Χωρίς κατηγορία

Η λεπτή, κόκκινη γραμμή των γαλλικών προεδρικών εκλογών

Η Γαλλία υπήρξε πάντα το κέντρο των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων στην Ευρώπη. Έχοντας οικοδομήσει ένα βαθύ κοινωνικό κράτος πάνω στις ανθρωποκεντρικές αξίες της Γαλλικής Επανάστασης, αποτελούσε τη μητρόπολη της αστικής δημοκρατίας. Το τρίπτυχο «Ελευθερία- Ισότητα-Αδελφότητα» και ο αγώνας κατά της –πάσης μορφής– τυραννίας ήταν ο άξονας γύρω από τον οποίο οικοδομούνταν ο οικονομικός και κοινωνικός σχεδιασμός της χώρας από την Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία. Τυπικά αυτός ο άξονας εξακολουθεί να είναι η βάση αυτού του οικοδομήματος μέχρι και σήμερα.

Και είναι όντως τυπική η επίκληση αυτών των πυλώνων όταν η ατζέντα της Μαρίν Λε Πεν τη φέρνει ένα βήμα πριν τη Γαλλική Προεδρία.

Το Ακροδεξιό Κόμμα της, η ίδια η Μαρίν Λε Πεν κατόρθωσε με πολύ έξυπνες πολιτικές κινήσεις, με χρήση της σωστής σημειολογίας, με την άμβλυνση των σημείων εκείνων που αποκάλυπταν το πραγματικό της πρόσωπο, να το παρουσιάσει ως ένα πιο μετριοπαθές λαϊκοδεξιό πολιτικό κόμμα. Το Εθνικό Μέτωπο, λοιπόν, εκμεταλλεύτηκε την αυξανόμενη ξενοφοβία που προκάλεσαν τα τρομοκρατικά χτυπήματα που έπληξαν το Παρίσι (Ιανουάριος και Νοέμβριος 2015), αλλά και τη Νίκαια, την Επέτειο της Άλωσης της Βαστίλης (14 Ιουλίου) το 2016. Η ολοένα αυξανόμενη ανεργία, η «επιβολή της γερμανικής κυριαρχίας στην Ε.Ε», ο «ακραίος νεοφιλελευθερισμός», τα «ορθάνοιχτα σύνορα και ο μηδενικός έλεγχος που ασκείται σε αυτά, με αποτέλεσμα η Γαλλία και οι πολίτες της να κινδυνεύουν από συχνά τρομοκρατικά χτυπήματα» είναι οι βασικοί άξονες πολιτικής της. Η Λε Πεν, υιοθετώντας ένα λαϊκό και ταυτόχρονα μητρικό πρόσωπο (μεταξύ των οποίων καταφέρνει να ισορροπεί με πολύ μεγάλη επιτυχία) έρχεται για να προτείνει ουσιαστικά ένα «προστατευτικό» μοντέλο διακυβέρνησης, με όλες τις επικίνδυνες προεκτάσεις που αυτό έχει.

Το αντίπαλο δέος στην εκλογική αναμέτρηση της ερχόμενης Κυριακής, ο ανεξάρτητος –πλέον– υποψήφιος Εμμανουέλ Μακρόν διατηρεί μια καθαρά φιλελεύθερη πολιτική ατζέντα, έχοντας ταυτόχρονα και τις ευλογίες του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Το νεαρό της ηλικίας του, αλλά και η «ήρεμη» (όμως πάρα πολύ καλά διαβασμένη) παρουσία του, κατάφερε να πείσει μια πολύ μεγάλη μερίδα των Γάλλων για την ικανότητά του για την Προεδρία της Γαλλίας. Σε αντίθεση με τη Μαρίν Λε Πεν και τον Φρανσουά Φιγιόν, δεν είχε και δεν έχει κάποιο επίσημο κομματικό μηχανισμό στήριξης. Κι αυτό ίσως να είναι το πιο ουσιαστικό μήνυμα που στέλνουν στην υπόλοιπη Ευρώπη οι γαλλικές κάλπες: οι εκλογικές αναμετρήσεις πλέον είναι προσωποκεντρικές και η επιλογή αρχίζει να ανεξαρτητοποιείται από το επίπεδο προσκόλλησης ή και ανάμιξης σε πολιτικά κόμματα. Το στοίχημα του Μακρόν ήταν να συσπειρώσει ψηφοφόρους του δημοκρατικού τόξου – και με συνεχείς επικλήσεις στη λογική, την αυθεντία και τη γνώση του στα οικονομικά ζητήματα, το κατάφερε. Μάλιστα, στο ντιμπέιτ της Τετάρτης 3 Μαΐου, παρέμεινε ψύχραιμος απέναντι στο συχνά επιθετικό ύφος της Λε Πεν, απέδειξε πόσο καταρτισμένος είναι, με ένα πακέτο προτάσεων και λύσεων που είναι πιθανότατα πιο (εύκολα) υλοποιήσιμες από αυτές της Λε Πεν. Ταυτόχρονα, πρόσθεσε στην ατζέντα του κάποια φιλολαϊκά τσιτάτα, για τον προφανή λόγο συσπείρωσης αριστερών ψηφοφόρων.

Ούτως ή άλλως ο Μακρόν  έχει μεγάλη ανάγκη να διατηρήσει την αριστερή ψήφο για να φτάσει στην Προεδρία της Γαλλίας. Αν κι έχει λάβει ήδη τη στήριξη των «δημοκρατικών δυνάμεων», υπάρχουν κάποιες ομάδες ψηφοφόρων που, όπως συμβαίνει πάντα, ανήκουν στη λεγόμενη «γκρίζα μάζα».Υπάρχουν, όμως και αυτοί που έχουν δηλώσει πριν κι από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών την πρόθεση ψήφου τους στον δεύτερο.

Έτσι, βάσει των ερευνών που διεξήχθησαν από το Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού (Institute d’études politiques de Paris- Sciences Po), Λε Πεν στον δεύτερο γύρο προτίθεται να στηρίξει:

  • Το 33% των ψηφοφόρων του Φιγιόν
  • Το 46% των ψηφοφόρων του Ντυπόν- Ενιάν
  • Το 9% των ψηφοφόρων του Μελανσόν
  • Το 4% των ψηφοφόρων του Αμόν

Τα ποσοστά αυτά αφορούν την περίπτωση που θα επικρατούσε το δίπολο Μακρόν-Λε Πεν – όπως κι έγινε.

Ένα άλλο σενάριο του οποίου οι απαντήσεις είχαν ενδιαφέρον ήταν αυτό του διπόλου Μελανσόν-Λε Πεν για τον δεύτερο γύρο. Σε αυτό, θα στήριζε Λε Πεν:

  • Το 38% των ψηφοφόρωντου Φιγιόν
  • Το 51% των ψηφοφόρων του Ντυπόν- Ενιάν
  • Το 7% των ψηφοφόρων του Μακρόν
  • Το 1% των ψηφοφόρων του Αμόν

Είναι προφανές ότι η Λε Πεν θα αντλήσει ψηφοφόρους κυρίως από τον Φιγιόν και τον Ντυπόν- Ενιάν.

Χαρακτηριστικό εύρημα της έρευνας είναι και ότι για τους ψηφοφόρους η Λε Πεν χαρακτηρίστηκε περισσότερο αριστερή και λιγότερο δεξιά από τον Φιγιόν. Αν και η διαφορά είναι μικρή, παραμένει αξιοσημείωτη για τους εξής λόγους:

  1. Αποδεικνύει την αποτυχία του Φιγιόν να μεταδώσει με επιτυχία τα μηνύματα και τα βασικά σημεία του προγράμματός του, δίνοντας μια αρκετά ελιτίστικη εικόνα.
  2. Μαρτυρά την έξυπνη κίνηση της Λε Πεν να «αποσιωπήσει» προεκλογικά τα όποια αντιλαϊκά μέτρα περιλαμβάνει στην ατζέντα της.
  3. Το σκάνδαλο Φιγιόν από το Φεβρουάριο του 2017 κι έπειτα κατέστρεψε την εικόνα του, εντάσσοντάς τον στη συνείδηση πολλών ψηφοφόρων σ’ ένα ευρύτερο αντιλαϊκό μέτωπο.

Ο Μελανσόν, που κατάφερε να πείσει ως η μεγαλύτερη αριστερή αντισυστημική δύναμη, προκάλεσε σιγουριά στο μεγαλύτερο ποσοστό ψηφοφόρων και κέρδισε τους ψηφοφόρους αντιπάλων του (κυρίως του Πουτού, της Αρτώ και του Αμόν). Παρόλο που ήταν εμφανής τόσο ο ναρκισσισμός, όσο και ο εγωισμός του, επιβλήθηκε ως η πιο σίγουρη λύση για την Αριστερά, με ένα πρόγραμμα το οποίο έκανε ευθεία επίθεση στο φιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο που κυριαρχεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στον ολοκληρωτισμό της Λε Πεν. Ίσως, εάν είχε επιτευχθεί συνεργασία με τον Αμόν, να είχε καταφέρει να κερδίσει το στοίχημα της Προεδρίας της Γαλλίας ενάντια στη Μαρίν Λε Πεν.

Γενικά, ο δεύτερος γύρος είναι μια αναμέτρηση δύο κόσμων.

Από τη μία, ο Μακρόν, που κατορθώνει επιτυχώς να ισορροπήσει στη συνείδηση των ψηφοφόρων μεταξύ Δεξιάς και Κέντρου (και δεν είναι λίγοι και όσοι τον εντάσσουν στο ευρύτερο πλαίσιο της Αριστεράς). Κι από την άλλη, η Λε Πεν, που κεφαλαιοποιεί την αντίδραση, τη δυσαρέσκεια, την αγανάκτηση και το φόβο των Γάλλων των πόλεων, αλλά κυρίως της επαρχίας. Δεν είναι να απορεί κανείς που η Λε Πεν απέκτησε τόση δύναμη: συχνά οι οικονομικές κρίσεις οδηγούν σε άνοδο της ακροδεξιάς, δηλαδή σε εσωστρέφεια και σε ανάγκη επιστροφής σε μια αόριστη, αλλά σωτήρια εθνική υπερηφάνεια, στα παλιά μεγαλεία και σε παρωχημένες εθνικιστικές κορώνες.  Το βλέπουμε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, το είδαμε όμως και το ζήσαμε στο πετσί μας και στην Ελλάδα. Η Γαλλία δεν αποτέλεσε εξαίρεση, ακόμα κι αν είναι η χώρα του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης. Εξάλλου, οι δομικές αξίες της αστικής Γαλλικής Επανάστασης έχουν αρχίσει να εκλείπουν στη Γαλλία, εφόσον το ίδιο το αστικό γαλλικό κράτος τα τελευταία χρόνια αποδομείται από τη διαφθορά και τα σκάνδαλα.

Το αποτέλεσμα της Κυριακής είναι σχεδόν βέβαιο. Το πιθανότερο είναι να κερδίσει ο Εμμανουέλ Μακρόν αυτή την αναμέτρηση, μιας και επενδύει στο να κερδίσει την «αντισυστημική ψήφο» της αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς. Κι όλα δείχνουν ότι για τους ψηφοφόρους αυτών των κομμάτων, η πρώτη «συστημική» επιλογή είναι ο Μακρόν.

Όπως και να έχει, η Γαλλία είναι η λεπτή κόκκινη γραμμή, μεταξύ δύο κόσμων: μεταξύ του κόσμου που δημιουργεί τις συνθήκες για τον ολοκληρωτισμό και μεταξύ του κόσμου που στρέφεται στον ολοκληρωτισμό για να ξεφύγει. Ίσως και να βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο της Ιστορίας κατά τη διάρκεια του οποίου θα δούμε τα πολιτικά κόμματα να χάνουν την σημασία τους ή σε αυτό που θα απαξιωθούν ανθρωποκεντρικές, οικουμενικές αξίες. Ίσως όμως και να βρισκόμαστε στις απαρχές ενίσχυσης της γυναικείας κυριαρχίας. Όπως είπε και η Λε Πεν: «ό,τι και να γίνει, η Γαλλία θα έχει γυναίκα Πρόεδρο: ή εμένα ή τη Μέρκελ».

 

Η Φιλία Γεωργουδή είναι υποψήφια Διδάκτορας Πολιτικής Επικοινωνίας και Εκλογικής Συμπεριφοράς στο ΕΚΠΑ