Η κυβέρνηση, ή σωστότερα το «επιτελικό κράτος» που εγκατέστησε η δεξιά, τα καταφέρνει μια χαρά να κινείται σε δύο μέτωπα συγχρόνως. Αφενός, στο μέτωπο αντιμετώπισης του κορονοϊού με τον πιο ανεύθυνα ερασιτεχνικό και πλημμελή τρόπο, αφετέρου να ψηφίζει τα πιο κοινωνικά ανάλγητα νομοσχέδια. Την προηγούμενη εβδομάδα ψήφισε το πτωχευτικό, την επόμενη εισάγει το εργασιακό με, πραγματικά, μεσαιωνικές ρυθμίσεις κατά των δυνάμεων της εργασίας. Χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό, επωφελούμενη της πανδημίας που κρατά την κοινωνία φοβισμένη και σε αδυναμία να κινητοποιηθεί, νομοθετεί με κυνισμό και σκληρότητα. Φυσικά και με ταξικότητα.
Μάταια επιδιώκεται η ελληνική περίπτωση να απεκδυθεί τις ευθύνες διεκτραγωδώντας όσα συμβαίνουν σε μεγάλες χώρες της Ευρώπης. Διότι το ζήτημα είναι πόσο η κυβέρνηση επωφελήθηκε από την καλή επίδοση της πρώτης περιόδου να είναι η χώρα καλά προετοιμασμένη για να αντιμετωπίσει το δεύτερο κύμα πανδημίας. Και εδώ η ευθύνη είναι διπλή διότι η πλημμελής προετοιμασία ήταν απόρροια της ιδεολογικής αντίληψης – όχι ενίσχυση δημόσιων υποδομών σε μόνιμη βάση – και πολιτική επιλογή να μη συμπιεστεί η οικονομική δραστηριότητα και μεγεθυνθεί η ύφεση. Προφανώς, σε κάθε περίπτωση προβλήματα θα υπήρχαν και με την πιο καλή διαχείριση. Άλλο αυτό όμως και άλλο αυτό που μας προειδοποιεί ότι βρισκόμαστε τώρα ο τομεάρχης υγείας του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Ανδρέας Ξανθός. «Είμαστε σε φάση εκθετικής αύξησης κρουσμάτων και, δυστυχώς, είμαστε στο όριο απώλειας ελέγχου» σχολίασε.
Η κατάσταση εξελίσσεται επικίνδυνα και όλα δείχνουν ότι η πανδημία και η πολιτική αντιμετώπισής της θα βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης το επόμενο άμεσο διάστημα.
Υπεύθυνη κριτική
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει ήδη καταγραφεί ως η υπεύθυνη πολιτική δύναμη που δεν έκανε στείρα αντιπολίτευση στην πρώτη φάση, για ένα τόσο σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, χωρίς ωστόσο να μην κάνει κριτική και μάλιστα αυστηρή όταν χρειάζεται. Το ίδιο πρέπει να συνεχίσει και τώρα που ίσως είναι πιο σοβαρή η κατάσταση. Απ’ αυτή την άποψη άστοχα σχόλια στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για τοποθετήσεις του καθηγητή Σ. Τσιόρδα βλάπτουν πολλαπλά το χώρο και δίνουν έδαφος να αντεπιτίθεται ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της ΝΔ.
Η κυβέρνηση, ακόμη και τώρα, με την πανδημία να επιτίθεται όλο και περισσότερο και την ύφεση να εντείνεται, ενδιαφέρεται μόνο για την επικοινωνία. Ασφαλώς, το φανταζόμαστε ότι συμβαίνει αλλά οι «οδηγίες» προς τον φιλικό Τύπο το αποκάλυψαν πλήρως. Εύλογα ο Αλέξης Τσίπρας παρατήρησε: «Την ώρα που έχει χαθεί ο έλεγχος, τόσο την υγειονομική όσο και στην οικονομική κρίση, ο κ. Μητσοτάκης ασχολείται με το να δίνει εντολές στο φιλοκυβερνητικό Τύπο για επιθέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και σε εμένα προσωπικά».
Ο λύκος και η αναμπουμπούλα
Αλλά ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται. Υπάρχει καλύτερη ευκαιρία από το να νομοθετήσει, σ’ αυτή τη συγκυρία με την κοινωνία δεμένη λόγω κορονοϊού, τα πιο ακραία επιθετικά στην κοινωνία νομοσχέδια; Την Πέμπτη, στου Υπουργικό Συμβούλιο ο κ. Γ. Βρούτσης παρουσίασε τους βασικούς άξονες του εργασιακού νομοσχεδίου με τίτλο «ρύθμιση θεμάτων της αγοράς εργασίας». Αντιγράφουμε από την ανάλυση του συνάδελφου Τάσου Γιαννόπουλου στο Left.gr: «Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το “κοινωνικά και οικονομικά φιλελεύθερο” νομοσχέδιο έχει ως στόχο “να διευκολύνει τους εργαζομένους στην αναζήτηση της ισορροπίας μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής“. Τραγική ειρωνεία; Μιλάμε για το νομοσχέδιο που: α) δίνει το δικαίωμα στις επιχειρήσεις να απασχολούν εργαζομένους έως 10 ώρες ημερησίως κατά μέγιστο, χωρίς πρόσθετη αμοιβή, εφόσον εντός του ίδιου 6μήνου εξοφλούν τις ώρες με αντίστοιχη μείωση ωρών ή ρεπό ή μέρες άδειας, β) αυξάνει τις ώρες των νόμιμων υπερωριών, γ) μεγαλώνει τη λίστα των επιχειρήσεων και εργασιών όπου θα επιτρέπεται η εργασία την Κυριακή. Ποια ισορροπία θα έχει ο εργαζόμενος – λάστιχο, που τη μια μέρα θα δουλεύει 10 ώρες και την άλλη 6;».
Το νομοσχέδιο αυτό, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στη μετατροπή της υπερωρίας σε κανονική όσον αφορά την αμοιβή. Προχωρεί και σε άλλα ζητήματα που ανέσυρε από τη λίστα, κατά καιρούς, αιτημάτων του ΣΕΒ. Έτσι καταργείται η διάκριση της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης εργατοτεχνιτών και εργατών ως «αναχρονιστική διάκριση». Μετατίθεται η διαδικασία εργατικών διαφορών από τον ΣΕΠΕ στον ΟΜΕΔ με αποτέλεσμα να δυσκολία των εργαζομένων στη διαδικασία επίλυσης διαφορών. Επιπλέον, όμως, με το νομοσχέδιο προκαλεί πλήγματα και στη συλλογική δράση των εργαζομένων με παρεμβάσεις αρνητικές στον ισχύοντα συνδικαλιστικό νόμο. Προβλέπει για παράδειγμα την «απαγόρευση των καταλήψεων χώρων και εισόδων και την “άσκηση ψυχολογικής ή σωματικής βίας”. Αν λάβουν χώρα, η απεργία καθίσταται παράνομη. Όσοι μετέχουν σε κατάληψη ή βιαιοπραγούν, τελούν ποινικώς κολάσιμη πράξη».
Στη Βουλή και στην κοινωνία
Η τοποθέτηση της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, τομεάρχη Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. προδιαγράφει και τη μαχητική στάση του κόμματος τόσο στη βουλή όσο και στην κοινωνία. «Το “εργασιακό νομοσχέδιο” που παρουσίασε σήμερα ο υπουργός Εργασίας στο Υπουργικό Συμβούλιο αποτυπώνει την αντιμεταρρύθμιση στις εργασιακές σχέσεις. Είναι προφανές ότι ο εργασιακός οδοστρωτήρας είναι η μόνη προεκλογική δέσμευση του κ. Μητσοτάκη που υλοποιεί με συνέπεια αυτή η κυβέρνηση. Η επίθεση στους εργαζομένους είναι συνδυασμένη και πολυμέτωπη, αφενός στο ωράριο, στις αμοιβές και στα δικαιώματα τους, αφετέρου στην υπονόμευση της συνδικαλιστικής τους έκφρασης και του ΣΕΠΕ. Η κυβέρνηση θα μας βρει αποφασιστικά απέναντι στη Βουλή και στην κοινωνία, στο πλευρό των εργαζομένων για την υπεράσπιση του μόχθου και των δικαιωμάτων τους».
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή