Αυτό το κείμενο είναι παραταξιακό. Θα με συγχωρήσουν ιδίως οι φίλες και οι φίλοι του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου που είχαν τη δική τους ξεχωριστή συμβολή στη μάχη κατά του φασισμού και που είναι μια κατηγορία από μόνοι τους. Αλλά είπαμε: το κείμενο είναι παραταξιακό.
Στην πολύχρονη αυτή μάχη κατά της Χρυσής Αυγής, δεν βάλαμε ποτέ όρια στο πόσο πλατιά θα πρέπει να είναι η πολιτική μας απεύθυνση. Ζητούσαμε εμφατικά από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να απομονώσουν το ναζιστικό μόρφωμα. Και όταν λέμε όλες, εννοούμε όλες: για να πάρεις μια απόφαση ενός δημοτικού συμβουλίου ότι οι ναζί είναι ανεπιθύμητοι σε μια πόλη, έπρεπε να εγκαλέσεις σε ένα κοινό ψήφισμα όχι μόνο την αριστερά, αλλά και το κέντρο και τη δεξιά. Δεν γίναμε ξαφνικά αφελείς ούτε ξεχάσαμε τον ρόλο που παίξανε οι πολιτικές αυτών των παρατάξεων στη δημιουργία των συνθηκών που άνοιξαν τον δρόμο στους νεοναζί. Αλλά επειδή κατανοούμε την ιδιαιτερότητα του φασιστικού κινδύνου και επειδή μάς έτυχε να ζούμε την εποχή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η απεύθυνση έπρεπε να είναι πλατιά: αν η αστική τάξη και οι ιδεολογικοί της ταγοί επέλεξαν από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 τον δρόμο του ιστορικού αναθεωρητισμού, από τη μοναδικότητα της ναζιστικής πανούκλας στη θεωρία των “δύο άκρων”, εμείς δεν πρόκειται να εγκαταλείψουμε εύκολα το αντιφασιστικό χαράκωμα. Αυτό σήμανε ότι μιλήσαμε με όλους: όποιος θέλησε να βοηθήσει στη μάχη ενάντια στη Χρυσή Αυγή και χρειάστηκε όπλα, του δώσαμε το χέρι χωρίς ξινίλες. Κι έτσι εμφανίστηκε στο δικαστήριο ένα ευρύ φάσμα ανθρώπων που κατέθεσαν και έπεισαν τους δικαστές για το αυτονόητο της κατηγορίας.
Έχοντας πει αυτά, η νίκη σε αυτή τη μάχη θα ήταν αδιανόητη χωρίς τη δική μας παράταξη: χωρίς την αριστερά. Η αριστερά και τα κόμματά της ήταν αυτοί που χτυπούσαν το καμπανάκι του κινδύνου όταν οι νεοναζί ήταν μικροί και φαινομενικά ακίνδυνοι. Όταν μπήκαν στη Βουλή, η αριστερά ήταν αυτή που αμφισβήτησε τη νομιμοποίηση των νεοναζί κινητοποιώντας ένα μαζικό αντιφασιστικό κίνημα στο δρόμο, μέσα από τα σωματεία και τις συλλογικότητες των εργαζόμενων και της νεολαίας. Οι σημαίες των αντιφασιστικών συγκεντρώσεων ήταν πάντα πολύχρωμες, αλλά ποτέ και από πουθενά δεν έλειψαν οι κόκκινες. Και όταν χρειάστηκε να δοθεί η μάχη και μέσα στη δικαστική αίθουσα, η αριστερά ήταν αυτή που διέθεσε τους ανθρώπους της για να σταθούν πλάι στα θύματα και τις οικογένειές τους στην πολύχρονη δικαστική μάχη που απαιτήθηκε. Και στις 7 Οκτώβρη, τη μέρα ανακοίνωσης της απόφασης, η καρδιά όλης της αριστεράς χτυπούσε έξω από το Εφετείο, συντονισμένη με τα καρδιοχτύπια όσων ήμασταν μέσα στη δικαστική αίθουσα. Κι ήταν ένα καρδιοχτύπι τόσο εκκωφαντικό, που εισακούστηκε από τη δικαστική σύνθεση.
Η παράταξή μας έχει πολλά στραβά, που σηκώνουν μεγάλη συζήτηση. Έχει όμως εκείνους τους ανθρώπους που αν επιλέξεις να πορευτείς μαζί τους, δεν θα βαδίσεις ποτέ μόνος. Γιατί ο δικός μας κόσμος συγκλονίζεται από την κάθε αδικία: και γι’ αυτό τον βλέπεις παντού, όταν άνθρωποι που έχουν χάσει τη δουλειά τους ή κινδυνεύει το σπίτι τους ζητάνε αλληλεγγύη, όταν δυο γονείς έρχονται σε μια ξένη πόλη να δικάσουν τους δολοφόνους του γιου τους ή της κόρης τους, όταν μια καραβιά προσφύγων σκάει στις ακτές μιας πολιτείας. Και αν νικήσαμε σε αυτή την τελευταία μάχη, ήταν γιατί απευθυνθήκαμε στον κόσμο μας σε όλο του το μήκος και πλάτος: όχι μόνο στις μαχητικές εμπροσθοφυλακές, αλλά και στα μετόπισθεν, και στον κόσμο που τραβιέται από τις έγνοιες της ζωής του, που απογοητεύτηκε, που μπορεί να κουράστηκε. Καλέσαμε στη μάχη και κάναμε χαράκωμα το παραμικρό: μια παλιά φωτογραφία από το τραπεζάκι της σχολής ή από κείνη την πορεία, ένα ξεθωριασμένο αυτοκόλλητο, ένα παλιό στραμπούληγμα από το κυνηγητό στο Σύνταγμα, κάτι παλιές προκηρύξεις. Κάθε μνήμη, κάθε σκίρτημα που γεννά η εμπειρία του να έχεις προσπαθήσει να αλλάξεις τον κόσμο.
Με την αριστερά λοιπόν! Με τον κόσμο μας, με τις οργανώσεις του κινήματός μας. Με συναίσθηση των αδυναμιών μας, αλλά χωρίς να βυθιζόμαστε στην ακινησία των κυνικών. Με την παράταξη που χτίζουμε συνειδητά για να αλλάξουμε τον κόσμο.
Θανάσης Καμπαγιάννης
Από το λογαριασμό του στο Facebook