Την αισιοδοξία της πως μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να «γυρίσει» το παιχνίδι και να πάρει μια νέα ευκαιρία από τους πολίτες, ώστε να εφαρμόσει το πρόγραμμά του χωρίς δεσμεύσεις πλέον, εξέφρασε στο Reader.gr η Αννέτα Καββαδία, υποψήφια βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Β1 Αθήνας στο Βόρειο Τομέα.
Σημείωσε πως η Νέα Δημοκρατία κρύβει το πρόγραμμα της λέγοντας «είναι φανερό από το ότι αποφεύγουν με κάθε τρόπο», ενώ ξεκαθάρισε πως ο Αλέξης Τσίπρας δεν αμφισβητείται και δεν θα αμφισβητηθεί από κανέναν, ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη μια βαριά ήττα στις Ευρωεκλογές. Πού οφείλεται κι αν είστε αισιόδοξη πως το αποτέλεσμα μπορεί να «γυρίσει»
Η ήττα σε μια εκλογική αναμέτρηση οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Ο πιο σημαντικός αναμφίβολα ήταν τα μνημόνια. Επί τέσσερα χρόνια ήμασταν υποχρεωμένοι, ως ΣΥΡΙΖΑ, να εφαρμόζουμε ένα μίγμα πολιτικής που σε μεγάλο βαθμό το διαπραγματευόμασταν με τους ξένους δανειστές. Σε κάθε αξιολόγηση δίναμε μεγάλες μάχες προκειμένου να αναχαιτίσουμε την ανθρωπιστική κρίση και να οδηγήσουμε τη χώρα στην οικονομική ανάπτυξη, ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του ΔΝΤ, που εκ των υστέρων παραδέχθηκε ότι έκανε λάθος και ότι εμείς είχαμε δίκιο. Στη μάχη αυτή είχαμε τη ΝΔ ευθυγραμμισμένη με τις απαιτήσεις των ξένων. Και όταν καταφέραμε να βγούμε από αυτήν την επιτροπεία, μόλις προλάβαμε να αρχίσουμε να ξεδιπλώνουμε την ατζέντα μας, χωρίς όμως να καταφέρουμε να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο τα θετικά μέτρα που πήραμε, εξαιτίας και του λίγου χρόνου από την μνημονιακή έξοδο, εξαιτίας των μιντιακών συμφερόντων που επιδίδονται σε συστηματικό πόλεμο εναντίον μας αλλά φυσικά και εξαιτίας δικών μας λαθών.
Είμαι όμως αισιόδοξη ότι, έστω και τώρα, μπροστά στην κάλπη, οι πολίτες δεν θα θελήσουν απλώς να διαμαρτυρηθούν αλλά θα μελετήσουν τις προγραμματικές διαφορές των κομμάτων. Αν αυτό συμβεί, νομίζω πως εύκολα πολλοί από όσους δεν μας ψήφισαν στις ευρωεκλογές, θα αντιληφθούν πόσο σημαντική για τη ζωή τους είναι η ψήφος της Κυριακής και τι ακριβώς διακυβεύεται.
Ο Αλέξης Τσίπρας σημειώνει πως έγιναν λάθη και παραλείψεις. Πού έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει ρίξει μεγαλύτερη προσοχή και δεν το έκανε; Και πώς σκοπεύει να διορθώσει αυτά τα λάθη;
Η συμπίεση των μεσαίων στρωμάτων – που είχε, ωστόσο, ξεκινήσει από τα χρόνια του 1ου μνημονίου – σε συνδυασμό με μια γενικότερη έλλειψη γείωσης του κόμματος με την κοινωνία, όπως φαίνεται μας κόστισε.
Μια σειρά μέτρων, λοιπόν, που ήδη εφαρμόζεται και άλλα που έχουν δρομολογηθεί, κινούνται προς την κατεύθυνση ανακούφισης αυτών των στρωμάτων. Αναφέρω ενδεικτικά : το 85% των ελευθέρων επαγγελματιών πληρώνει χαμηλότερες εισφορές από τον πρώτο μήνα εφαρμογής του νέου νόμου. Η περικοπή των συντάξεων όχι μόνο αποφεύχθηκε οριστικά αλλά από 1.1.2019, 620.000 συνταξιούχοι βλέπουν για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια αυξήσεις στις συντάξεις τους. Με τη ρύθμιση των 120 δόσεων και την αύξηση του ακατάσχετου στους λογαριασμούς, επιχειρηματίες και εργαζόμενοι, βρήκαν τρόπο να επιλύσουν τις οικονομικές τους εκκρεμότητες και απαλλάχθηκαν από τον βραχνά του ανεξέλεγκτου ατομικού χρέους.
Μπορώ να συνεχίσω να απαριθμώ μέτρα αλλά αυτό που θέλω να υπογραμμίσω είναι ότι το μήνυμα έχει δοθεί, η απόφαση περί φροντίδας των μεσαίων στρωμάτων που ιδιαιτέρως «χτυπήθηκαν» είναι ειλημμένη και δείγματα των προθέσεών μας, δόθηκαν ήδη.
Από εκεί και πέρα, η πολιτική μας, χωρίς τα δεμένα χέρια του παρελθόντος, οφείλει να γίνει περισσότερο ταξική, οι θεσμικές τομές οφείλουν να είναι πιο ριζοσπαστικές, οι συμμαχίες μας πρέπει να οικοδομηθούν με όσο το δυνατόν μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας.
Κάποιοι κατηγορούν πως στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ «ξεσήκωσαν παλιές πρακτικές» και φέρνουν ως παράδειγμα τις μετατάξεις στη Βουλή που έγιναν μετά τις Ευρωεκλογές. Υπήρξε έπαρση από μερίδα στελεχών; Υπήρξαν όντως συμπεριφορές που έκαναν τον κόσμο να αμφισβητεί το «ηθικό πλεονέκτημα» του ΣΥΡΙΖΑ;
Κατ΄αρχάς, με αφορμή το παράδειγμα που αναφέρετε, να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν μιλάμε για νέους διορισμούς – και άρα επιβάρυνση του κρατικού κορβανά – αλλά για μετατάξεις, μετακινήσεις δηλαδή ήδη δημοσίων υπαλλήλων από μία υπηρεσία σε μία άλλη. Μιλάμε, κατά συνέπεια, για την εφαρμογή και στη Βουλή, του νόμου περί κινητικότητας που ισχύει για όλο το Δημόσιο. Αλήθεια, στην περίπτωση που η ΝΔ γίνει κυβέρνηση, τι θα πράξει για τις περιπτώσεις εκείνων των υπαλλήλων που ζητούν απλώς να εφαρμοστεί ο νόμος και στην περίπτωσή τους; Θα προχωρήσει σε αυτές τις μετατάξεις; Ναι ή όχι;
Και μια και μου δίνεται η αφορμή, θα ήθελα να επισημάνω το εξής : στα χρόνια της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, οι τομές που έγιναν στη λειτουργία της Βουλής ήταν πρωτόγνωρες. Σε ένα κατεξοχήν πελατειακό περιβάλλον – με διοικητικές υπηρεσίες στελεχωμένες επί το πλείστον από μέλη οικογενειών, φίλους και «κομματάρχες» κορυφαίων εν ενεργεία βουλευτών της αντιπολίτευσης, από υπαλλήλους που είχαν μάθει με την προκήρυξη εκλογών να παίρνουν άδεια «από τη σημαία» και να λειτουργούν ως γραφεία προεκλογικής εξυπηρέτησης των βουλευτών που τους διόρισαν – σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον εφαρμόστηκαν, για πρώτη φορά, αξιοκρατικές διαδικασίες σε ό,τι αφορά τις κρίσεις και τις προαγωγές του προσωπικού, απέκτησε η Βουλή την εξωστρεφή δράση που οφείλει ως εκ του ρόλου της να έχει λειτουργώντας ως πόλος έλξης χιλιάδων επισκεπτών –μεταξύ αυτών χιλιάδες μαθητές σχολείων, έπαιξε – μέσω των δράσεων και του Ιδρύματος της Βουλής – τον ρόλο της ως θεματοφύλακα της ιστορικής μνήμης. Κάτι καθόλου εύκολο και αυτονόητο…
Κοιτάξτε, δεν συμμερίζομαι τις γενικεύσεις περί «παλαιών πρακτικών» και φαινομένων έπαρσης. Τα ελάχιστα υπαρκτά τέτοια κρούσματα είναι εξαιρέσεις που μεγεθύνθηκαν εσκεμμένα και σε καμιά περίπτωση δεν χαρακτηρίζουν τη κυβέρνηση. Εννοείται πως δεν δικαιολογούνται αλλά είναι πραγματικά εντελώς υποκριτικό να μας κουνούν το δάχτυλο όσοι είχαν και έχουν το πελατειακό σύστημα σάρκα από τη πολιτική τους σάρκα, όσοι είχαν αναγάγει σε επιστήμη το κομματικό ρουσφέτι και τον εναγκαλισμό του κράτους από ημέτερους.
Δεν το αναφέρω αυτό με καμία λογική συμψηφισμού: συμπτώματα αλαζονείας και ευνοιοκρατίας πρέπει να καταδικάζονται από όπου κι αν προέρχονται, όμως η αριθμητική της τρίτης δημοτικού μας έχει μάθει τη διαφορά ανάμεσα στον αριθμό δέκα και στον αριθμό ένα εκατομμύριο. Όσοι δεν ζουν στον μικρόκοσμο της τηλεοπτικής οθόνης, γνωρίζουν τις διαφορές μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και παλαιού δικομματισμού. Αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: 15 ημέρες πριν τις εκλογές του 2015, ο τότε Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης – και νυν πρόεδρος της ΝΔ – Κυριάκος Μητσοτάκης, όρισε τους νέους Γενικούς Διευθυντές, Διευθυντές και Τμηματάρχες σε όλο το δημόσιο τομέα, χωρίς έλεγχο από το ΑΣΕΠ, αλλά με διοικητική πράξη, χωρίς κρίσεις, χωρίς κριτήρια, χωρίς καμία απολύτως αξιοκρατική διαδικασία, με ένα «αποφασίζουμε και διατάζουμε». Όταν έγινε αυτό, αποσιωπήθηκε από σχεδόν όλον τον Τύπο και από όλα τα κανάλια, και όποτε το επαναλαμβάνουμε δεν αισθάνεται κανείς την ανάγκη να απολογηθεί ή να εξηγήσει. Μπορεί να συγκριθεί αυτό με τα ελάχιστα – οπωσδήποτε καταδικαστέα – παραδείγματα που ανακάλυψε ο αντιπολιτευόμενος Τύπος; Και επαναλαμβάνω, μακριά από μας κάθε λογική συμψηφισμού.
Μπορεί τα χέρια της κυβέρνησης να ήταν «δεμένα» μέχρι πριν από 10 μήνες, όταν και βγήκαμε ως χώρα από τα μνημόνια, θεωρείτε όμως πως έστω κι έτσι κατάφερε να πραγματοποιήσει κάποιους από τους στόχους της;
Ναι, πιστεύω πως πετύχαμε σημαντικά πράγματα: στο οικονομικό επίπεδο δημιουργήσαμε 380.000 νέες θέσεις εργασίας μέχρι τα τέλη του 2018, μειώνοντας την ανεργία κατά 8% και την ανεργία των νέων κατά 13%, επαναφέραμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και επεκτείναμε 15 κλαδικές συλλογικών συμβάσεις εργασίας με κάλυψη πάνω από 215.000 εργαζομένων, πετύχαμε μείωση της αδήλωτης εργασίας στο 9%, πετύχαμε την καταπολέμηση της παραβατικότητας στους χώρους εργασίας με νομοθετικές παρεμβάσεις και τη δράση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, πετύχαμε τον διπλασιασμό των άμεσων ξένων επενδύσεων στο 2% του ΑΕΠ από το 1% που ήταν την περίοδο 1995-2015, μειώσαμε τον ΕΝΦΙΑ κατά 10% μεσοσταθμικά και κατά 30% στις χαμηλές και μεσαίες περιουσίες, φέραμε τη ρύθμιση των 120 δόσεων, μειώσαμε τον ΦΠΑ σε ενέργεια, τρόφιμα και εστίαση, έχουμε ελεύθερη πρόσβαση όλων στη σύστημα υγείας, έχουμε δωρεάν οδοντιατρική φροντίδα για 800.000 παιδιά δημοτικού, χιλιάδες σχολικά γεύματα, προσλήψεις 4.500 εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής και πάρα πολλά ακόμα που δεν ήταν καθόλου αυτονόητα πριν 4 χρόνια όταν αντιμετωπίζαμε το ενδεχόμενο της εθνικής χρεοκοπίας. Όλα όσα προανέφερα και όλα τα υπόλοιπα που μπορεί ο καθένας να δει στον προγραμματικό απολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ, σε καμία περίπτωση δεν υπονοούν κάποια αφήγηση περί success story. Γνωρίζουμε ότι όλα αυτά ήταν υποχρέωση της Πολιτείας προς τους πολίτες και ότι έχουμε υποσχεθεί και πρέπει να γίνουν περισσότερα. Για αυτό ζητάμε την ψήφο των πολιτών. Για να συνεχίσουμε το έργο μας και να μην ξαναγυρίσουμε στις αποτυχημένες πολιτικές του παρελθόντος.
Το κόμμα σας κατηγορεί την Νέα Δημοκρατία πως «κρύβει το προεκλογικό της πρόγραμμα»; Ποια σημεία νομίζετε πως δεν είναι ξεκάθαρα στους πολίτες;
Το ότι η Νέα Δημοκρατία κρύβεται είναι φανερό από το ότι αποφεύγουν με κάθε τρόπο το debate που επανειλημμένα έχει ζητήσει ο πρωθυπουργός από τον κύριο Μητσοτάκη ώστε να μπορέσει ο πολίτης να ακούσει και να καταλάβει τις τεράστιες διαφορές ανάμεσα στα δυο κόμματα. Είναι πολλά που προσπαθούν να κρύψουν αλλά τους ξεφεύγουν κάποιες στιγμές. Θέλουν, για παράδειγμα, να ιδιωτικοποιήσουν την κοινωνική ασφάλιση διαλύοντας τις συντάξεις, να καταργήσουν τα προνοιακά επιδόματα που, σημειωτέον, υπάρχουν σε όλες τις δυτικό-ευρωπαϊκές χώρες, να επιτρέψουν τη επταήμερη εργασία, να καταργήσουν τις συλλογικές συμβάσεις, ο κατάλογος και πάλι, είναι μεγάλος. Το μόνο που δεν θα αγγίξουν, παρά την εθνοκάπηλη ρητορική τους είναι η συμφωνία των Πρεσπών αλλά και για αυτό επιχειρούν να θολώσουν τα νερά. Σχεδόν όλες οι κατακτήσεις της τελευταίας τετραετίας, σε οικονομικό επίπεδο, σε επίπεδο πολιτικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων, στην Παιδεία , στην Υγεία θα μπουν στο στόχαστρο.
Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει στο σύντομο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τις Ευρωεκλογές στις Εθνικές εκλογές να κλείσει την ψαλίδα με τη Νέα Δημοκρατία, μπορεί να τεθεί θέμα ηγεσίας;
Δεν θα υπάρξει κανένα θέμα ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Και να είστε σίγουροι πως η κάλπη κρύβει εκπλήξεις, παρά τα όσα λένε οι δημοσκόποι.
Είναι δεκάδες οι δημοσιογράφοι στα ψηφοδέλτια των κομμάτων ως υποψήφιοι. Ως πρώην δημοσιογράφος η ίδια το θεωρείτε πρόβλημα, απόδειξη της διαπλοκής όπως υποστηρίζουν κάποιοι ή φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, λόγω πολιτικής τριβής;
Δεν θεωρώ ότι είναι πρόβλημα η ύπαρξη δημοσιογράφων σε ψηφοδέλτια, όπως άλλωστε δεν είναι πρόβλημα η υπερεκπροσώπηση δικηγόρων ή γιατρών. Το πρόβλημα υπάρχει όταν ασκείς τη δημοσιογραφία έχοντας στο μυαλό σου ότι σε μια βδομάδα θα είσαι υποψήφιος με συγκεκριμένο κόμμα. Γιατί τότε δεν ασκείς το δημοσιογραφικό επάγγελμα με την απαραίτητη αντικειμενικότητα που απαιτείται. Νομίζω πως πρέπει να υπάρξει αυστηρότερη ρύθμιση για το πόσο νωρίτερα από τις εκλογές πρέπει να παραιτείται κάποιος από την τηλεοπτική τουλάχιστον δημοσιογραφία. Από εκεί και πέρα ο κόσμος έχει κριτήριο και πρέπει να το χρησιμοποιεί όχι μόνο επιλέγοντας ένα γνωστό πρόσωπο, αλλά αναλογιζόμενος και τη διαδρομή αυτού του προσώπου. Αυτό βεβαίως ισχύει για κάθε επάγγελμα, όχι μόνο για τους δημοσιογράφους.
Η δημοσιογραφία στην περίοδο της κρίσης έπαιξε σε γενικές γραμμές το ρόλο που έπρεπε ή θεωρείτε ότι η ενημέρωση του κόσμου ήταν ελλιπής ή ακόμη και κατευθυνόμενη σε πολλές περιπτώσεις;
Είναι δυστυχώς προφανές πως η δημοσιογραφία εδώ και καιρό έχει χάσει την αξιοπιστία της στα μάτια και τα αυτιά των πολιτών. Είναι αδικαιολόγητη αυτή η δυσπιστία; Δεν το νομίζω. Ήμουν στο επάγγελμα 25 χρόνια και έχω δει πολλά. Ποτέ δεν υπήρξε η εντελώς αδέσμευτη δημοσιογραφία, πλην φωτεινών εξαιρέσεων, όμως παλαιότερα τηρούνταν κάποιοι στοιχειώδεις κανόνες, δεν ξεπερνιόντουσαν κάποια όρια και οι πληρωμένες πένες που έγραφαν κατ’ εντολή, χωρίς ενδοιασμούς, αντιμετωπίζονταν με περιφρόνηση από το συνάφι και συνήθως είχαν μικρή διάρκεια ζωής. Όλα αυτά έχουν αλλάξει πια προς το χειρότερο και δεν φταίνε μόνο οι δημοσιογράφοι αλλά και το κοινό, που για χρόνια «εκπαιδεύθηκε» και έγινε όλο και περισσότερο επιρρεπές στο εντυπωσιακό, στην υπερβολή, στην τερατολογία, στη συκοφαντία, στη λογική της κλειδαρότρυπας. Ο τρόπος που λειτουργούμε, που σερφάρουμε στα κοινωνικά δίκτυα και στο διαδίκτυο, έχουν πολύ μεγάλο μερίδιο ευθύνης για τις εξελίξεις στο δημοσιογραφικό επάγγελμα.
Με δεδομένη την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές και την παραδοχή των λαθών, τι έχει αλλάξει στη στόχευση, στο πρόγραμμα, στην επικοινωνία ενόψει των Βουλευτικών εκλογών;
Έχουμε κάνει μια μεγάλη προσπάθεια να βγούμε στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, στους χώρους συνάθροισης, προκειμένου να εξηγήσουμε το τι πρεσβεύουμε, ποιες είναι οι δικές μας αξίες, το δικό μας σχέδιο, καθώς και για να επικοινωνήσουμε τα όσα έχουμε πετύχει, και που τα περισσότερα δεν είναι δυστυχώς γνωστά. Κυρίως προσπαθούμε να απευθυνθούμε σε όσους δεν πήγαν να ψηφίσουν, στα μεσαία στρώματα και στη νεολαία, προσπαθώντας να τους επισημάνουμε πως στις 7 Ιουλίου η απόφασή τους είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη
Ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει σε όλους τους τόνους ότι η ψήφος στη Νέα Δημοκρατία θα φέρει τη χώρα πίσω σε εποχές λιτότητας. Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σας, σε περίπτωση που στις 8 Ιουλίου υπάρχει αυτοδύναμη Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας;
Είναι πολλά που με φοβίζουν στο ενδεχόμενο νίκης της Νέας Δημοκρατίας: η επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων, η διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης, το πισωγύρισμα στις δημοκρατικές κατακτήσεις. Δεν ξέρω τι από όλα αυτά θα αποδειχθεί χειρότερο.
Όμως επιτρέψτε μου να επιμένω ότι η μόνη μάχη που χάνεται, είναι αυτή που δεν δίνεται.
Σε περίπτωση που η διαφορά στις δημοσκοπήσεις παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και τις επόμενες μέρες, θα θέσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως στόχο του το να μην είναι αυτοδύναμη η Νέα Δημοκρατία;
Μικρή σημασία έχει αν τελικά θα είναι αυτοδύναμη η Νέα Δημοκρατία. Το ΚΙΝΑΛ έχει καταστήσει σαφές σε όλους τους τόνους πως είναι έτοιμο να συνεργαστεί μαζί της. Τολμώ, μάλιστα, να πω πως αυτή είναι η πιο βαθιά του ονείρωξη. Φαίνεται πως η συμμαχία ΝΔ-ΚΙΝΑΛ-επιχειρηματικών κύκλων, είναι πολύ ισχυρή και καθόλου συγκυριακή.
Δυστυχώς τα βήματα προς τα αριστερά, πολύ δειλά βήματα, αλλά βήματα της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη, εξακολουθούν να μην αφορούν την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ. Είναι πολύ θλιβερό το ότι από τις 10 λέξεις της κυρίας Γεννηματά, οι 9 στοχοποιούν τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η προηγούμενη τετραετία ήταν ομολογουμένως δύσκολη για τη χώρα και για την Κυβέρνηση. Προφανώς δεν έγιναν όλα άψογα, ούτε κι όλα λάθος. Αρκετοί είναι αυτοί που κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ για έλλειψη αυτοκριτικής και γι αυτό θέλουμε από εσάς να μας πείτε ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σας έρχεται στο μυαλό και θα θέλατε να το είχε χειριστεί διαφορετικά η Κυβέρνηση.
Έπρεπε να είχαμε οικοδομήσει πιο στενές σχέσεις με τον μοναδικό μας φυσικό σύμμαχο: τον λαό. Αφοσιωθήκαμε στην αντιμετώπιση των ξένων εκβιασμών και στην απόκρουση των επιθέσεων της εγχώριας, βαθιά ριζωμένης διαπλοκής, και δεν δώσαμε αρκετή προσοχή στην ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα, δεν εξηγήσαμε με απλά λόγια και δεν καλέσαμε έγκαιρα σε συστράτευση. Δεν είναι αυτή η μοναδική απάντηση στο ερώτημά σας, αλλά είναι μια βασική απάντηση.
Πηγή: Reader