Συνεντεύξεις

Συνέντευξη με τον πολιτικό επιστήμονα Μιχάλη Βακαλούλη

Τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός

Μετά από τέσσερις μήνες οι απεργίες και οι διαδηλώσεις συνεχίζονται στη Γαλλία. Έχουν ως στόχο μόνο την απόσυρση του νόμου της υπουργού Ελ Κομρί ή εκφράζουν μια βαθύτερη συσσωρευμένη δυσαρέσκεια;
Η πρόσφατη γαλλική εμπειρία μας δείχνει ότι κάθε κοινωνικό κίνημα που στοχεύει στην απονομοθέτηση μέτρων και ρυθμίσεων συνιστά μια συντονισμένη προσπάθεια απονομιμοποίησης των πολιτικών δομών και φορέων άσκησης της διακυβέρνησης. Το κύμα αντίστασης ενάντια στο επίμαχο νομοσχέδιο για τα εργασιακά αποτελεί όχι μόνο μια άρνηση συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων που μειώνουν τη νομική προστασία και τα συλλογικά δικαιώματα των μισθωτών, αλλά ταυτόχρονα συμπυκνώνει μια γενικευμένη κοινωνική διαμαρτυρία ενάντια στις πολιτικές κατευθύνσεις της σοσιαλιστικής κυβέρνησης που βρίσκονται στον αντίποδα των προεκλογικών εξαγγελιών και δεσμεύσεων του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ.
Ένα χρόνο πριν την προεδρική εκλογή του 2017, ο απολογισμός της σοσιαλιστικής διακυβέρνησης είναι καταστροφικός, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τη σημαντική άνοδο της ανεργίας και της προσωρινής απασχόλησης και τη φτωχοποίηση μιας μεγάλης μερίδας των λαϊκών στρωμάτων. Εδώ έγκειται το βασικό διακύβευμα για τη γαλλική κοινωνία και προσωπικά για τον Φρανσουά Ολάντ που έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται να διεκδικήσει την επανεκλογή του αν δεν καταφέρει να μειώσει την ανεργία. Γνωρίζει καλά πως οι πολίτες θα είναι αδυσώπητοι απέναντί του.

Αβάσιμα επιχειρήματα

Ποιος είναι ο πυρήνας της λογικής των μέτρων, πού εντάσσονται και ποιος είναι ο απώτερος στόχο τους;
Τα μέτρα εντάσσονται σε μια λογική διαμόρφωσης πιο ευλύγιστων σχέσεων εργασίας για να ευνοηθεί, υποτίθεται, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Η ρητορική της πολιτικής εξουσίας και των υποστηρικτών της μεταρρύθμισης εδράζεται σε τρία επιχειρήματα. Πρώτον, αφήνεται να εννοηθεί ότι ο κοινωνικός διάλογος ανάμεσα σε εκπροσώπους των εργαζόμενων και των εργοδοτών δυσλειτουργεί και έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η πολιτική παρέμβαση στοχεύει την επανεκκίνηση του διαλόγου διαμορφώνοντας νέους συσχετισμούς στο επιχειρησιακό πεδίο για την σύναψη συλλογικών συμβάσεων. Δεύτερον, γίνεται προσπάθεια να εμπεδωθεί η άποψη ότι οι διαπραγματεύσεις που διεξάγονται στη πιο χαμηλή βαθμίδα επαγγελματικής εκπροσώπησης δίνουν μεγάλη ισχύ και προοπτική στους εργαζόμενους. Τρίτον, καλλιεργείται η ιδεολογική πεποίθηση ότι η ελευθερία κινήσεων των εργοδοτών που επιζητούν τη ρευστοποίηση της χρήσης της εργατικής δύναμης σύμφωνα με τις ανάγκες της κεφαλαιακής συσσώρευσης θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας.
Πρόκειται φυσικά για αβάσιμα επιχειρήματα. Αν η ανεργία αυξήθηκε στη Γαλλία κατά ενάμιση εκατομμύριο από το 2008 μέχρι σήμερα, αυτό δεν οφείλεται στο ότι ο Εργατικός Κώδικας έγινε ξαφνικά πιο άκαμπτος. Οι αιτίες της κρίσης δεν εντοπίζονται στο καταχρηστικό χαρακτήρα των κοινωνικών δικαιωμάτων αλλά στην υπερβολική λιτότητα και τα περιοριστικά κριτήρια δημοσιονομικής διαχείρισης που βυθίζουν την ευρωζώνη σε μια ατέρμονη υφεσιακή δίνη. Και είναι σίγουρα μια αυταπάτη να θεωρεί κανείς πως μια αποκεντρωμένη διαπραγμάτευση θα οδηγούσε στη ανάκαμψη της διαπραγματευτικής θέσης των εργαζομένων όταν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι σχεδόν απούσες στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της γαλλικής οικονομίας.
Η αλήθεια για το κοινωνικό περιεχόμενο της νέας εργατικής νομοθεσίας είναι πολύ διαφορετική. Ξεκινώντας από μια λανθασμένη διάγνωση, η κυβέρνηση του Μανουέλ Βαλς πασχίζει να δαμάσει τις κοινωνικές εντάσεις και αντιστάσεις που απειλούν να μπλοκάρουν τη χώρα, θέλοντας να μας κάνει να πιστέψουμε ότι πρόκειται για το αναπόφευκτο τίμημα της μεταρρυθμιστικής της αξιοπιστίας. Τη στιγμή που αρνείται το διάλογο και το συμβιβασμό, υψώνει τη σημαία της πάλης ενάντια στο συντηρητισμό και την αδράνεια των κοινωνικών παικτών που «εμποδίζουν » την ανάκαμψη της οικονομίας σε στερεές βάσεις.

Η πολιτική αντιπαράθεση επικεντρώθηκε γύρω από το άρθρο 2 του Νόμου Εργασία. Σε τι ακριβώς παραπέμπει;
Το θέμα είναι περίπλοκο και δεν προσφέρεται για απλές απαντήσεις, το δεδομένο άρθρο αριθμεί δεκάδες σελίδες. Η φιλοσοφία του όμως έχει ως στόχο να ξεπεραστεί η «αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης» που ήταν στην καρδιά της ιστορικής κατασκευής του εργατικού δικαίου στη Γαλλία. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, η συμφωνία στο πλαίσιο της επιχείρησης πρέπει να είναι πιο ευνοϊκή από αυτή που προβλέπεται στην κλαδική συλλογική σύμβαση, η οποία, με τη σειρά της, δεν μπορεί να είναι λιγότερο ευνοϊκή από τον Εργατικό Κώδικα. Το άρθρο 2 όχι μόνο αντιστρέφει την ιεραρχία των κανόνων δικαίου οικοδομώντας ένα συμβατικό πλαίσιο που ισχύει μόνο για το επίπεδο της επιχείρησης, αλλά ταυτόχρονα μεταλλάσσει τη λογική του εργατικού δικαίου που εμφανίζεται να πριμοδοτεί την υπεράσπιση της επιχείρησης παρά την προστασία των εργαζομένων.

Επίμονη και επίπονη αντιπαράθεση

Οι κινητοποιήσεις αγκάλιασαν ευρύτερα στρώματα εργαζομένων και νέων, όμως η CGT διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στο απεργιακό κίνημα.
Η κοινωνική σύγκρουση έχει μια σειρά από ιδιόμορφα κινηματικά και κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά. Πρόκειται για μία επίμονη και επίπονη αντιπαράθεση με την πολιτική εξουσία και τα ταξικά και θεσμικά της στηρίγματα που δεν παίρνει τη μορφή μετωπικής ρήξης, αλλά αλυσιδωτών εκρήξεων που δεν αποκλιμακώνονται χωρίς να περάσουν τη σκυτάλη στον επόμενο συγκρουσιακό πόλο. Η χρονικότητα του κινήματος είναι επίσης διαφορετική από παλιότερα κινήματα ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές (συμβόλαιο προσωρινής απασχόλησης, μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού ή του ασφαλιστικού) που είχαν μια σταθερά ανοδική πορεία στη μαζικοποίηση και στη απήχηση τους στην κοινή γνώμη.
Η καταστατική πράξη γέννησης του κινήματος είναι η συλλογή υπογραφών στο διαδίκτυο ενάντια στο νόμο Ελ Κομρί που ταχύτατα ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο. Ο αναβρασμός και η κοινωνική οργή πυροδοτούν διαδηλώσεις σε ολόκληρη την επικράτεια με ισχυρή συμμετοχή των μαθητών και των φοιτητών. Η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι το νομοσχέδιο δεν έχει λαϊκό έρεισμα αλλά δεν υπαναχωρεί. Αντίθετα, ωραιοποιεί το προσχέδιο, κινδυνολογεί, ελίσσεται και επιχειρεί με δευτερεύουσες τροποποιήσεις να διασπάσει το συνδικαλιστικό μέτωπο. Η εμφάνιση του κινήματος «Νύχτα Ορθίων», βέβαια περιορισμένης εμβέλειας και προοπτικής, δίνει μια άλλη διάσταση στη κοινωνική σύγκρουση. Διάσταση όχι απλά αντικυβερνητική, αλλά κυρίως, αντισυστημική. Ένα ψέλλισμα μιας εναλλακτικής αναζήτησης που δυσκολεύεται να μορφοποιηθεί και να μετατραπεί σε αυθεντικό κίνημα αυτενεργών πολιτών.
Η ψήφιση του νομοσχεδίου στην εθνοσυνέλευση χωρίς συζήτηση χάρη στο άρθρο 49-3 του συντάγματος, που ερμηνεύεται σαν ένα κοινοβουλευτικό « πραξικόπημα», καταδεικνύει πως η κυβέρνηση δεν διαθέτει ούτε κοινωνική ούτε πολιτική πλειοψηφία για τη επικύρωση του αμφιλεγόμενου νομοσχεδίου. Η σύγκρουση βαθαίνει και οξύνεται στην διατομή της αντεργατικής μεταρρύθμισης και της αυταρχικής διακυβέρνησης. Η πολυσχιδής κινηματική δράση, το μπλοκάρισμα νευραλγικών τομέων της οικονομίας όπως οι μεταφορές, η ενέργεια ή οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, η αντίσταση στην καταστολή πολλών απεργιακών κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων βάζουν στη πρώτη γραμμή το ρόλο της CGT και ενισχύουν την νομιμοποίηση της ως υπερασπιστή των συμφερόντων των εργαζομένων.

Οι αντίπαλοί της όμως επικαλούνται το χαμηλό ποσοστό συνδικαλιστικής ένταξης στη Γαλλία, και συνεπώς, τη μη αντιπροσωπευτικότητά της.
Η κρίση συνδικαλιστικής ένταξης δεν χαρακτηρίζει μόνο τη Γαλλία (8 %) αλλά τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Ακόμα και στη Γερμανία που προβάλλεται ως αντιπρότυπο στο συγκρουσιακό χαρακτήρα των γαλλικών εργασιακών σχέσεων, το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνά το 18%. Όμως, το ποσοστό συνδικαλισμού δεν αντικατοπτρίζει γραμμικά την υποστήριξη των εργαζομένων στα συνδικάτα. Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη δύο ακόμα μεταβλητές, η συμμετοχή των μισθωτών στις επαγγελματικές εκλογές, που είναι πολύ υψηλή στη Γαλλία, και η εμπιστοσύνη που εκφράζουν οι εργαζόμενοι στα συνδικάτα ως φορείς υπεράσπισης των συμφερόντων τους. Η κινηματική δύναμη των γαλλικών συνδικάτων βρίσκεται στη επιτυχή συνάρθρωση αυτών των τριών παραμέτρων.

Η ιστορία συνεχίζεται

Τελικά, αυτός ο αγώνας διαρκείας μπορεί να έχει επίδραση στα πολιτικά πράγματα της Γαλλίας; Ειδικότερα στον χώρο της Αριστεράς μπορεί να ωθήσει σε διεργασίες που θα καταλήξουν σε εναλλακτική πρόταση από τα αριστερά;
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν προβλέψεις με τα σύνεργα της πολιτικής επιστήμης, έστω και στην κριτική της εκδοχή. Εκείνο που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι οι πρόσφατες κινητοποιήσεις δείχνουν ότι οι κυρίαρχες πολιτικές εργασιακής απορρύθμισης συναντούν σθεναρές αντιστάσεις και συγκρουσιακές διαθέσεις από μεγάλες τμήματα της κοινωνίας και της νεολαίας. Όποια κι αν είναι η έκβαση της αντιπαράθεσης, οι δυνατότητες κινηματικής ανασυγκρότησης και ανάκαμψης είναι εγγενείς στη σημερινή συγκυρία. Το κίνημα αποσταθεροποίησε την κυβέρνηση, αποδυνάμωσε την προεδρική εξουσία, δίχασε το σοσιαλιστικό κόμμα. Και ταυτόχρονα έβγαλε προσωρινά από το προσκήνιο το Εθνικό Μέτωπο που κρατάει χαμηλό προφίλ. Η δεξιά, εν μέσω εσωκομματικών ανταγωνισμών για την εξασφάλιση του χρίσματος ενόψει της επικείμενης προεδρικής εκλογής, υπερθεματίζει σε αντεργατικές εξαγγελίες καταγγέλλοντας την κυβέρνηση για έλλειψη ικανότητας επιβολής της τάξης.
Όσο για την ριζοσπαστική αριστερά, σε όλο το ταυτοποιημένο της φάσμα, παραμένει πολιτικά καθηλωμένη, οργανωτικά θρυμματισμένη, ιδεολογικά αποπροσανατολισμένη αν όχι αποτεφρωμένη. Παρ’ όλη τη θεαματική συμπύκνωση του πολιτικού χρόνου στη Γαλλία, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει άμεσα μια εναλλακτική δυναμική από τα αριστερά με όρους πολιτικής ηγεμονίας. Η ιστορία όμως συνεχίζεται…

Ο Μιχάλης Βακαλούλης διδάσκει πολιτική θεωρία, μεθοδολογία και κοινωνιολογία της συλλογικής δράσης στο Πανεπιστήμιο Paris VIII.

Πηγή: Εποχή