Macro

Κωστής Γιούργος: Φτηνό αέριο, ακριβές επιλογές

Νωρίς το πρωί της Τετάρτης 1 Ιανουαρίου, ανήμερα Πρωτοχρονιά, ώρα Ελλάδας επτά, οι εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω Ουκρανίας έπαψαν οριστικά, μετά την εκπνοή, την προηγουμένη, της σχετικής συμφωνίας πενταετούς διάρκειας και την απόφαση του Κιέβου να μην επιδιώξει την επαναδιαπραγμάτευση με τον προμηθευτή, τη ρωσική εταιρεία Gazprom.
 
«Μία από τις μεγαλύτερες ήττες της Μόσχας», χαρακτήρισε την εξέλιξη ο ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, καλώντας, ταυτόχρονα, τις ΗΠΑ να προμηθεύσουν περισσότερο φυσικό αέριο στην Ευρώπη.
 
Έχει σημασία το τελευταίο αυτό. Διαβασμένο αντίστροφα, συνιστά προτροπή στην ΕΕ να «καλύψει το τεράστιο εμπορικό έλλειμμά τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες αγοράζοντας σε μεγάλη κλίμακα αμερικανικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο» επί ποινή επιβολής δυσβάστακτων δασμών στις εξαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων στις ΗΠΑ, όπως είχε απειλήσει παραμονές Χριστουγέννων ο Τραμπ.
 
Όπως δεν στερείται σημασίας η απροθυμία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να διεκδικήσει την ανανέωση της ρωσο-ουκρανικής συμφωνίας και το γεγονός ότι εκπρόσωπός της διαβεβαίωσε την ίδια μέρα ότι η διακοπή ήταν αναμενόμενη και πως η ευρωπαϊκή υποδομή αερίου μπορεί να εγγυηθεί στην Κεντρική Ευρώπη φυσικό αέριο διαφορετικής προέλευσης. Οι ελλείψεις, διαβεβαίωσε, μπορούν εύκολα να καλυφθούν από υγροποιημένο φυσικό αέριο, «δείχνοντας» το αμερικανικό LNG.
 
Είχαν εξάλλου προηγηθεί οι επανειλημμένες διαβεβαιώσεις της επικεφαλής της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στο πρόσφατο παρελθόν, ότι οι εισαγωγές LNG από τις ΗΠΑ μπορούν κάλλιστα να αντικαταστήσουν το ρωσικό φυσικό αέριο.
 
Ευρωπαίοι αναλυτές εκτιμούν ότι δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος ενεργειακής κρίσης ή έλλειψης στην Ευρώπη, ούτε άμεσες επιπτώσεις στον καταναλωτή, που όμως έχει κάθε λόγο να δυσπιστεί, έχοντας ήδη πληρώσει ακριβά τον ουκρανικό πόλεμο.
 
Αυτή τη φορά το κόστος θα εισπράξουν πρώτες οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Η Ουγγαρία και η Σλοβακία θα βρεθούν σύντομα σε δύσκολη θέση. Η εναλλακτική οδός που διαθέτουν, προμηθευόμενες ρωσικό φυσικό αέριο μέσω του αγωγού TurkStream στον Εύξεινο Πόντο, δεν επαρκεί για να ισοφαριστεί η απώλεια της ουκρανικής οδού, που κάλυπτε το 65% των αναγκών τους το 2023.
 
Ο πρόεδρος της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, διερευνά τις πιθανότητες αγοράς του ρωσικού αερίου απευθείας στην πηγή, ώστε όταν αυτό θα εισέρχεται στην ουκρανική επικράτεια να μην είναι ρωσικό, αλλά ουγγρικό.
 
Ο σλοβάκος πρωθυπουργός, Ρόμπερτ Φίτσο, εγκαλεί το Κίεβο, απειλώντας με διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος έκτακτης ανάγκης στην Ουκρανία, η οποία θα έχανε έτσι περίπου το 19% της ηλεκτρικής ενέργειας που εισάγει για την κάλυψη των σταθερών αναγκών της.
 
Σε ανάρτησή του στο X, ο Ζελένσκι κατηγόρησε τον Φίκο ότι είναι εντολοδόχος της Ρωσίας και κατήγγειλε τη Μόσχα για «κυνικό ενεργειακό εκβιασμό», μολονότι ήταν η δική του κυβέρνηση που απαξίωσε να επαναδιαπραγματευθεί, με αποτέλεσμα η Ουκρανία να χάνει τα σχεδόν 1 δισεκατομμύριο δολάρια που εισέπραττε ετησίως από τη Ρωσία για τα δικαιώματα διέλευσης.
 
Αν υπάρχει μεγάλος χαμένος, αυτός δεν είναι η Gazprom, παρά τα σχεδόν 5 δισ. δολάρια που υπολογίζεται να χάνει κάθε χρόνο.
 
Πολύ επαχθέστερες θα είναι οι ζημίες για την Ευρώπη. Η απώλεια του φτηνού ρωσικού φυσικού αερίου από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία έχει ήδη προκαλέσει σημαντική οικονομική επιβράδυνση, έξαρση του πληθωρισμού και επιδείνωση του κόστους ζωής.
 
Το 2022 η τιμή της ενέργειας ανέβηκε αισθητά –κατά περιόδους ακόμη και είκοσι φορές, σύμφωνα με εκτιμητές υπεράνω υποψίας. Έκτοτε οι τιμές έχουν υποχωρήσει, ωστόσο παραμένουν υψηλές, με ό,τι αυτό σημαίνει για τις μεγάλες, ενεργοβόρες βιομηχανίες της Ευρώπης, που δυσκολεύονται να παραμείνουν ανταγωνιστικές, αλλά και για τις ευρωπαϊκές οικογένειες, το 11% των οποίων αδυνατούσε, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να θερμάνει επαρκώς το σπίτι του το 2023, χωρίς ενδείξεις βελτίωσης έκτοτε.
 
Στη χώρα μας, όπου το 50% και πλέον της ηλεκτροπαραγωγής προέκυψε το 2024 κυρίως από μονάδες φυσικού αερίου, μια πιθανή ανατίμηση θα συμπαρασύρει τις ήδη υψηλές τιμές του ρεύματος, παρά την υποκατάσταση του ρωσικού αερίου από αμερικανικό LNG.
 
Μια νέα ενεργειακή κρίση εκτιμάται ότι θα κοστίσει στους ευρωπαίους καταναλωτές 40 έως και 50 δισ. ευρώ, καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου παρουσιάζουν ανοδικές τάσεις μετά τη διακοπή διέλευσης του ρωσικού αερίου από την Ουκρανία.
 
Η κατάσταση στα αποθέματα δεν επιτρέπει αισιοδοξία όσον αφορά τη συγκράτηση των τιμών. Σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, το σύστημα αποθήκευσης αερίου της ΕΕ βρίσκεται στο 69% της πληρότητάς του, έξι εκατοστιαίες μονάδες από το 75% μόλις ένα μήνα πριν. Μια ανησυχητικά καθοδική τροχιά, όπου οι ευρωπαϊκές εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου, που τον Δεκέμβριο του 2023 είχαν πληρότητα 95%, τον Ιανουάριο του 2024 είχαν πέσει στο 84%.
 
Εν όψει ενός δύσκολου χειμώνα για την Ευρώπη, η μόνη προσφυγή για την κάλυψη του ελλείμματος είναι το πολύ πιο ακριβό αμερικανικό LNG, που, επιπλέον, δεν επαρκεί για να ανταποκριθεί στις ανάγκες όλων νωρίτερα από δύο χρόνια, όσα δηλαδή χρειάζονται οι ΗΠΑ για να αυξήσουν τις εξαγωγικές δυνατότητές τους.
 
Εν ολίγοις, με το κλείσιμο από την Ουκρανία της τελευταίας μεγάλης εξαγωγικής οδού της Ρωσίας στην Ευρώπη τελειώνει άδοξα μια εξίσωση που διάρκεσε δεκαετίες: Ευρωπαϊκή ευημερία = φτηνό ρωσικό αέριο.
 
Τελευταία καταφυγή το πετρέλαιο. Παρά τις κυρώσεις, η Ρωσία εξακολουθεί να εξάγει πετρέλαιο με τα δεξαμενόπλοια του «σκιώδους στόλου» της, που με σημαίες ευκαιρίες παρακάμπτουν τις απαγορεύσεις και διακινούν το ρωσικό πετρέλαιο μετασταθμεύοντας σε ενδιάμεσες χώρες.
 
Η απάντηση θα είναι, όπως εικάζεται, μια τελευταία κίνηση του Τζο Μπάιντεν πριν αποχωρήσει, μια κίνηση υψηλού κόστους για την ΕΕ; Ένα πακέτο, δηλαδή, κυρώσεων με στόχο τις πετρελαϊκές εξαγωγές της Ρωσίας, ξεκινώντας από τον «στόλο φάντασμα», που μέχρι στιγμής είναι στο απυρόβλητο, καθώς μεγάλο μέρος του πετρελαίου που διακινεί υπηρετεί τις εναέριες και οδικές συγκοινωνίες της Ευρώπης.
 
Κωστής Γιούργος