Micro

Η διαρκής αντίσταση του Σάκη Καράγιωργα

Τριάντα δύο χρόνια απ’ τον θάνατό του, η μορφή του Σάκη Καράγιωργα είναι αμείλικτο μέτρο των πολιτικών λογικών, των πολιτικών συμπεριφορών και των πολιτικών πεπραγμένων της μεταπολίτευσης.

Κι αυτό γιατί συμβολίζει την άλλη πολιτική σκέψη, εναλλακτική και τραγικά αδικαίωτη, την άλλη πολιτική στάση ζωής, ασύμβατη με βολικές «προσαρμοστικές» λογικές, το άλλο πολιτικό ήθος, με την άρρηκτη διαλεκτική ενότητα πολιτικής και ηθικής.

Με τον χαρακτήρα της «μετάβασης» στη μεταπολίτευση και τη στρατηγική αρχιτεκτόνησή της απ’ τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να οριοθετεί αυτή την πορεία και να εδραιώνει τη μεταπολιτευτική δημοκρατία επί της κοινωνίας. Που, παρότι, ως είχε, προφανώς και ήταν, για να είμαστε δίκαιοι, κατάκτηση για τον τόπο μας, δεν μετεξελίχθηκε επί των επιγιγνομένων, όπως θα έπρεπε, κι είναι γι’ αυτό τεράστιες οι ευθύνες τους, στην πολύ αναγκαία δημοκρατία της κοινωνίας.

Η υψηλή και απαιτητική κλίμακα αξιών του Σάκη Καράγιωργα, με ρίζες στην προδικτατορική περίοδο, σφυρηλατείται και παγιώνεται στο καμίνι του αντιδικτατορικού αγώνα, που στην περίπτωσή του είχε και πολύ μεγάλο τίμημα (βαρύς τραυματισμός στο δεξί του χέρι και στο κεφάλι, βασανιστήρια και πολυετής φυλάκιση!).

Ο επίλογος της απολογίας του στο Στρατοδικείο της χούντας ορίζει και καθορίζει, με υποδειγματική σαφήνεια, τη βαθύτερη ουσία του ανελαστικού διατακτικού της πολιτικής του ηθικής. Που έμελλε να επισφραγίσει, σε ευθεία προέκταση της αντιστασιακής, και τη μεταπολιτευτική πολιτική στάση ζωής του. Χωρίς, εννοείται, υποψία εκπτώσεων.

Διαβάζουμε σ’ αυτό το μνημειώδες κομμάτι της ιστορικής απολογίας του:

«Κύριοι στρατοδίκαι, είχα χρέος να αγωνιστώ προς αποκατάστασιν των δημοκρατικών ελευθεριών εις την χώραν. Είχα χρέος, πρώτον, ως άνθρωπος απέναντι της ιστορίας. Δεύτερον, ως καθηγητής απέναντι εις τους φοιτητές μου. Τέλος, είχα ένα προσωπικό χρέος απέναντι του ελληνικού λαού και της πατρίδος. Αυτός ο λαός έκανε πολλάς θυσίας και δαπάνες χάριν εμού. Με εσπούδασε εις τα ελληνικά πανεπιστήμια, με έστειλε με υποτροφίαν δι’ ανωτέρας σπουδάς εις το εξωτερικόν, με έκανε καθηγητή ανωτάτης σχολής και ανώτατον κρατικόν λειτουργόν.

Δι’ όλας αυτάς τας θυσίας, τι ζητεί αντάλλαγμα από εμέ ο ελληνικός λαός και η πατρίς; Τι ζητεί από όλους τους πνευματικούς ανθρώπους; Δύο μόνο πράγματα. Να προσφέρουν τας πνευματικάς των υπηρεσίας και να είναι θεματοφύλακες των ηθικών και πνευματικών αξιών του ελληνικού λαού. Είχα υποχρέωσιν, επομένως, κύριοι στρατοδίκαι, να εξοφλήσω αυτό το μεγάλο χρέος μου, ακόμη και αν παρίστατο ανάγκη να δώσω και τη ζωή μου». (Σάκης Καράγιωργας, Μελέτες – Άρθρα – Ομιλίες, 3ος τόμος, σελ. 18-19, Εκδ. ΙΣΚ, Αθήνα 1994).

Μετά απ’ αυτή την ενδεικτική αναφορά στο αντιστασιακό του ήθος, περνώ στην πολύ κρίσιμη ιχνηλάτηση της μεταπολιτευτικής πολιτικής διαδρομής του Σάκη Καράγιωργα.

Στο πρώτο σημείο αυτής της ιχνηλασίας, στην αυτονόητη δηλαδή αντίθεσή του με το μεταπολιτευτικό συντηρητικό μπλοκ εξουσίας, που ανέλαβε, όπως ανέλαβε, τη διακυβέρνηση της χώρας μας μετά την κατάρρευση της χούντας, δεν νομίζω πως χρειάζεται να επιμείνουμε. Ο σοσιαλιστής Καράγιωργας δεν μπορούσε παρά να βρεθεί απέναντι, στην άλλη όχθη. Χωρίς, όμως, απλοϊκές ισοπεδωτικές και μανιχαϊστικές θεωρήσεις, όπως και χωρίς να παραβλέπει τον συντελούμενο συντηρητικό εκσυγχρονισμό, σίγουρα εγγενώς οριακό, απ’ αυτή την εξουσία.

Κι όχι μόνο χωρίς να παραβλέπει, αλλά πρωτίστως αυτός να βλέπει και να ερμηνεύει σωστά τον χαρακτήρα του πολιτικού εκσυγχρονισμού που αρχιτεκτόνησε ο Καραμανλής. Εννοώ το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα της δικομματικής εναλλαγής στη διαχείριση της εξουσίας. Που, αν το είχε αναλύσει σωστά η μεταπολιτευτική Αριστερά, θα είχε βγάλει την «αντι-δεξιά», με όρους παρελθόντος (εμφύλιος, κράτος Δεξιάς, χούντα), θηλιά και θα αντιμαχόταν τη σύγχρονη Δεξιά στη δικομματική διαχειριστική της έκφραση και όχι το «φάντασμά» της. Που, βέβαια, εκτόνωνε τη σωρευμένη οργή του αριστερού και δημοκρατικού κόσμου, που είχε υποστεί το μετεμφυλιακό κράτος αυτής της Δεξιάς και τη χούντα που κυοφορήθηκε στα σπλάχνα του.

Γράφει επ’ αυτού ο Καράγιωργας το’ 81:

«Τα κέντρα εξουσίας προετοίμασαν μια πολιτική διάρθρωση του εξής τύπου: Δύο αστικά κόμματα που να έχουν βασικό στρατηγικό σκοπό τη διαχείριση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και κυρίως τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής αστικής κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα. Αυτά τα κόμματα θα εναλλάσσονται στην εξουσία. Γιατί δύο κόμματα; Γιατί κάθε εκσυγχρονισμός έχει ένα κόστος που πέφτει στις πλάτες κάποιας κοινωνικής ομάδας. Αυτή την κοινωνική δυσαρέσκεια θα την απορροφά μια το ένα κόμμα και μια το άλλο» (Σάκης Καράγιωργας, Μελέτες – Άρθρα – Ομιλίες, 3ος τόμος, σελ. 204).

Αφήνοντας για πιο κάτω τις επιπτώσεις της παρωχημένης και αυτο-παγιδευτικής «αντιδεξιάς» πολιτικής της μεταπολιτευτικής Αριστεράς, περνώ στο δεύτερο σημείο της μεταπολιτευτικής πορείας του Σάκη Καράγιωργα, κομβικό σημείο, που είναι η επιλογή του ΠΑΣΟΚ, τραυματικά άδοξη επιλογή, όπως όλοι ξέρουμε.

Δεν χωράνε σε τούτο το κείμενο τα «πώς» και τα «γιατί» αυτής της επιλογής, που σε κάθε περίπτωση μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο στις ιδιαίτερες συνθήκες που συντελέστηκε. Και προπαντός υπό το βάρος της προσδοκίας πως η επτάχρονη δικτατορία είχε βάλει μυαλό σε όλους μας.

Όπως και να ’χει, ο σοσιαλιστής Καράγιωργας, σ’ εκείνη την κρίσιμη για τον τόπο μας αφετηρία, επέλεξε έναν νεότευκτο σοσιαλιστικό φορέα, απολύτως πεπεισμένος για την αναγκαιότητα ενός σύγχρονου σοσιαλιστικού κόμματος, ενός ριζοσπαστικού κόμματος της νέας Αριστεράς. Με δεδομένες τις αδυναμίες, την ιστορικότητα της κρίσης και το πολιτικό / ιδεολογικό βραχυκύκλωμα της παραδοσιακής Αριστεράς.

Με τη μεγάλη, όμως, επιπλοκή στη λειτουργία του ΠΑΣΟΚ, η ρήξη Ανδρέα Παπανδρέου – Σάκη Καράγιωργα δεν άργησε. Αναφέρομαι στη μεγάλη κρίση του 1975, με τις δεκάδες και εκατοντάδες διαγραφές στελεχών, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Καράγιωργας. Πρόκειται για ένα πολύ κρίσιμο επεισόδιο, που προσδιόρισε τον βαθύτερο χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ Αλλά, διαμέσου αυτού, και την πορεία της μεταπολίτευσης συνολικότερα.

Στη διάρκεια, πάντως, αυτής της κρίσης, μέσα από την οποία αναδύθηκε το αρχηγικό ΠΑΣΟΚ, με τον «βυθό» του, από όπου και η ύβρις σε εκείνο το παράξενο «προσυνέδριο»: «Κάτσε κάτω κουλοχέρη», με τον βαθύτερο συμβολισμό της, αναμετρήθηκαν, στην πρώιμη μορφή της, οι δυο κυρίαρχες αντιλήψεις όχι μόνο για τη λειτουργία του νεοϊδρυμένου κόμματος αλλά και του μεταπολιτευτικού πολιτικού μας συστήματος.

Δεν επρόκειτο, δηλαδή, για μια κρίση που προέκυψε από διαδικαστικού χαρακτήρα αίτια, που κι αυτά, ως αφορμές, σίγουρα δεν έλειψαν. Αλλά για μια πολύ μεγάλη κρίση μέσα από την οποία μπορούν να αναγνωστούν και οι πολιτικές συντεταγμένες της μεταπολίτευσης.

Για τον Σάκη Καράγιωργα η δημοκρατία δεν ήταν είδος πολυτελείας, που μπορούσε να λείψει απ’ το πολιτικό τραπέζι του ΠΑΣΟΚ Ως υπέρτατο μέσο και υπέρτατος σκοπός η ίδια, αποτελούσε το θεμέλιο της σωστής ύπαρξής του, τον πρωταρχικό και αναπαλλοτρίωτο όρο για να πετύχει τους στόχους του, κοντινούς και μακροπρόθεσμους, των οποίων επίσης ήταν η βαθύτερη ουσία.

Δεν ήταν, δηλαδή, απλώς η εγγύηση για να οδηγηθεί το ΠΑΣΟΚ στην επιτυχία, αλλά, πολύ περισσότερο, η εγγύηση και η ουσία αυτής της επιτυχίας. Γιατί ο Καράγιωργας ήξερε καλά πως χωρίς δημοκρατία τα πάντα μεταπίπτουν σε μέσα προς σκοπόν, με συνέπειες τις οποίες δεν ήταν και πολύ δύσκολο να φανταστεί κάποιος.

Με τη βεβαιότητα ότι γίνονται οι ερμηνευτικές αναγωγές για το πώς φτάσαμε στη χρεοκοπία, περνώ στο τρίτο σημείο της ιχνηλασίας των μεταπολιτευτικών βημάτων του Σάκη Καράγιωργα, που είναι αυτό της «Συμμαχίας» του 1977. Όπου, μετά το ΠΑΣΟΚ, κρίθηκε επίσης άδοξα και η δεύτερη ελπίδα του, μικρότερη αυτή, για μια ποιοτική προοδευτική πολιτική παρέμβαση στην πολιτική μας ζωή.

Με αφορμή αυτό το εγχείρημα – πείραμα διατύπωσε βασικές κατευθύνσεις μιας συνολικής για το αριστερό και προοδευτικό κίνημα στρατηγικής (Σάκης Καράγιωργας, Μελέτες – Άρθρα – Ομιλίες, 3ος τόμος, σελ. 107 – 112). Που, μετά την αποτυχία της «Συμμαχίας» και δέκα χρόνια αργότερα, φάνηκε να αποτελεί και τη στρατηγική βάση του ενιαίου «ΣΥΝ της Αριστεράς και της Προόδου». Πάλι, όμως, χωρίς αποτέλεσμα.

Τον Ιούνιο του 1985, σε συνέδριο που οργάνωσαν στα Χανιά το Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και τοπικές πολιτιστικές οργανώσεις με θέμα «Η πολιτική των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ευρώπης για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης», σε μια σαγηνευτικής απλότητας ομιλία του, όπως το συνήθιζε, την τελευταία δυστυχώς της ζωής του, αποκάλυψε με ενάργεια όλο το παιγνίδι της ιδεολογικής πολιτικής παραπλάνησης των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ευρώπης, κύριων υπεύθυνων, με τις νεοφιλελεύθερες μεταλλάξεις τους, για τα σημερινά αδιέξοδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως, μαζί τους, αποκάλυψε και την ιδεολογική πολιτική παραπλάνηση του ΠΑΣΟΚ στο πλαίσιο της ελληνικής δικομματικής διαχειριστικής συγκυριαρχίας (Σάκης Καράγιωργας, Μελέτες – Άρθρα – Ομιλίες, 3ος τόμος, σελ. 298 – 305, εκδ. ΙΣΥ).

Στηριζόμενος κυρίως σ’ αυτή την ομιλία του, όχι όμως μόνο σ’ αυτήν, περνώ στο τέταρτο και τελευταίο σημείο της μεταπολιτευτικής ιχνηλασίας των βημάτων του Σάκη Καράγιωργα, που έχει ακριβώς σχέση με τις αληθινά μαρξιστικές και γι’ αυτό πολύ προωθημένες, τότε, αναλύσεις για τον ρόλο του ΠΑΣΟΚ ως κόμματος εξουσίας, την ώρα που τα κόμματα της Αριστεράς παρέμεναν αφελώς, όπως έχουμε προαναφέρει, παγιδευμένα σε παρωχημένες «αντι-δεξιές» και τραυματικές πολιτικές και στα συνακόλουθα περί προοδευτικών δυνάμεων της «Αλλαγής».

Κι είναι απ’ τα πολύ παράδοξα το ότι ακόμα και σήμερα, παρά τη χρεοκοπία και την αποκαθήλωση «εικονισμάτων» της μεταπολίτευσης, επανέρχονται, για την ώρα… αιδημόνως, τέτοιες «αναγνώσεις». Που δείχνουν πως κάποιοι δεν έχουν καταλάβει τι και γιατί συνέβη σ’ αυτόν τον τόπο. Προπαντός δεν έχουν καταλάβει πως, χωρίς ρήξη με τις νοσηρές λογικές και πρακτικές της μεταπολίτευσης, ή, ακόμα χειρότερα, ανακυκλώνοντας τα πολιτικά της «πίτουρα», δεν θα βγούμε σε μεταμνημονιακό ξέφωτο.

Θα δώσω, εν συντομία, δείγματα αυτής της αποκαλυπτικής αναλυτικής λογικής του Σάκη Καράγιωργα, κυρίως για να μην υπάρχει η εντύπωση πως κανείς δεν είδε, κανείς δεν κατάλαβε, κανείς δεν μίλησε για τα κακώς γινόμενα ή για να μην υπάρχει η εντύπωση πως πήγε στραβά η μεταπολίτευση γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Πως, κατά προέκταση, χρεοκοπήσαμε γιατί δεν γινόταν αλλιώς ή είναι άγονη η επταετής διαχείριση της χρεοκοπίας γιατί δεν γίνεται αλλιώς.

Πρώτο δείγμα: Τον Δεκέμβριο του 1981, με τον ενθουσιασμό της «Αλλαγής» στο κατακόρυφο, λίγο δηλαδή μετά τις νικηφόρες για το ΠΑΣΟΚ εκλογές, ο Καράγιωργας, που έβλεπε πίσω απ’ την επιφάνεια των πραγμάτων, φαινόταν παράταιρος και ξένιζε, καθώς χαρακτήριζε την περιώνυμη πασοκική αλλαγή «εναλλαγή για εκσυγχρονισμό της ελληνικής αστικής εξουσίας» και προσγείωνε στα δεδομένα της πραγματικότητας.

Διαβάζουμε σε συνέντευξή του στην “Αυγή” (13.12.81):

«Κολοσσιαίας σημασίας, μπορώ να πω ιστορικής σημασίας γεγονός, ήταν το εκλογικό αποτέλεσμα της 18ης Οκτωβρίου. Βασική όμως όχι όπως ερμηνεύουν το αποτέλεσμα τα δημοκρατικά κόμματα. Ότι δηλαδή μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία διώχτηκε οριστικά η Δεξιά κι έχουμε απαρχή σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Αυτά, ψυχρά θεωρώντας τα, είναι ευσεβείς πόθοι».

Δεύτερο δείγμα: Αναλύοντας τα βαθύτερα αίτια των αδιεξόδων της διαχειριστικής πολιτικής των σοσιαλιστικών, κατ’ όνομα, κομμάτων της Ευρώπης, μαζί και του ΠΑΣΟΚ, αναφέρεται στον ιδιαίτερο ρόλο τους στη διαχείριση της κρίσης των κοινωνιών τους:

«Τα κόμματα αυτά ουσιαστικά δεν είναι σοσιαλιστικά. Είναι αστικά κόμματα, που ντύνονται τον μανδύα του σοσιαλισμού για να νομιμοποιηθούν σε αριστερές μάζες του λαού, έτσι ώστε να περάσουν την εκσυγχρονιστική πολιτική του καπιταλισμού χωρίς κοινωνικές εντάσεις και αναταραχές. Πρόκειται για ένα, γκραμσιανού τύπου, ιδεολογικό πολιτικό μπλοκ εξουσίας, που χρησιμοποιεί την ιδεολογία του σοσιαλισμού για να εγκλωβίζει μάζες λαού και για να μπλοκάρει κοινωνικές εντάσεις και αναταραχές από την πλευρά των λαϊκών στρωμάτων». (Σάκης Καράγιωργας Μελέτες – Άρθρα – Ομιλίες 3ος Τόμος, σελ. 303).

Τρίτο και τελευταίο δείγμα: Στο πλαίσιο αυτών των καίριων αναλύσεών του εισάγει και έναν όρο κλειδί, για να κατανοηθεί η σύνθετη πολιτική του κυρίαρχου αστικού μπλοκ εξουσίας μέσα από τον αριστεροφανή πόλο των σοσιαλιστικών κομμάτων. Εννοώ την ιδεολογική πολιτική παραπλάνηση, που προωθείται με τους εγχώριους και τους διεθνείς μηχανισμούς της αστικής εξουσίας και προπαντός με την ενσωμάτωση ενός μεγάλου μέρους της διανόησης, κατά προτίμηση πρώην αριστερής ή εμφανιζόμενης ως αριστερής, με προνομιακή πάντοτε πρόσβαση στα συστημικά ΜΜΕ και προβολή στον δημόσιο χώρο.

Παρότι πολύ θα άξιζε, δεν θα ενδώσω στην πρόκληση για περαιτέρω αναφορά στην πολύ διαφωτιστική αναλυτική του σκέψη επ’ αυτού, γιατί πρέπει να περάσω στον επίλογο της πολύ ενδεικτικής ιχνηλασίας μου στη φωτεινή, φωτισμένη και μοναδικά διαφωτιστική πολιτική σκέψη του Σάκη Καράγιωργα. Που πολύ τη χρειαζόμαστε τούτους τους δίσεκτους καιρούς της οδυνηρά βιούμενης μεταπολιτευτικής χρεοκοπίας και της παρομοίως οδυνηρά άγονης επταετούς διαχείρισής της.

Ο Σάκης Καράγιωργας, που έρχεται απ’ τις καλύτερες αγωνιστικές παραδόσεις του ελληνικού λαού, «δικάζει» με ό,τι συμβολίζει. Δικάζει την πολιτική της ενοχής και την κοινωνία της συνενοχής. Δικάζει την εξουσία της ενοχής και τη διανόηση της συνενοχής. Δικάζει γιατί θυμίζει πως υπήρχε και άλλος δρόμος στη μεταπολίτευση. Δικάζει γιατί και τώρα, στην άγονη επταετή διαχείριση της χρεοκοπίας της χώρας μας, με τη μελαγχολία, την «κατήφεια» και «κατάμεμψη», για να προσφύγουμε στον Θουκυδίδη, υπάρχει άλλος δρόμος.

Λαοκράτης Βάσσης

Πηγή: Η Αυγή