Το 2016, για πρώτη φορά ένα φορτηγό χωρίς οδηγό πραγματοποίησε παράδοση εμπορεύματος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έκτοτε οι δοκιμές πολλαπλασιάστηκαν, ανοίγοντας την πόρτα σ’ έναν κόσμο όπου τα εμπορεύματα θα μπορούσαν να μεταφέρονται χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση. Αντιμέτωποι με αυτή την τεχνολογική επανάσταση, που απειλεί το ίδιο το επάγγελμά τους, οι Αμερικανοί μεταφορείς ταλαντεύονται μεταξύ πανικού, άρνησης και δυσπιστίας.
«Προσλαμβάνουμε ελεύθερους επαγγελματίες οδηγούς!» Κατευθείαν καρφωμένες στο γρασίδι, οι πινακίδες της επιχείρησης XPO Logistics στο Λονγκ Μπιτς της Καλιφόρνιας φέρνουν στον νου τα εστιατόρια των αμερικανικών αυτοκινητοδρόμων, με τις εισόδους τους διακοσμημένες πάντα με την ίδια ανακοίνωση: η επιχείρηση «ψάχνει προσωπικό». Η πολυεθνική εταιρεία μεταφοράς εμπορευμάτων (που το 2015 εξαγόρασε τον γαλλικό όμιλο Norbert Dentressangle για περισσότερα από 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια [1]) δυσκολεύεται να βρει οδηγούς για την παράδοση των κοντέινερ στους ομίλους διανομών μεγάλης κλίμακας όπως η Walmart ή η Amazon. Όπως και για το σύνολο σχεδόν των εταιρειών οδικών μεταφορών της χώρας, η έλλειψη πενήντα χιλιάδων οδηγών φορτηγών τής προκαλεί κι εκείνης ανησυχία.
Μπροστά στην πύλη της εισόδου έχει σχηματιστεί πομπή για την προετοιμασία μιας απεργίας, της έκτης μέσα σε μια τετραετία. Αυτό το απόγευμα του Μαΐου του 2018, μαζί με τους συντρόφους του της Διεθνούς Αδελφότητας Επαγγελματιών των Μεταφορών (International Brotherhood of Teamsters, IBT), ενός από τα μεγαλύτερα συνδικάτα των Ηνωμένων Πολιτειών (1,4 εκατομμύρια μέλη το 2008, εκ των οποίων τα 600.000 είναι οδηγοί), ο Κάρλος Καστανέντα προσπαθεί να συγκεντρώσει υπογραφές από τους οδηγούς της XPO σε ένα αίτημα διαμαρτυρίας κατά της μετάταξής τους στο καθεστώς του αυτοαπασχολούμενου, κάτι που θεωρεί ως συγκαλυμμένη μισθωτή απασχόληση. «Έχουμε υποβάλει πέντε φορές καταγγελία ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου της Καλιφόρνια», μας λέει. «Συγκεντρώσαμε υπογραφές, προβήκαμε σε class actions (συλλογικές αγωγές). Ξεκινήσαμε και μια μεγάλη παγκόσμια εκστρατεία με τους Ευρωπαίους συνδικαλιστές συντρόφους μας, χωρίς αποτέλεσμα όμως: η XPO αρνείται να αναγνωρίσει τους οδηγούς ως μισθωτούς!»
Οι περισσότεροι από τους εκατόν πενήντα οδηγούς στην αποθήκη της εταιρείας αγόρασαν το φορτηγό τους με χρηματοδοτική μίσθωση από την XPO. Μια τεχνική γνωστή ως «leasing», που επιτρέπει στην επιχείρηση να πουλά επί πιστώσει το εργαλείο της εργασίας του στον οδηγό, ο οποίος θα γίνει, ύστερα από πολλά χρόνια μηνιαίων δόσεων, και εκτός ατυχήματος, ο ευτυχής κάτοχος του οχήματός του. Το αφεντικό της XPO, ο Μπράντλεϊ Τζέικομπς (κάτοχος μιας τεράστιας περιουσίας, που ανήλθε στα 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια το 2018), δεν συμπαθεί τα συνδικάτα. «Οι Τίμστερς της IBT δεν αναγνωρίζονται από την επιχείρηση», εξηγεί ο Ντάνιελ Ντουάρτε, οδηγός λεωφορείου που έχει έρθει για να προσφέρει ένα χέρι βοήθειας στους συναδέλφους του. «Μάλιστα, οι προϊστάμενοι χρησιμοποιούν την ιστορία μας επί Τζίμι Χόφα (2) με σκοπό να μας δυσφημίσουν και να μας παρουσιάσουν στους νεοπροσληφθέντες σαν να είμαστε κάποια μαφία που προσπαθεί να κλέψει τα χρήματά τους. Εάν τα στελέχη των επιχειρήσεων σε ταυτίσουν με τους Τίμστερς δεν σου δίνουν δουλειά. Τα παλικάρια φοβούνται να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους.»
Η ώρα είναι τέσσερις το απόγευμα. Ο Καστανέντα δείχνει τη λευκή γραμμή που είναι ζωγραφισμένη μπροστά στην είσοδο της αποθήκης. «Εάν περάσουμε αυτή τη γραμμή θα καλέσουν την αστυνομία. Για δες, αυτός εκεί είναι scab [απεργοσπάστης].» Ένα φορτηγό Peterbilt χωρίς ρυμούλκα διασχίζει τη γραμμή. Ο οδηγός του φρενάρει και σημαδεύει με ένα φανταστικό πιστόλι προς την κατεύθυνση της πομπής των συνδικαλιστών, κατόπιν επιταχύνει πριν εξαφανιστεί μέσα στο υπόστεγο. «Αυτούς τους τύπους οι επιχειρήσεις τους λατρεύουν. Είναι πρωτόγονα αντισυνδικαλιστές, από τους πολλούς που βρίσκεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παίρνουν μπόνους για να μας αντικαθιστούν!»
Οδηγοί φορτηγών στον αγώνα, απεργοσπάστες, μια διοίκηση κρυμμένη πίσω από τα ατσάλινα κάγκελά της. Θα νόμιζε κάποιος ότι παρακολουθεί την αρχή του Πυγμή (F.I.S.T.), της ταινίας του Νόρμαν Τζούισον (1978) στην οποία, το 1937 στο Κλίβελαντ, ο νεαρός Σιλβέστερ Σταλόνε, άλλως Τζόνι Κόβακ, οργανώνει τη μια απεργία μετά την άλλη με σκοπό να αναγκάσει τους εργοδότες να μειώσουν τον χρόνο εργασίας και να αυξήσουν τους μισθούς των σκλάβων των αυτοκινητοδρόμων (3). Φαίνεται πως οι εργαζόμενοι στην XPO βρίσκονται στο ίδιο αδιέξοδο με εκείνο των συναδέλφων τους κατά την εποχή της καταστολής των συνδικαλιστικών κινημάτων. Μόνο που, εάν διαβάσουμε τις αναλύσεις των επιχειρηματικών τραπεζών και τις αναφορές των επιχειρήσεων, ένας νέος «ηθοποιός» πρόκειται σύντομα να προστεθεί στο σενάριο των οδικών μεταφορών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι το λεγόμενο «αυτόνομο» φορτηγό, το οποίο, όπως δηλώνει και το όνομά του, δεν θα χρειάζεται άνθρωπο για να κινηθεί…
Στον κατάλογο των επόμενων στόχων της Σίλικον Βάλεϊ
Σύμφωνα με έκθεση της Μόργκαν Στάνλεϊ, που δημοσιεύτηκε το 2013 (4), οι οδηγοί που εργάζονται στα λιμάνια, όπως είναι εκείνοι της XPO Logistics, θα είναι οι πρώτοι που θα αντικατασταθούν από φορτηγά χωρίς οδηγό. Εν συνεχεία, «μεταξύ 2020 και 2025» θα κάνουν την εμφάνισή τους τα αυτόνομα φορτηγά επιπέδου 4, ικανά να κινούνται μόνα τους αλλά σε τμήματα δρόμων που θα έχουν προηγουμένως χαρτογραφηθεί, και με ένα άτομο σε κάθε φορτηγό για την περίπτωση προβλήματος. Η χρήση των πλήρως αυτόνομων οχημάτων, του επιπέδου 5, θα γενικευθεί «περίπου το 2030». «Οι χρήσεις σε κλειστό κύκλωμα, όπως στα λιμάνια, θα είναι οι πρώτες, έπειτα θα ακολουθήσουν διαδρομές σε αυτοκινητοδρόμους και τέλος η χρήση σε μεικτές ζώνες, δηλαδή και σε αστικές περιοχές και σε αυτοκινητοδρόμους», προέβλεπε η Μόργκαν Στάνλεϊ, η οποία υπολόγιζε τις εξοικονομήσεις από την αυτοματοποίηση του τομέα σε 168 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως: 70 δισεκατομμύρια από την κατάργηση του εργατικού δυναμικού, 36 δισεκατομμύρια από έξοδα ατυχημάτων που αποφεύχθηκαν (5), άλλα 35 από την οικονομία καυσίμου και τέλος άλλα 27 από την «αύξηση της παραγωγικότητας». Κάποιοι άλλοι οικονομικοί αναλυτές φαίνονται ακόμη πιο αισιόδοξοι.
Η έκθεση της Μόργκαν Στάνλεϊ τοποθετεί τους οδηγούς φορτηγών με leasing, όπως είναι εκείνοι του Λονγκ Μπιτς, στην κορυφή του καταλόγου των θυμάτων της απορρύθμισης του τομέα των μεταφορών. «Δεν θα γίνει ποτέ», θέλει να πιστεύει ο Άντρεϊ Χαρτ, που οδηγεί βαρέα φορτηγά εδώ και δεκαεπτά χρόνια. «Τa πράγματα είναι ήδη τόσο επικίνδυνα στους δρόμους… Τα κομπιούτερ δεν έχουν μάτια. Με τις κάμερες, κάθε μέρα υπάρχουν άσχημες εκπλήξεις.» Τον λόγο παίρνει ο Τζέραλντ Ντάνιελς, με κόμμωση ράστα που φτάνει μέχρι τους γοφούς του και γυαλιά ηλίου: «Και βέβαια θα γίνει», λέει κατηγορηματικά. «Στον τερματικό σταθμό των κοντέινερ στο Λονγκ Μπιτς, ήδη πλέον δεν υπάρχουν άνθρωποι για να φορτώσουν τα φορτηγά.» Όπως και οι θεριζοαλωνιστικές μηχανές, που κατευθύνονται μέσω GPS (global positioning system) ή τα χορτοκοπτικά με ασύρματη σύνδεση που στριφογυρίζουν επάνω στο κομμάτι του γρασιδιού τους ή ακόμα κι εκείνες οι ηλεκτρικές σκούπες-ρομπότ που μετακινούνται μόνες τους, τα φορτηγά τού αύριο θα είναι «αυτόνομα», υπόσχεται η Σίλικον Βάλεϊ.
Στις ΗΠΑ, τριάμισι εκατομμύρια άνθρωποι εργάζονται πίσω από το τιμόνι. Στις περισσότερες από τις πενήντα Πολιτείες της χώρας, το επάγγελμα του οδηγού φορτηγού είναι το πιο διαδεδομένο, ξεπερνώντας εκείνο του εμποροϋπάλληλου, του εκπαιδευτικού και του (σε σημαντική αύξηση) προγραμματιστή λογισμικού (6). Περισσότεροι από 1,8 εκατομμύρια οδηγοί φορτηγών, εκ των οποίων το 93% άνδρες, εργάζονται στις μεγάλες αποστάσεις, μεταφέροντας περίπου το 70% των καταναλωτικών αγαθών –τα υπόλοιπα μεταφέρονται με τον σιδηρόδρομο. Το 2017, το ύψος του μέσου μισθού του οδηγού φορτηγού ανερχόταν στα 42.480 δολάρια τον χρόνο, σύμφωνα με το Γραφείο Στατιστικών Εργασίας των ΗΠΑ. Το ποσοστό κινητικότητας στον κλάδο είναι αποκαλυπτικό: σχεδόν όλοι οι οδηγοί που πιάνουν δουλειά σε κάποια εταιρεία μεταφορών την εγκαταλείπουν στους πρώτους έξι μήνες.
Ο οδηγός φορτηγού αποτελούσε για πολύ καιρό ένα πρόσωπο-κλειδί του αμερικανικού εθνικού μυθιστορήματος. Είναι εκείνος που τηρεί την υπόσχεση της Αμερικής, λίκνου της ελεύθερης κυκλοφορίας προϊόντων και ανθρώπων. «Είναι μια σπουδαία φιγούρα της λαϊκής κουλτούρας, που εξυμνείται ταυτόχρονα ως καουμπόι και ως παράνομος», συνοψίζει ο Ριτς Κόεν, συγγραφέας από τις Μεσοδυτικές Πολιτείες, που «πάντα ονειρευόταν να οδηγήσει φορτηγό» (7). Η μουσική, αλλά και ο κινηματογράφος –από την Πυγμή έως το Μαντ Μαξ: Ο Δρόμος της Οργής, συμπεριλαμβανομένου και του Ο Ατσίδας και το Λαγωνικό– έπλασαν στη φαντασία των Αμερικανών την εικόνα του νταλικιέρη: εκείνη ενός πονηρού τύπου, που οσμίζεται τα μεγάλα κόλπα, επικοινωνεί με τους συναδέλφους του σε μια ιδιαίτερη γλώσσα και είναι ικανός να κινητοποιήσει τους συντρόφους του για να γείρει την πλάστιγγα προς όφελός του. Στην ταινία Κομβόι του Σαμ Πέκινπα (1978), όταν ένας δημοσιογράφος τον ρωτά για τον σκοπό του κινήματος αντίστασης στην αστυνομία, το οποίο συσπείρωσε εκατοντάδες άλλους οδηγούς φορτηγών, ο Μάρτιν «Rubber Duck» Πένγουαλντ –τον υποδύεται ο Κρις Κριστόφερσον– του απαντά: «Ο λόγος ύπαρξης του κομβόι είναι ότι δεν σταματά ποτέ».
«Εμείς οι οδηγοί φορτηγών δεν είμαστε καουμπόηδες της σύγχρονης εποχής… Μάλλον είμαστε αγριόγατες που δεν συναντιούνται ποτέ μεταξύ τους, καθώς ο καθένας τραβά τον δρόμο του», συνοψίζει ο Αντρέ Ριμπέιρο, υπάλληλος μιας εταιρείας στην Καλιφόρνια. Μόλις έχει σταματήσει σ’ ένα πρατήριο καυσίμων στη Μινεσότα, παρόμοιο με χιλιάδες άλλα: αντλίες βενζίνης με πληρωμή μέσω πιστωτικής κάρτας, μια επισφαλώς εργαζόμενη πίσω από το ταμείο, λουκάνικα που περιστρέφονται ασταμάτητα επάνω σε θερμαινόμενες ράβδους και δοχεία με καφέ, τον οποίο οι οδηγοί παίρνουν μαζί τους σε κύπελλα. «Το πιο δύσκολο πράγμα είναι η αναμονή, η μοναξιά, το κλείσιμο μέσα στις ίδιες σου τις σκέψεις. Και η κούραση. Όλοι οι οδηγοί θα σας το πουν: αισθανόμαστε επικίνδυνοι, καθώς μας σπρώχνουν στα έσχατα όριά μας. Εγώ οδηγώ έντεκα ώρες κάθε μέρα! Έντεκα ώρες στο κάθισμά μου! Είμαστε ντοπαρισμένοι με καφεΐνη και ενεργειακά ποτά. Ό,τι βγαίνει στην κυκλοφορία το δοκιμάζουμε. Και κοιμόμαστε με υπνωτικά».
Χίλια πεντακόσια χιλιόμετρα μακρύτερα, ο Πολ Σκοτ, 72 ετών, παρκάρει το φορτηγό του, μαύρο με κίτρινα λογότυπα, κοντά σε ένα πρατήριο καυσίμων στο Νέο Μεξικό, που περιβάλλεται από ατμόσφαιρα γουέστερν: το σαλούν, το ιατρείο, η φυλακή… Επί πενήντα χρόνια εργάζεται ως οδηγός-διανομέας για την United Parcel Service (UPS), τη μεγαλύτερη επιχείρηση αποστολής δεμάτων στον κόσμο, με 435.000 εργαζόμενους –αλλά και σύμβολο της τελευταίας εθνικής συνδικαλιστικής νίκης στις Ηνωμένες Πολιτείες, με την περιβόητη «απεργία της UPS» (8).
Το 1997, ο Σκοτ ήταν ένας από τους 185.000 απεργούς οργανωμένους στο συνδικάτο των Τίμστερς που, μετά από ένα αδιέξοδο που διήρκεσε δεκαπέντε ημέρες, λύγισαν τη διεύθυνση της UPS, κάνοντας την αμερικανική εργατική τάξη να αναθαρρήσει, καθώς ήταν ακόμη τραυματισμένη από την απόφαση του Ρόναλντ Ρήγκαν να απολύσει 11.359 απεργούς ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας το 1981. «Χάρη στην απεργία αποκτήσαμε καλές συνθήκες εργασίας, καλούς μισθούς, μέχρι και καλές στολές. Σήμερα δεν θα αντάλλασσα τη θέση μου με τίποτα στον κόσμο: έχουμε οκτώ εβδομάδες άδεια τον χρόνο, πολύ καλές συντάξεις, ιατρική ασφάλιση και καλούς μισθούς –έως 100.000 δολάρια τον χρόνο. Σε σύγκριση με τους αυτοαπασχολούμενους, που κερδίζουν ίσα-ίσα 1.200 δολάρια την εβδομάδα, και πληρώνουν τα πάντα οι ίδιοι, είμαστε σε πολύ καλύτερη μοίρα.» Ο Σκοτ λυπάται κυρίως για το ότι η επιχείρηση δεν επιβραβεύει πλέον τους καλύτερους οδηγούς της, οι οποίοι άλλοτε επέστρεφαν στο σπίτι τους με ένα πλυντήριο ή μια ψησταριά (με τη συμπλήρωση τριάντα ετών υπηρεσίας). «Όλα αυτά έχουν τελειώσει», λέει αναστενάζοντας, προτού συνεχίσει: «Όχι μακριά από το σπίτι μου, μια γυναίκα σκοτώθηκε πρόσφατα από ένα αυτόνομο αυτοκίνητο της Uber (9). Δεν μου αρέσει αυτή η ιδέα των φορτηγών χωρίς οδηγό. Πάντα θα χρειαζόμαστε οδηγούς, όχι; Ελπίζω ότι ο Τραμπ δεν θα αφήσει να γίνει κάτι τέτοιο».
Εντούτοις είναι γεγονός, στο οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ δεν προβάλλει καμία αντίσταση: σήμερα, ο «καουμπόι των σύγχρονων καιρών» εμφανίζεται με κόκκινο χρώμα στα λογιστικά φύλλα Excel που κοιτούν οι δημιουργικοί ιδρυτές των νεοφυών εταιρειών της Σίλικον Βάλεϊ. Οι Αμερικανοί οδηγοί νταλίκας, με τα διαλείμματά τους, τον οκτάωρο ύπνο τους, τους μισθούς τους και τις απειλές τους για μαχητικά κομβόι, αντιπροσωπεύουν το 40% του κόστους μεταφοράς εμπορευμάτων. Κατά συνέπεια, μετά την «απελευθέρωση» του τραπεζικού τομέα, των ταχυδρομείων, των τηλεπικοινωνιών, του εμπορίου, της μουσικής βιομηχανίας, της δημοσιογραφίας και της μεταφοράς προσώπων, η Σίλικον Βάλεϊ τούς έχει καταχωρίσει στον κατάλογο των επόμενων στόχων της. Τον Οκτώβριο του 2016, η εταιρεία Otto, εξαγορασμένη από την Uber, ανακοίνωσε πως κατάφερε να πραγματοποιήσει την πρώτη αυτόνομη παράδοση εμπορεύματος (κιβώτια μπύρας Budweiser), κάνοντας μια διαδρομή περίπου διακοσίων χιλιομέτρων. Μετά από αυτό τα πάντα επιταχύνθηκαν. Μαζί με τις Uber, Google και Tesla, πέντε νεοφυείς εταιρείες ανταγωνίζονται προκειμένου να εφεύρουν το πρώτο αξιόπιστο σύστημα φορτηγών χωρίς οδηγό.
«Η Google σκότωσε την αλληλεγγύη μεταξύ των οδηγών νταλίκας»
Σε αυτό το κλαμπ των πέντε, ο Στέφαν Σελτς-Άξμαχερ, διευθυντής της Starsky Robotics (αναφορά στην τηλεοπτική σειρά Στάρσκι και Χατς) παίζει τον ρόλο του Κοντορεβιθούλη. Στο γραφείο του στο Σαν Φρανσίσκο, ο νεαρός πτυχιούχος σχολής επιχειρήσεων, με λεπτό γένι μόνο στο πιγούνι του, παχουλό πρόσωπο και λαμπερά μάτια, επιθυμεί να διευκρινίσει ευθύς εξαρχής ότι «δεν άσκησε ποτέ το επάγγελμα του οδηγού φορτηγού». Συγκέντρωσε 21,5 εκατομμύρια δολάρια από επενδυτές και από το 2015 έχει προσλάβει τριάντα περίπου μηχανικούς με σκοπό να αναπτύξουν ένα σύστημα τηλεκατευθυνόμενων φορτηγών, τα οποία φαντάζεται να βολτάρουν ανάμεσα στα υπόστεγα της Amazon και τους τερματικούς σταθμούς των κοντέινερ. Για να μετατραπεί η χώρα σε μια γιγάντια αυτοματοποιημένη αλυσίδα της Amazon δεν υπάρχει καμία ανάγκη να χαραχθούν εκατομμύρια γραμμικοί κώδικες στις πινακίδες σηματοδότησης των δρόμων ούτε και να τοποθετηθούν μικροτσίπ κάτω από την άσφαλτο. Οπλισμένα με κάμερες, ραντάρ και ανιχνευτές κίνησης, τα φορτηγά με ασύρματη σύνδεση σε πρώτο στάδιο θα τηλεκατευθύνονται από χειριστές όταν θα κυκλοφορούν σε «περίπλοκους» δρόμους και στη συνέχεια θα περνούν σε αυτόνομη λειτουργία στους αυτοκινητοδρόμους. «Τεχνικά, εμείς είμαστε σχεδόν έτοιμοι», διαβεβαιώνει ο Σελτς-Άξμαχερ. «Τις τρεις τελευταίες χρονιές γνωρίσαμε μια μάλλον απίστευτη άνοδο.»
Αυτός ο γιος ενός «αποτυχημένου μηχανικού» και μιας δημοσιογράφου του επιχειρηματικού Τύπου, οφείλει την ιδέα του στην επιχείρηση «Haymaker» του αμερικανικού στρατού στο βορειοανατολικό Αφγανιστάν το 2012: «Βλέποντας στην τηλεόραση τα τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη να επιτίθενται στο Αφγανιστάν, σκέφτηκα ότι, εάν είμαστε σε θέση να κατευθύνουμε τα αεροσκάφη από απόσταση, θα έπρεπε να μπορούμε κάνουμε το ίδιο και με τα βαρέα φορτηγά». Μαζί με τους μηχανικούς και τους χειριστές της Starsky Robotics ετοιμάζεται να προχωρήσει στις πρώτες πλήρους κλίμακας δοκιμές στη Φλόριντα. «Στην αρχή θα υπάρξει δυσπιστία, σύντομα όμως θα μετατραπεί σε τυφλή εμπιστοσύνη. Οι άνθρωποι δεν είναι καλοί στην εκτέλεση μονότονων εργασιών όλη την ημέρα, όπως η οδήγηση επί δέκα συνεχόμενες ώρες σε μια ευθεία. Οι υπολογιστές, από την άλλη, είναι πολύ καλοί σ’ αυτό.» Επομένως σκέφτεται πως θα σημειώσει μεγαλύτερη επιτυχία απ’ ό,τι ο αμερικανικός στρατός στο Αφγανιστάν. «Οι οδηγοί φορτηγών, για τους οποίους μου μιλάτε, και που ακόμα πιστεύουν πως το επάγγελμά τους δεν θα αυτοματοποιηθεί ποτέ, μου θυμίζουν τους συλλέκτες καουτσούκ στη Βραζιλία της δεκατίας του 1980, που ήταν πεπεισμένοι ότι καμία μηχανή δεν θα μπορούσε να τους αντικαταστήσει.»
Στις 15 Μαΐου του 2018, στο Λας Βέγκας –μια πόλη που φέρεται να κτίστηκε εν μέρει με τα κεφάλαια που υπεξαίρεσε ο Τζίμι Χόφα από το ταμείο συνταξιοδότησης των Τίμστερς– πραγματοποιήθηκε μια στρογγυλή τράπεζα μεταξύ των συνδικαλιστικών ηγετών της IBT με θέμα τα αυτόνομα φορτηγά. Συνεδρίαση κεκλεισμένων των θυρών: η υπόθεση είναι «πολύ σοβαρή». «Η συνεδρίαση ήταν εποικοδομητική, αλλά χρειάζεται να συσκεφθούμε και πάλι», μας είπε μερικές ημέρες αργότερα ο Νταγκ Μπλοκ, πολιτικός διευθυντής του 7ου μεικτού συμβουλίου του συνδικάτου. «Δεν είμαστε εναντίον της τεχνολογίας, αλλά δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για να υποβαθμίζει τις συνθήκες διαβίωσης των αυτοκινητιστών και να κάνει τη δουλειά τους πιο επίπονη και χωρίς νόημα, υποβιβάζοντάς τους στον ρόλο του βοηθού ρομπότ. Έπειτα, έχω να σας πω ότι όλοι αυτοί, όπως το αφεντικό της Starsky, που δηλώνουν ότι είναι “έτοιμοι”, σας λένε ψέματα. Οι υποδομές δεν είναι έτοιμες, τα κομπιούτερ δεν είναι έτοιμα. Οι Αμερικανοί δεν είναι έτοιμοι.» Ούτε και οι Τίμστερς… «Βρισκόμαστε πολύ μακριά από τη μέρα που μεγάλος αριθμός φορτηγών χωρίς οδηγούς θα κινείται στους δρόμους», διαβεβαιώνει ο Μπλοκ.
Ωστόσο, ήδη, οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν αλλάξει τη ζωή των εργαζόμενων της ασφάλτου. Μέσα στα σύγχρονα φορτηγά, τα smartphone έχουν αντικαταστήσει τον ασύρματο CB (citizen band ή ζώνη ραδιοσυχνοτήτων πολιτών, περιοχή του ραδιοφάσματος που έχει δοθεί στη δημόσια επικοινωνία). Τα χειρόγραφα φύλλα πορείας έδωσαν τη θέση τους σε ηλεκτρονικές συσκευές εντοπισμού. Οι χάρτες έχουν εξαφανιστεί από την καμπίνα του οδηγού χάριν των GPS, και οι μύες στην κνήμη και στο πόδι του οδηγού έχουν ανακουφιστεί από τον ρυθμιστή ταχύτητας (το επίπεδο 1 των αυτόνομων οχημάτων). «Η αλληλεγγύη μεταξύ των οδηγών νταλίκας άρχισε να εξαφανίζεται με την έλευση της Google», θυμάται ο Μάικ Ντέιβιντσον, οδηγός φορτηγού από την Αϊόβα, με τατουάζ τη φράση «Κολύμπα ή Βούλιαξε» στα μπράτσα και στα δάχτυλά του. «Όταν ξεκίνησα, έπρεπε να χρησιμοποιούμε τα CB για να ρωτάμε τους άλλους οδηγούς για την κατάσταση της κίνησης, τέτοια πράγματα. Ήμαστε αναγκασμένοι να μιλάμε μεταξύ μας. Τώρα λέμε “ΟΚ Google” και είναι αρκετό.»
Με τις εννιακόσιες θέσεις στάθμευσης, το μουσείο και το σουπερμάρκετ που προορίζονται για τους νταλικιέρηδες, το Iowa 80, γνωστό ως «ο μεγαλύτερος σταθμός εξυπηρέτησης αυτοκινητιστών στον κόσμο» είναι ένα είδος sweet home town («πατρίδα») για τους οδηγούς. Τους επισκέπτες υποδέχεται μια νταλίκα επάνω σε περιστρεφόμενο άξονα, με χιλιάδες φώτα να λαμπυρίζουν επάνω της και με την επιγραφή «If you bought it, a truck brought it» («Αν το αγόρασες, ένα φορτηγό το έφερε»). Οι οδηγοί μπορούν να ανακουφίσουν την πλάτη τους στον κινησιοθεραπευτή, να αντιμετωπίσουν την τερηδόνα στον οδοντίατρο, να γυμναστούν στο ελλειπτικό ποδήλατο, να λαγοκοιμηθούν στην αίθουσα της τηλεόρασης ή ακόμη να αγγίξουν, στους διαδρόμους των καταστημάτων, πέδιλα από «πραγματικό γρασίδι της Αϊόβα». «Εδώ έχουν τα καλύτερα ντους σε ολόκληρη την Αμερική», δηλώνει η Τόνια Μπρούερ, με ακουστικό στο ένα της αφτί. «Ο μύθος θέλει τους οδηγούς φορτηγού να είναι βρώμικοι και κακοί. Εγώ πλένομαι κάθε μέρα, ή τουλάχιστον κάθε δύο μέρες. Και δεν τη σπάω σε κανέναν στον δρόμο!» Η Μπρούερ εργάζεται για τη Swift, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες οδικών μεταφορών στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Οδηγώ είκοσι πέντε μέρες τον μήνα, έντεκα ώρες τη μέρα, για 1.200 δολάρια περίπου την εβδομάδα, και επιστρέφω στο σπίτι μου για τέσσερις μέρες τον μήνα. Ο σύζυγός μου κι εγώ αγαπιόμαστε, αλλά τέσσερις μέρες τον μήνα είναι αρκετές. Μ’ αρέσει πολύ να είμαι μόνη. Για μένα είναι ελευθερία. Αυτά, πρέπει να φύγω τώρα!»
Οι οδηγοί νταλίκας δεν έχουν χρόνο. Υπό την εποπτεία της ηλεκτρονικής συσκευής καταγραφής, του «ηλεκτρονικού φύλλου πορείας», τα διαλείμματά τους χρονομετρούνται –και δεν πληρώνονται. «Μακάρι να μπορούσα να βρω τον τύπο που έφτιαξε αυτό το μηχάνημα και να τον αναγκάσω να παραμείνει καθισμένος έντεκα ώρες την ημέρα στην καρέκλα του γραφείου του χωρίς να μπορεί να σηκωθεί, ελέγχοντας κάθε κίνηση που κάνει, εμποδίζοντάς τον να κοιμηθεί ή να ξεκουραστεί όταν θέλει… Θα βλέπαμε πώς θα ζούσε μ’ αυτόν τον ζουρλομανδύα!», λέει σε έντονο ύφος ο Φελίπε Ραμίρες, γεννημένος στην Κούβα και αυτοαπασχολούμενος οδηγός «από πάντα». Στο πάρκινγκ του Iowa 80, ο άντρας αυτός με το ένα εκατομμύριο μίλια (1,6 εκατομμύρια χιλιόμετρα) στο κοντέρ και είκοσι τέσσερα χρόνια οδήγησης, τακτοποιεί τις κόκκινες σημαίες ασφάλειας στο πίσω μέρος του φορτίου του από πλαστικούς σωλήνες. Προορισμός το Ρίνο της Νεβάδα. «Κανείς πια δεν θέλει να κάνει αυτό το αναθεματισμένο επάγγελμα και τους καταλαβαίνω, τους νέους. Αυτόν τον τρόπο ζωής τον αγαπάμε, αλλά έχει πολλές θυσίες. Η κόρη μου είναι στο νοσοκομείο εδώ και τρεις μέρες με απόφραξη του εντέρου, είναι στο Μαϊάμι κι εγώ είμαι εδώ, στον δρόμο. Αυτή είναι η ζωή μου.»
Κούπα με καφέ, χάραμα και μουσική κάντρι
Πίσω του, το μουσείο των φορτηγών υποδέχεται τους επισκέπτες με ένα γνήσιο μοντέλο του Big Brute, ένα όχημα της General Motors του 1927. Στο βάθος του κτιρίου ένας προβολέας βίντεο επαναλαμβάνει ατέρμονα μια ταινία προπαγάνδας. Ελευθερία, υπερηφάνεια και αυτονομία: αυτό υποβάλλει η εικόνα του οδηγού, με την κούπα καφέ στο χέρι και τον ήλιο να ανατέλλει επάνω από τα μεγαλοπρεπή Βραχώδη Όρη. Με μουσική κάντρι για υπόκρουση, το μήνυμα, που μεταφέρεται από εργαζόμενους κάθε καταγωγής, έχει στόχο να εμπνεύσει: «Είμαστε υπερήφανοι που είμαστε Αμερικανοί οδηγοί φορτηγών».
Ένα χρονοδιάγραμμα καταγράφει τις ημερομηνίες-ορόσημα της ιστορίας των φορτηγών με ρυμούλκα. Ξεκινά το 1750 με τις ιππήλατες άμαξες, συνεχίζεται αργότερα με το πρώτο τετράτροχο όχημα της Ford το 1896, με τη γέννηση του συνδικάτου των Τίμστερς το 1903 και προχωρά ώς την κρίσιμη ημερομηνία του 1980. Εκείνη τη χρονιά, η Πράξη περί μηχανοκίνητων μέσων μεταφοράς του προέδρου Τζίμι Κάρτερ κατάργησε τον έλεγχο του κράτους στα κόμιστρα και στις άδειες και παρέδωσε ολόκληρο τον κλάδο στον νόμο της αγοράς. Το χρονοδιάγραμμα τελειώνει με τη φωτογραφία ενός μικρού παιδιού κάτω από την πόρτα ενός φορτηγού, μ’ αυτή την ερώτηση: «Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον;»
«Να σας πω», απαντά η Σάντρα Κ., που εργάζεται στην υποδοχή του μουσείου, «ελπίζω ότι το μέλλον αυτό δεν θα είναι τα φορτηγά χωρίς οδηγό. Η ζωή τους ήδη είναι αρκετά δύσκολη όπως είναι τώρα. Πολλοί δεν επιστρέφουν στο σπίτι τους παρά μία φορά τον μήνα και όλοι τους τρώνε πολύ άσχημα στους δρόμους. Κοιτάξτε: είναι άδειο… Πάντα είναι έτσι μέσα στην εβδομάδα. Οι νταλικιέρηδες δεν έχουν καθόλου χρόνο να έρθουν εδώ, παρόλο που αυτό είναι, απ’ όσο ξέρω, το μόνο μουσείο που είναι αφιερωμένο σ’ αυτούς, σ’ ολόκληρη τη χώρα».
(1) Ένα δολάριο ισοδυναμεί με 0,89 ευρώ.
(2) Χαρισματικός γενικός γραμματέας του συνδικάτου από το 1957, καταδικάστηκε το 1967 λόγω των διασυνδέσεών του με τη Μαφία και του απονεμήθηκε χάρη από τον Ρίτσαρντ Νίξον το 1971. (Σ.τ.ε.: βλ. την ταινία του Σκορτσέζε ο Ιρλανδός, με τον Αλ Πατσίνο στο ρόλο του Τζίμι Χόφα)
(3) Βλ. Norman Jewison, «FIST, c’est aussi l’Amérique», Le Monde diplomatique, Οκτώβριος 1978.
(4) «Autonomous cars: Self-driving the new auto industry paradigm», Morgan Stanley Blue Paper, 6 Νοεμβρίου 2013, http://orfe.princeton.edu. Πρβλ. επίσης Olivia Solon, «Self-driving trucks: What’s the future for America’s 3.5 million truckers?», «The Guardian», Λονδίνο, 17 Ιουνίου 2016.
(5) Το 2016 περισσότεροι από 40.000 άνθρωποι, από τους οποίους οι 786 ήταν οδηγοί φορτηγού, σκοτώθηκαν στους αμερικανικούς δρόμους, σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας Αυτοκινητοδρόμων, πράγμα που καθιστά το επάγγελμα αυτό το πιο επικίνδυνο στις Ηνωμένες Πολιτείες.
(6) Quoctrung Bui, «Map: The most common job in every state», National Public Radio, 5 Φεβρουαρίου 2015, www.npr.org
(7) Rich Cohen, «The end of the big-rig dream», «The Wall Street Journal», Νέα Υόρκη, 9 Φεβρουαρίου 2018.
(8) Βλ. Rick Fantasia, «Spectaculaire victoire des camionneurs américains», «Le Monde diplomatique», Οκτώβριος 1997.
(9) Στα μέσα Μαρτίου του 2018, ένα ημιαυτόνομο Volvo της Uber σκότωσε στο Τέμπε (Αριζόνα) μια πεζή γυναίκα 49 ετών.
μετάφραση: Γιάννης Κυπαρισσιάδης
Ο Julien Brygo είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας
Πηγή: Le Monde Diplomatique