει τον νεαρό Ουίνστον Τσόρτσιλ, γοητευμένο από τον σιωνισμό στην Παλαιστίνη, αλλά και ενοχλημένο από τον ρόλο που υποτίθεται ότι διαδραμάτισαν οι Εβραίοι στη Γαλλική Επανάσταση, πριν «αρπάξουν τον ρωσικό λαό από τα μαλλιά και γίνουν οι αδιαμφισβήτητοι κύριοι αυτής της τεράστιας αυτοκρατορίας», κάτι που «επισήμανε με εξαιρετική επιδεξιότητα η κυρία Ουέμπστερ», όπως γράφει ο ίδιος.4 Τέτοιου είδους σχολιαστές προσπαθούν να δημιουργήσουν αιτιακές σχέσεις μεταξύ κατακλυσμιαίων γεγονότων που συνέβησαν σε μακρινές χώρες προκειμένου να μεγεθύνουν ακόμα περισσότερο την απειλή που πλησιάζει. Από την πλευρά τους, οι εμιγκρέδες που ξέφυγαν από το νέο καθεστώς διηγούνται, σε όσους θέλουν να τις ακούσουν, παρανοϊκές ιστορίες για τους Εβραίους μπολσεβίκους διώκτες τους. Έτσι, η κυκλοφορία των συγκεκριμένων ιδεών σε ολόκληρη την Ευρώπη συνέβαλε ώστε να αποκτήσει αξιοπιστία το σκιάχτρο του εβραιομπολσεβικισμού. Ενέπνευσε επίσης χειροπιαστά πολιτικά μέτρα, κυρίως για τη «στεγανοποίηση» των συνόρων και την εξάλειψη της απειλής από την εβραϊκή επαναστατική τρομοκρατία.

Εβραίοι

Από τη στιγμή που πήρε μορφή, ο μύθος έχει διαρκείς επιπτώσεις για την Αριστερά. Μετά το 1945, τα νέα κομμουνιστικά καθεστώτα βρέθηκαν αντιμέτωπα με την καχυποψία των τοπικών πληθυσμών. Στην Ουγγαρία, η καταγωγή τεσσάρων κομμουνιστών ηγετών -Ματίας Ρακόζι, γενικός γραμματέας του κόμματος, Έρνο Γκέρο και Μιχάλι Φάρκας, στενοί συνεργάτες του, και Ζόζεφ Ρεβάι, κραταιός υπουργός Πολιτισμού- εμφανίζονται ως αποδείξεις για τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους από τους Εβραίους. Στη Ρουμανία, η υπουργός Εξωτερικών Άνα Πάουκερ, μία από τις σημαίνουσες πολιτικές προσωπικότητες της δεκαετίας του 1950, που απομακρύνθηκε το 1952 λόγω «σιωνιστικής συνωμοσίας», παρέμεινε στη λαϊκή μνήμη ως η μισητή «Στάλιν με φούστα».5

Προκειμένου να εξουδετερώσουν τις υποψίες, ορισμένοι κομμουνιστές ηγέτες κλείνουν τα μάτια μπροστά στις εκδηλώσεις αντισημιτισμού στο εσωτερικό του κόμματός τους, αλλά και στο σύνολο του πληθυσμού. Δέχονται χωρίς επιφυλάξεις τις προτροπές να υπερασπιστούν τους «τίμιους εργάτες» ενάντια στους «παρασιτικούς» και «αντιπαραγωγικούς» εμπόρους. Συμπεριλαμβάνουν στους εκλογικούς καταλόγους τους διαβόητους αντισημίτες και πρώην συνεργάτες των ναζί, που με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να ενταχθούν στη νέα τάξη πραγμάτων. Μετά την αμνηστία που δόθηκε στους φασίστες λεγεωνάριους της Σιδηράς Φρουράς, η Πάουκερ αναγνωρίζει ότι ήταν «πολύ περισσότεροι απ’ όσους είχα φανταστεί, κυρίως ανάμεσα στους εργάτες».

Όμως, οι προσπάθειες αυτών των κομμάτων να απαλλαγούν από τις κατηγορίες ότι αποτελούν μίσθαρνα όργανα σκοτεινών δυνάμεων αποτυγχάνουν. Και η μεταστροφή τους σε φορείς αντισημιτισμού έρχεται μέσα από τις ίδιες τους τις γραμμές. Ακόμα και μετά το τέλος της κυριαρχίας του Στάλιν, σημαδεμένης από την εκστρατεία ενάντια στον «δίχως ρίζες κοσμοπολιτισμό» (1949-1953), η κατηγορία του σιωνισμού παραμένει, στους κόλπους των κομμουνιστικών κομμάτων των χωρών – δορυφόρων, ως όπλο που χρησιμοποιείται κυνικά για την εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων. Στην Πολωνία, το 1968, το κόμμα δαιμονοποιεί τους διαφωνούντες φοιτητές (εκ των οποίων μερικοί είναι Εβραίοι), αποκαλώντας τους πράκτορες του Σιωνισμού. Ακολουθεί ένα κύμα υστερίας που διώχνει από τη χώρα ό,τι είχε απομείνει από την εβραϊκή κοινότητα μετά τη γενοκτονία. Περίπου 20.000 άτομα πήραν τον δρόμο της εξορίας, με αποτέλεσμα το 1970 στην Πολωνία να μην έχουν απομείνει παρά 10.000 Εβραίοι.

Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση των κομμουνιστικών κομμάτων, το ζήτημα της σχέσης των Εβραίων με τον μπολσεβικισμό ανακινείται μόνο σε παρελθοντολογικές συζητήσεις. Ωστόσο, τα ιδεολογικά σημεία αναφοράς που χρησίμευσαν για την κατασκευή του μύθου εξακολουθούν να υφίστανται, αν και ενταγμένα σε ένα νέο πλαίσιο. Τη δεκαετία του 1930, η αντιδραστική Δεξιά ονειρευόταν να μετατρέψει τη χριστιανική Ευρώπη σε προπύργιο ενάντια στην εβραιομπολσεβικική απειλή. Στις μέρες μας, ομάδες της άκρας Δεξιάς την φαντάζονται ως αντίδοτο απέναντι στο αναδυόμενο φόβητρο της «Ευρωαραβίας», τη φαντασίωση μιας εξισλαμισμένης Δυτικής Ευρώπης. Οι φανατικοί οπαδοί της Λευκής Υπεροχής έχουν και εκείνοι κηρύξει τον πόλεμο στους μουσουλμάνους, αντλώντας έμπνευση από παλαιότερα κείμενα όπως Τα Σημειωματάρια του Τέρνερ, ένα αμερικανικό μυθιστόρημα που εξέδωσε το 1978 ο Άντριου Μακντόναλντ (ψευδώνυμο του μαχητικού ακροδεξιού Γουίλιαμ Λούθερ Πιρς), όπου στοιβάζονται μυθεύματα περί συνωμοσιών μεταξύ Εβραίων, μαύρων και κομμουνιστών με στόχο την καταστροφή της λευκής φυλής παντού στον κόσμο. Πρόκειται ξεκάθαρα για μια ανακύκλωση παλαιών ιδεών που παρουσιάζονται ως νέες. Αν και ο μύθος του εβραιομπολσεβικισμού έχει αρχίσει να διαλύεται, η παράνοια που διατρέχει τις θεωρίες περί εβραϊκής συνωμοσίας εξακολουθεί να υφίσταται.

 

* Ο Paul Hanebrink είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Rutgers (Νιου Τζέρσεϋ). Συγγραφέας του «A Specter Haunting Europe: The Myth of Judeo – Bolchevism», Belknap Press, Κέμπριτζ, 2018.

 

 

1 William O. McCagg Jr, «Jews in revolutions: The Hungarian experience», «Journal of Social History», τόμος 6, τ. 1, Φαίρφαξ – Οξφόρδη, φθινόπωρο 1972.

2 Το Bund ήταν μια εβραϊκή ουδετερόθρησκη οργάνωση που διαπνεόταν από μαρξιστικές ιδέες και αγωνιζόταν ευρύτερα για τον σοσιαλισμό, ενώ ήταν αντίθετη στη δημιουργία εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη.

3 Cecile Tormay, «An Outlaw Diary», Philip Alan and Co., Λονδίνο, 1923.

4 Winston S. Churchill, «Zionism versus bolshevism: A struggle for the soul of the Jewish people», «Illustrated Sunday Herald», Λονδίνο, 8 Φεβρουαρίου 1920.

5 Robert Levy, «Ana Pauker: The Rise and Fall of a Jewish Communist», University of California, Μπέρκλεϋ 2001.

Επιμέλεια: Βασίλης Παπακριβόπουλος

Πηγή: Η Αυγή